ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟ

 


ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟ

Κηρύττοντας το Ευαγγέλιο σε όλη την κτίση

Μάρκ. 15, 14-16, 20

Η Κυριακή αυτή, Κυριακή των Μυροφόρων, είναι ίσως η μόνη περίπτωσή του εκκλησιαστικού έτους όπου τα ευαγγελικά αναγνώσματα του Όρθρου και της Θ. Λειτουργίας είναι παρμένα από δύο συνεχόμενα αποσπάσματα της Καινής Διαθήκης: το ορθρινό ευαγγέλιο της χθεσινοβραδινής αγρυπνίας είναι το αμέσως επόμενό απόσπασμα αυτού που μόλις ακούσαμε, και ολοκληρώνει το τελευταίο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Μάρκου. Οπότε θα πάρω το θάρρος να μιλήσω για το χθεσινοβραδινό ευαγγέλιο σαν να επρόκειτο για το σημερινό. Θα μιλήσω για ένα συγκεκριμένο στίχο του, στο σημείο όπου ο Χριστός, μετά την Ανάστασή Του, είπε στους μαθητές Του: «Πορευθείτε σ’ ολόκληρο τον κόσμο και διακηρύξτε το χαρμόσυνο μήνυμα σ’ όλα τα πλάσματα».

Αυτός ο στίχος είναι ένας από τους κρυφούς γρίφους των Γραφών. «Κρυφός», διότι δεν αντιλαμβανόμαστε πόσο παράξενος είναι. Τι μπορεί να σημαίνει το κήρυγμα του Ευαγγελίου «σε όλα τα πλάσματα»; Κανονικά ξέρουμε πως το κήρυγμα αφορά τους ανθρώπους, τα ανθρώπινα όντα που μπορούν να αντιληφθούν τι λέγεται. Όμως η λέξη «πλάσμα» δεν είναι πολύ συγκεκριμένη και τη χρησιμοποιούμε συχνά για να αναφερθούμε γενικά στα ζώα. Στην πραγματικότητα, αν αναζητήσουμε βοήθεια στο ελληνικό κείμενο, συναντούμε τις δυσκολίες αυξημένες: η έκφραση που ο ευαγγελιστής Μάρκος χρησιμοποιεί είναι ακόμα πιο γενική και σημαίνει ολόκληρη τη Δημιουργία. Ο Χριστός εδώ, μας καλεί να διακηρύξουμε το Ευαγγέλιο «σ’ ολόκληρη την κτίση». Τί μπορεί να σημαίνει αυτό ενδεχομένως;

Πριν απαντήσουμε στην ερώτηση αυτή πρέπει να κατανοήσουμε τι σημαίνει η λέξη «Ευαγγέλιο». Το κεντρικό μήνυμα του κηρύγματος του Χριστού είναι η διακήρυξή Του πως η Βασιλεία του Θεού είναι εγγύς. Αυτό είναι το «Ευαγγέλιο», τα «χαρμόσυνα νέα» που διέδωσε στους ανθρώπους προσκαλώντας τους να ανταποκριθούν και να προετοιμαστούν για την αποδοχή τους. Αργότερα, το βασικό κήρυγμα των μαθητών και Αποστόλων ήταν πως η Βασιλεία του Θεού έχει πλέον έλθει «εν δυνάμει», εγκαινιασμένη από τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού και πρόσφορη για τον άνθρωπό μέσα από την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή. Η είσοδος σ’ αυτή τη Βασιλεία, σ’ αυτό τον κόσμο της νίκης του Χριστού καταπάνω στον θάνατο, ήταν η μετάνοια και το βάπτισμα.

Όμως αν το κήρυγμα του Ευαγγελίου σημαίνει το κήρυγμα της έλευσης της Βασιλείας, τι είναι στην πραγματικότητα αυτή η Βασιλεία; Αυτό που σίγουρα δεν είναι, είναι ένας γεωγραφικός τόπος όπως το «Βασίλειο της Γαλλίας» ή το «Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας». Βασιλεία εδώ σημαίνει «κυριότητα» ή «κυριαρχία», και η Βασιλεία του Θεού υπάρχει όπου ο Θεός είναι Κύριος, όπου είναι Βασιλέας. Δεν είναι ένας τόπος ή ένα πράγμα, αλλά ένας τρόπος ύπαρξης συνδεδεμένος με τον Θεό. Και το να είναι κανείς μέρος της Βασιλείας σημαίνει να έχει μεταβάλει ποιοτικά τον τρόπο της ύπαρξής του˙ σημαίνει να ζει γνωρίζοντας πως ο Θεός είναι Βασιλέας και Κύριος, και να επιτρέπει σ’ αυτή τη γνώση να διαποτίζει ολόκληρη τη ζωή του˙ να επιτρέπει σ’ αυτή τη γνώση να ξεκινά από την καρδιά του, στη συνέχεια να βρίσκει τόπο στο μυαλό του, και τέλος να αντικατοπτρίζεται στις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις του. Με άλλα λόγια, δεν εισερχόμαστε στη Βασιλεία, δεν ζούμε τη Βασιλεία μόνο μέσα από τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις μας. Η Βασιλεία του Θεού έχει δικαιώματα πάνω στην καθολικότητα του εαυτού μας, πάνω σ’ ολόκληρη την ύπαρξή μας˙ και μέχρι η Βασιλεία του Θεού να διεισδύσει σε κάθε πράξη μας, δεν ανήκουμε τελείως σ’ αυτή, δεν είμαστε ολοκληρωμένα μέλη της.

Όταν θα είμαστε ολοκληρωμένα μέλη της Βασιλείας, όταν η δύναμη του Θεού θα αντανακλάται σ’ όλες τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις μας, τότε θα είμαστε ικανοί να κηρύττουμε όχι μόνο με λόγια, αλλά και με έργα: η ίδια η δραστηριότητά μας θα διακηρύττει την εγγύτητα, την παρουσία, την πραγματικότητα της Βασιλείας. Ακόμα και τα εργόχειρά μας θα είναι μια έκφραση της Βασιλείας του Θεού. Κι έτσι τελικά, η Βασιλεία του Θεού θα έχει διεισδύσει μέσα από μας, μέσα από τη μετάνοια και τη μεταστροφή μας στον Θεό, σε κάθε επίπεδο της Δημιουργίας.

Κηρύττουμε το Ευαγγέλιο στον άψυχο κόσμο μέσα από ό,τι φτιάχνουμε απ’ αυτόν. Κηρύττουμε στα φυτά μέσα από τον τρόπο που τα καλλιεργούμε, στα ζώα μέσα από τον τρόπο που τα μεταχειριζόμαστε˙ κηρύττουμε στα παιδιά μέσα από τον τρόπο που τα μεγαλώνουμε, στους ενήλικες μέσα από τον τρόπο που ανταποκρινόμαστε στις πνευματικές, ψυχολογικές και υλικές τους ανάγκες. Όμως θα είμαστε πολύ μακριά από την αλήθεια αν νομίζουμε πως όλα αυτά σημαίνουν απλά μια καλή και ηθική ζωή. Είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ αυτό. Κατά μία έννοια, και η ομορφιά σχετίζεται μ’ όλα αυτά. Κι αυτό υπονοείται στα λόγια του Χριστού «πορευθείτε σ’ ολόκληρο τον κόσμο και διακηρύξτε το χαρμόσυνο μήνυμα σ’ ολόκληρη την κτίση». Διότι το να κάνεις τη Βασιλεία του Θεού να σχετιστεί με την ύλη σημαίνει να κάνεις την ύλη να καθρεφτίσει τη δόξα του Θεού, να γίνει δηλαδή η ίδια η ύλη ένα προκεχωρημένο φυλάκιο στο Βασίλειο του Θεού.

Κι ωστόσο, υπάρχει εδώ κάτι παράδοξο, διότι ο υλικός κόσμος, ως δημιούργημα του Θεού, είναι ήδη μια φανέρωση της δόξας Του. Αυτό εκφράζεται με τον πιο εύγλωττο ίσως τρόπο στον «Ύμνο των τριών παίδων» που ψάλλεται κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας του Μεγάλου Σαββάτου. Εκεί όλα τα στοιχεία της φύσης καλούνται να υμνήσουν τον Θεό: «Τν Κύριον μνετε κα περυψοτε ες πάντας τος αἰῶνας». Καλούνται οι αγγελικές δυνάμεις, οι ουρανοί, ο ήλιος, και η σελήνη, το φως και το σκοτάδι, η μέρα και η νύχτα, η βροχή, το κρύο, τα όρη και τα βουνά, οι θάλασσες, τα πετεινά και τα κτήνη του δάσους και των αγρών, τα πνεύματα των ζωντανών και των πεθαμένων – όλα καλούνται να υμνήσουν τον Κύριο. Ασφαλώς όμως αυτό το κάνουν ήδη, χωρίς να τους το πει κανείς. Όλα τα πράγματα, ως δημιουργήματα του Θεού, Τον υμνούν με το να καθρεφτίζουν τη δόξα Του. Κι έτσι για μας το κήρυγμα του Ευαγγελίου σ’ όλα τα πλάσματα μοιάζει να είναι κήρυγμα στον μεταστραφέντα κόσμο: ο υλικός κόσμος στην απόλυτη κτιστότητά Του είναι στραμμένος προς τον Θεό, παραπέμπει σ’ Εκείνον, είναι ένας σιωπηλός λόγος που αποκαλύπτει τον Θεό.

Έτσι καταλήγουμε να κηρύττουμε τη Βασιλεία μόνο σ’ εκείνα τα πράγματα που αγγίζουμε, μόνο σ’ εκείνα τα κομμάτια του υλικού κόσμου που χρησιμοποιούμε για τις ανάγκες και τους σκοπούς μας, μόνο σ’ εκείνα τα φυτά και τα ζώα των οποίων την ύπαρξη επηρεάζουμε. Μόνο σ’ αυτά μπορούμε να κομίσουμε προσωπικά την παρουσία της Βασιλείας του Θεού.

Και τι μεγάλη ευθύνη είναι αυτή! Σημαίνει να αγωνιζόμαστε να μην μεταδίδουμε τη μεταπτωτικότητά μας στην υπόλοιπη κτίση˙ σημαίνει να αποφεύγουμε να παράγουμε ασχήμια και αντ’ αυτής να αφήνουμε τα χέρια μας να δημιουργούν ομορφιά, χρησιμοποιώντας με τρόπο θεμιτό το καλό σ’ αυτό τον κόσμο. Αυτό σημαίνει «κηρύττω το Ευαγγέλιο σε ολόκληρη την κτίση».

Σ’ αυτά τα λόγια του Χριστού, συνεπώς, πρέπει να αναζητηθεί η καρδιά της ορθόδοξης «οικολογίας», διότι το καθήκον μας δεν είναι απλώς να δημιουργήσουμε έναν κόσμο όπου ο άνθρωπος και τα άλλα πλάσματα θα τον νιώθουν ως σπίτι τους -πραγματικά ως σπίτι τους- αλλά να δημιουργήσουμε έναν κόσμο όπου και ο Θεός θα μπορεί πλάι μας να τον αισθάνεται ως σπίτι Του˙ έναν κόσμο όπου τα έργα μας θα καθρεφτίζουν το κάλλος του Τριαδικού Θεού˙ έναν κόσμο όπου ακόμα και τα έργα του ανθρώπου θα υμνούν τον Θεό και θα Τον δοξολογούν «ες πάντας τος αἰῶνας».

Αυτό δεν μπορεί να γίνει δίχως μια στάση τρυφερότητας απέναντι στον υλικό κόσμο. Οι Μυροφόρες τη μνήμη των οποίων σήμερα τιμούμε, μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τι μπορεί να σημαίνει αυτό. «Πολύ πρωί… μόλις ανέτειλε ο ήλιος», πήραν «αρώματα για να πάνε να αλείψουν το σώμα του Ιησού». Να αλείψουν το σώμα του Ιησού, να φερθούν με ευλάβεια στο υλικό σώμα του άυλου Θεού. Με τη στοργή και το σεβασμό που έδειξαν απέναντι στην ύλη κήρυξαν το Ευαγγέλιο «σ’ ολόκληρη την κτίση». Και στάθηκαν ικανές να το κάνουν αυτό επειδή επισκίασε ολόκληρη την ύπαρξή τους το πλήρωμα της αγάπης του Χριστού.

Ας ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους. Και μακάρι η δική μας αγάπη για τον Χριστό, τον Υιό του Θεού που έγινε Υιός ανθρώπου, να μας κάνει να ευλαβούμαστε τον υλικό κόσμο που Εκείνος δημιούργησε ως Σώμα δικό Του˙ και μακάρι να σταθούμε ικανοί να κομίσουμε το Ευαγγέλιο, τα «καλά νέα» της έλευσης της Βασιλείας του Θεού, σε κάθε πλάσμα και σε ολόκληρη την κτίση.

 

Όσμπορν Βασίλειος, Επίσκοπος Σεργκίεβο, Η έλευση της όγδοης ημέρας: Κηρύττοντας τη Βασιλεία του Θεού, επιμέλεια Βασίλης Αργυριάδης, μετάφραση Βασίλης Αργυριάδης, 1η έκδ., Αθήνα, Εν πλω, 2006.