Οι Πατέρες της Εκκλησίας

Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας (ή, εν συντομία, απλώς Πατέρες της Εκκλησίας) ονομάζουμε τους χριστιανούς ιερείς όλων των βαθμίδων (αλλά και μερικούς που δεν ήταν ιερείς) που αναγνωρίστηκαν ως πνευματικοί διδάσκαλοι και αναδείχθηκαν ως συγγραφείς διατυπώνοντας, οριοθετώντας και υπερασπιζόμενοι το χριστιανικό δόγμα.

Κατά το δυτικό σχολαστικισμό, δηλαδή τη φιλοσοφική θεολογία που αναπτύχθηκε στη δυτική Ευρώπη μετά το Σχίσμα του 1054 και έφτασε στην ακμή της κατά το μεσαίωνα, η πατερική εποχή σταματά στον 6ο αιώνα μ.Χ. για τη δυτική Εκκλησία (τελευταίος δυτικός Πατέρας ο άγιος Ισίδωρος Σεβίλλης) και στον 8ο αιώνα για την ανατολική (τελευταίος ανατολικός Πατέρας ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός). Η νεώτερη ιστορική και φιλολογική έρευνα, που αναπτύχθηκε στη δύση και υιοθέτησε τα κριτήρια του σχολαστικισμού, υιοθέτησε και αυτή την ιδέα και διαχωρίζει την «πατερική γραμματεία» (τα έργα των Πατέρων μέχρι τον 8ο αιώνα) από τη «βυζαντινή γραμματεία», δηλαδή τα έργα των Βυζαντινών συγγραφέων μετά τον 8ο αιώνα.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως θεωρεί ότι η θεολογία της είναι πάντα πατερική και μόνο στο βαθμό που συνεχίζει να είναι πατερική μπορεί να είναι επίσης έγκυρη και αληθής. Έτσι, διακρίνει φορείς του πατερικού της πνεύματος σε όλους τους χριστιανικούς αιώνες, από το 2ο (πρώτη μετά τους αποστόλους γενιά, άγιοι Κλήμης Ρώμης, Πολύκαρπος Σμύρνης, Ιγνάτιος Αντιοχείας ο Θεοφόρος κ.ά.) μέχρι τους υστεροβυζαντινούς χρόνους (π.χ. άγιοι Γρηγόριος Παλαμάς, 14ος αι., Μάρκος Ευγενικός, 15ος αι.) αλλά και μετά το Βυζάντιο (άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, 18ος-19ος αι., οι Ρώσοι άγιοι του 19ου αι. Ιγνάτιος Μπραντσιανίνωφ και Θεοφάνης ο Έγκλειστος, Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ κ.ά.), ενώ και σήμερα διαφαίνονται έντονα αρκετοί αυθεντικοί φορείς του πατερικού πνεύματος της εκκλησιαστικής θεολογίας, κάποιοι από τους οποίους έχουν αναγνωριστεί επίσημα ως άγιοι [π.χ. οι άγιοι Νεκτάριος Πενταπόλεως, Λουκάς ο Ιατρός, Ιωάννης της Σαγκάης (Μαξίμοβιτς), Νικόλαος Αχρίδος (Βελιμίροβιτς) κ.ά.], ενώ άλλοι, αν και δεν έχουν αναγνωριστεί «επίσημα», με εκκλησιαστική «απόφαση» οποιουδήποτε είδους, αναγνωρίζονται στην πράξη ως τέτοιοι, όπως π.χ. οι άγιοι διδάσκαλοι Ιουστίνος Πόποβιτς, Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Φιλόθεος Ζερβάκος κ.ά.

Η εμμονή της Εκκλησίας στην πατερικότητα της θεολογίας της οφείλεται στο ότι θεωρεί τους Πατέρες αγίους, δηλαδή ανθρώπους με αυθεντική, χριστιανικώς εννοούμενη, σχέση με την άκτιστη (θεϊκή) πραγματικότητα, και ως εκ τούτου αξιόπιστους εκφραστές της δογματικής διδασκαλίας της, στην εγκυρότητα της οποίας υπεισέρχεται και ο παράγοντας της «θεοπνευστίας». Το χριστιανικό δόγμα εκφράζεται με το «φωτισμό του Αγίου Πνεύματος» (δηλ. του ίδιου του Θεού) και όχι με διανοητικούς συλλογισμούς –αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη θεολογία.

Για την Εκκλησία, βέβαια, η διαφορά αυτή έγκειται όχι στην επίκληση «αγιοπνευματικού φωτισμού», δηλαδή «θρησκευτικής αυθεντίας», αλλά στην πραγματική ύπαρξη του υπερβατικού αυτού στοιχείου, αλλιώς (αν έχουμε και στις δυο περιπτώσεις οντολογικά και σωτηριολογικά συστήματα κατασκευασμένα με ανθρώπινες διανοητικές διεργασίες, που απλώς επικαλούνται, για λόγους κύρους, κάποια επαφή με το θεϊκό Επέκεινα) αντικειμενική διαφορά μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας ουσιαστικά δεν υπάρχει.

Πατέρες και φιλοσοφία

Σημειωτέον ότι το πατερικό έργο δεν εξαντλείται στην οριοθέτηση του χριστιανικού δόγματος, αλλά και αναπτύσσεται σε πλήθος ζητημάτων, που αφορούν στη διερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, ιδίως της ψυχής, και τη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, το συνάνθρωπο, τον κόσμο και το Θεό, δηλαδή στη θεραπεία των συνεπειών του προπατορικού αμαρτήματος για κάθε άνθρωπο, για την ανθρωπότητα και για όλη την κτίση. Επίσης το πατερικό έργο βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με τη φιλοσοφία και την επιστήμη της εποχής του (κάθε φορά). Κατά τούτο έχει νόημα η εξέταση των πατερικών συγγραμμάτων και από φιλοσοφικής απόψεως, καθώς αποτελούν ένα από τα πιο γόνιμα κεφάλαια της παγκόσμιας διανόησης. Δυστυχώς η επιστήμη της ιστορίας της φιλοσοφίας αγνοεί τη συμβολή τους, αν και σήμερα, μετά τις προσπάθειες Ελλήνων ερευνητών (όπως ο Κ. Δ. Γεωργούλης, ο Βασίλειος Τατάκης, ο επίσκοπος Περγάμου π. Ιωάννης Ζηζιούλας, ο Χρήστος Γιανναράς, ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος κ.ά.), η συμβολή τους αρχίζει να βγαίνει στο φως.

«Ένας ορθόδοξος νους στέκεται στο σημείο όπου συναντιούνται όλοι οι δρόμοι. Κοιτά προσεκτικά κάθε δρόμο και, από τη μοναδική του πλεονεκτική θέση, παρατηρεί τις συνθήκες, τους κινδύνους, τις χρήσεις και τον τελικό προορισμό κάθε δρόμου. Εξετάζει κάθε δρόμο από την πατερική σκοπιά, καθώς οι προσωπικές του πεποιθήσεις έρχονται σε πραγματική, όχι υποθετική, επαφή με την περιβάλλουσα κουλτούρα» (Ιβάν Κιρεγιέφσκι, ορθόδοξος Ρώσος συγγραφέας, παράθεμα από το βιβλίο "Η ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος" του π. Σεραφείμ Ρόουζ).

Οι Πατέρες της αρχαίας Εκκλησίας έχουν στο οπλοστάσιό τους ολόκληρη την ελληνική φιλοσοφία, άλλωστε είναι οι ίδιοι και φιλόσοφοι. Μόνο που εκείνοι δεν ενδιαφέρεται να «ερμηνεύσουν τον κόσμο» ή να περιγράψουν τους φυσικούς νόμους και τη λειτουργία τους –φευ για τη σύγχρονη υλιστική μας επιστήμη– αλλά για τη θέωση, που τη θεωρούν απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρη γνώση του κόσμου, δηλαδή σχέση με τον κόσμο. (Φυσικά αυτό για τη σύγχρονη επιστήμη φαίνεται χωρίς νόημα, γιατί είναι μια επιστήμη κατακτητική, όχι αγαπητική. Πώς ν’ αγαπήσεις αυτό που πρέπει να κατακτήσεις; Όλος ο πολιτισμός μας –ο δυτικός, που επιβλήθηκε πλέον παγκόσμια– είναι κατακτητικός. Ακόμη και οι μεγάλοι θαλασσοπόροι «εξερευνητές» ακολουθήθηκαν από επιδρομείς κονκισταδόρες, ενώ η εξερεύνηση του διαστήματος ονομάζεται κοινώς «κατάκτηση του διαστήματος»).

Σημειωτέον ότι η Εξαήμερος του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου π.χ. και το Περί κατασκευής του ανθρώπου του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, που συνεχίζει την Εξαήμερον, συνοψίζουν επίσης την επιστημονική γνώση της εποχής. Ιδίως ο άγ. Γρηγόριος επιστρατεύει φυσιολογία, ιατρική, ψυχολογία, κάνει λόγο περί ονείρων κ.τ.λ. Και ερμηνεύουν ορθολογικότατα, απορρίπτοντας την αστρολογία και τις λοιπές ανορθόλογες μορφές θρησκευτικότητας.

Ας έχουμε υπόψιν ότι, πριν την εγκληματική μεσαιωνική του διαστρέβλωση, ο χριστιανισμός εκπροσωπούσε τη λογική και την πρόοδο και η ειδωλολατρία τον ανορθολογισμό. Η Εκκλησία, όταν ιδρύθηκε, εναντιώθηκε ανοιχτά στη δεισιδαιμονία του ρωμαϊκού κόσμου θεωρώντας την παράλογη –την αστρολογία, την αστρολατρία, την αγγελολατρία, τη μαγεία, τη μαντεία, την υποταγή στο πεπρωμένο…

Οι Πατέρες είναι αλάθητοι;

Εδώ πρέπει να πούμε ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας, αν και άγιοι, δεν θεωρούνται αλάθητοι. Όμως εφαρμόζεται σ’ αυτούς ο λόγος του Κυρίου «ευλογημένοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό» (Ματθ. 5, 8), γίνονται «διδακτοί Θεού» (Ιω. 6, 45), γι’ αυτό η γνώμη τους είναι πιο έγκυρη από ενός οποιουδήποτε «επιστήμονα» θεολόγου (τη δική μου π.χ.), που δεν είναι καθαρός στην καρδιά. Τέτοιος έγκυρος ερμηνευτής –άγιος– μπορεί να είναι κι ένας ταπεινός και αγράμματος άνθρωπος (άντρας ή γυναίκα, ή και παιδί), αν η καρδιά του είναι αρκετά καθαρή. Το «μέγα μυστήριο της ευσεβείας» (Α΄ Τιμ. 3, 16) κατανοείται με την κάθαρση της καρδιάς, όχι με τη λογική (καρδιά δεν είναι ο χώρος των συναισθημάτων, αλλά ο τόπος όπου εγκαθίσταται το Άγιο Πνεύμα, αν είναι καθαρή, ή το κακό πνεύμα –μη γένοιτο– αν είναι γεμάτη πάθη, βλ. προς Γαλάτας 4, 6, Λουκ. 22, 3).

Αν και δεν είμαι τέλειος γνώστης της πατερικής γραμματείας και, πολύ περισσότερο, δεν είμαι καθόλου άγιος (ώστε να μπορώ να μιλήσω έγκυρα για τους αγίους), τολμώ να πω το εξής: Μερικοί Πατέρες, μέσα στο σύνολο των σπουδαίων συγγραμμάτων τους, υποστήριξαν και κάποιες διδασκαλίες που, κατά την ορθόδοξη θεολογία, είναι λάθος. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο άγιος Αυγουστίνος, όμως υπάρχουν και άλλα παραδείγματα, όπως οι Σύριοι άγιοι Πατέρες Αφραάτης και Ισαάκ, που υποστήριξαν ότι η κόλαση θα είναι προσωρινή (επειδή την εξέλαβαν ως τιμωρία από το Θεό και γνώριζαν ότι ο Θεός της αγάπης δε μπορεί να τιμωρεί κάποιους αιώνια) κ.ά. Έτσι οι άγιοι Πατέρες καλό είναι να διαβάζονται στα πλαίσια της συνολικής διδασκαλίας της Εκκλησίας και να μην απολυτοποιούνται οι απόψεις ενός ή δύο απ’ αυτούς. Κάτι το δεχόμαστε ως σωστό, όταν υποστηρίζεται από το σύνολο των αγίων της Εκκλησίας, έστω κι αν ένας δυο Πατέρες συμβεί να έχουν άλλη άποψη [ανάλυση του προβλήματος αυτού βλ. και στο βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ (ενός, ας τολμήσω να πω, Αμερικανού σύγχρονου Πατέρα της Εκκλησίας) Η ψυχή μετά το θάνατο – Οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της Ορθόδοξης διδασκαλίας, εκδ. Μυριόβιβλος].

Μερικοί Πατέρες

Μπορούμε να αναφέρουμε πρόχειρα και από μνήμης μερικούς από τους εκατοντάδες Πατέρες της Εκκλησίας:

Αποστολικοί Πατέρες 1ουαι. (Κλήμης Ρώμης, Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Πολύκαρπος Σμύρνης), Απολογητές (2ος αι.): άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς, Αθηναγόρας ο Αθηναίος φιλόσοφος, Κοδράτος επίσκοπος Αθηνών, Θεόφιλος Αντιοχείας κ.ά.

Επόμενοι Πατέρες: 2ος αι. Ειρηναίος της Λυών, 3ος αι. Διονύσιος Ρώμης, Διονύσιος Αλεξανδρείας, Κυπριανός Καρχηδόνας κ.ά., 4ος αι. Μ. Αθανάσιος, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης, Αμβρόσιος Μιλάνου, Μαρτίνος της Τουρ, 4ος-5ος αι. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, κ.π.ά., 5ος αι. Ιερός Αυγουστίνος, Κύριλλος Αλεξανδρείας, 6ος αι. «Διονύσιος Αρεοπαγίτης», Λεόντιος ο Βυζάντιος, 7ος αι. Μάξιμος Ομολογητής, Ισαάκ ο Σύρος (συριακά), 8ος αι. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Βονιφάτιος της Γερμανίας, 9ος αι. Θεόδωρος ο Στουδίτης, Μ. Φώτιος … 15ος αι. Γρηγόριος Παλαμάς, 16ος αι. Μάρκος Ευγενικός κ.ά.

Ιδιαίτερες ομάδες Πατέρων

Μια ιδιαίτερη ομάδα Πατέρων της Εκκλησίας είναι εκείνοι που δεν άφησαν συγγράμματα, αλλά συνέβαλαν στη διατύπωση της ορθόδοξης θεολογίας με τη συμμετοχή τους σε τοπικές και, κυρίως, οικουμενικές συνόδους, όπως οι μεγάλοι άγιοι της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου Σπυρίδων και Νικόλαος. Γενικά οι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων τιμώνται συλλήβδην ως άγιοι, αφού όχι με βάση πολιτικά συμφέροντα και αυτοκρατορικές οδηγίες, αλλά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (που δέχτηκαν στην καθαρή καρδιά τους) διατύπωσαν τους όρους και τις διδασκαλίες των Συνόδων.

Υπάρχουν επίσης οι Νηπτικοί Πατέρες (δηλαδή δάσκαλοι της νήψης, της ορθόδοξης «ασκητικής επιστήμης» –αν και όλοι οι Πατέρες είναι και νηπτικοί): Μακάριος ο Αιγύπτιος (4ος αι.), Κασσιανός ο Ρωμαίος, Βενέδικτος της Νουρσίας, Διάδοχος της Φωτικής, Ιωάννης ο Σιναΐτης (Κλίμαξ, 6ος αι.), Συμεών Νέος Θεολόγος (10ος-11ος αι.), Γρηγόριος ο Σιναΐτης, Νικήτας Στηθάτος (11ος αι.), Νικόλαος Καβάσιλας, Νικηφόρος ο Μονάζων κ.λ.π. (βλ. τη μνημειώδη συλλογή Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών, που συνέταξαν κατά την Τουρκοκρατία οι άγιοι Πατέρες Μακάριος Νοταράς και Νικόδημος ο Αγιορείτης και μετέφρασε στα ρώσικα ο Ρώσος Πατέρας άγιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ).

Μια άλλη ιδιαίτερη ομάδα Πατέρων της Εκκλησίας είναι οι Υμνογράφοι Πατέρες: π.χ. οι άγιοι Ρωμανός ο Μελωδός (Χαιρετισμοί της Παναγίας κ.ά., κυρίως κοντάκια), Εφραίμ ο Σύρος (στα συριακά), Ανδρέας Κρήτης («Μέγας Κανών» κ.ά.), Ιω. Δαμασκηνός (κανόνας της νύχτας του Πάσχα κ.ά.), Κοσμάς ο Μελωδός (κανόνας των Χριστουγέννων κ.ά.), Ιωσήφ Υμνογράφος (αμέτρητοι κανόνες), Θεοφάνης και Θεόδωρος οι Γραπτοί (λέγονται έτσι γιατί τους σημάδεψαν το μέτωπο με πυρωμένο σίδερο κατά την Εικονομαχία), Θεόδωρος Στουδίτης, Κασσιανή η Υμνογράφος («Τροπάριο της Κασιανής» [δηλ. δοξαστικό Μ. Τρίτης], μέρος κανόνα Μ. Παρασκευής κ.ά.) κ.π.ά. Σύγχρονος υμνογράφος Πατέρας ήταν ο Αγιορείτης όσιος γέροντας Γεράσιμος από τη Μικρά Αγία Άννα (=Μικραγιαννανίτης).

Υπάρχουν επίσης οι Πατέρες της Ερήμου, που είναι ερημίτες και μοναχοί. Κάποιους τους έχουμε ήδη αναφέρει. Ας δούμε και μερικούς ακόμη. Ας σημειωθεί ότι οι περισσότεροι ήταν απλοί μοναχοί, χωρίς κανένα εκκλησιαστικό «αξίωμα», ούτε καν ιερείς. Επίσης πολλοί δεν άφησαν γραπτά κείμενα, αλλά η προφορική διδασκαλία τους –καθώς και ο βίος τους, που ήταν ίσως πιο σημαντικός κι από τα λόγια τους– καταγράφτηκε από άλλους Πατέρες σε συλλογικά έργα όπως το Λαυσαϊκόν του αγίου Παλλαδίου Ελενουπόλεως, το Λειμωνάριον του αγίου Ιωάννου Μόσχου, τα Αποφθέγματα Πατέρων κ.λ.π.

Αρχαίοι: Αντώνιος ο μέγας («καθηγητής της ερήμου»), Παχώμιος ο μέγας, Σισώης ο μέγας, Ποιμήν ο μέγας, Αρσένιος ο μέγας, Παμφούτιος, Νείλος, Δανιήλ της Σκήτης, Πιτηρούμ, Ζωσιμάς, Ιωάννης ο Πέρσης, Αμμώνιος, Ιωάννης ο Κολοβός, Θεόδωρος της Φέρμης, Αβραάμ ο Ίβηρας, Μωυσής ο Αιθίοπας «ο από ληστών» (πρώην ληστής), Σαρματάς, Παμβώ, Βιαρέ, Ονούφριος ο Αιγύπτιος, Πίωρ, Απφύ, Μάρκος ο Αθηναίος, Θεοδόσιος Κοινοβιάρχης κ.π.ά.

Νεότεροι: Ρώσοι: Σέργιος του Ραντονέζ, Σεραφείμ του Σάρωφ («βρες την ειρήνη και χιλιάδες άνθρωποι θα ειρηνεύσουν μαζί σου»), Αγαπητός ο Ιαματικός, Αλέξανδρος του Σβιρ, Κύριλλος της Λευκής Λίμνης, Νικόδημος της Λίμνης Κόζα, Ιωάννης ο Πολύαθλος, Ιώβ του Ποτσάεφ, Νείλος Σόρσκυ, οι Γέροντες της Όπτινα (Ανατόλιος, Ιωσήφ, Αμβρόσιος, Μωυσής, Βαρσανούφιος, Νεκτάριος κ.ά.), Σεραφείμ της Βίριτσα κ.π.ά. (βλ. γι’ αυτούς έργα όπως το Πατερικόν των Σπηλαίων του Κιέβου, η Θηβαΐδα του Βορρά κ.ά.), Άγιο Όρος: Σιλουανός και παπά Τύχων (Ρώσοι), Παΐσιος, Άνθιμος Αγιαννίτης, Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, Ιωσήφ Ησυχαστής ή Σπηλαιώτης, Εφραίμ Κατουνακιώτης κ.ά., Δράμα: Γεώργιος Καρσλίδης, Κρήτη: Ευμένιος και Παρθένιος Κουδουμά (Ηράκλειο), Ιωακειμάκι Κουδουμά (από Ρούπες Μυλοποτάμου), Γεννάδιος Ρεθύμνης, Ευμένιος Ρουστίκων κ.π.ά., Ρουμανία: Κλεόπας Ελίε, Αρσένιος Μπόκας, Παΐσιος Ολάρου, Ιωάννης του Χοζεβά, Ενώχ ο Απλός (Άγιο Όρος) κ.λ.π.

Μητέρες της Εκκλησίας

Εκτός από τους Πατέρες, υπάρχουν και οι αγίες Μητέρες της Εκκλησίας, που εντάσσονται κυρίως στην τελευταία ομάδα, των διδασκάλων που δεν έγραψαν οι ίδιοι, αλλά ο βίος και τα λόγια τους καταγράφτηκαν και μας μεταφέρθηκαν από άλλους. Τέτοιες μεγάλες διδασκάλισσες της ορθοδοξίας, ανάμεσα σε εκατοντάδες, ήταν: η αγία μεγαλομάρτυς Αικατερίνα, που, ενώ ήταν ήδη κρατούμενη για την πίστη της, έφερε στο χριστιανισμό 150 ειδωλολάτρες φιλοσόφους και 500 στρατιώτες με το διοικητή τους (όλοι αυτοί εκτελέστηκαν και είναι άγιοι της Εκκλησίας μας), η αγία Μακρίνα, γιαγιά του Μ. Βασιλείου και του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, η εγγονή της, αγία Μακρίνα επίσης, η «θεολόγος, διδασκάλισσα και φιλόσοφος» (κατά τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης), που έπεισε τη μητέρα της, την αγία Εμμέλεια, να δώσει ίσα δικαιώματα στις υπηρέτριες και τις δούλες της και τελικά να τις απελευθερώσει,

η αγία Μαρία η Αιγυπτία (πλούσια κοπέλα, που ζούσε ως πόρνη για την ηδονή, όχι για τα χρήματα. Πηγαίνοντας να προσκυνήσει στα Ιεροσόλυμα, έκανε έρωτα με όλους τους άντρες που ταξίδευαν στο ίδιο πλοίο. Όταν όμως έφτασε εκεί, μια αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να πλησιάσει τον Τίμιο Σταυρό –τότε έφυγε για τα βάθη της ερήμου, όπου και έζησε μέχρι που την ανακάλυψε από θεϊκό όραμα ο άγιος Ζωσιμάς, ο οποίος την κοινώνησε, και αργότερα, με τη βοήθεια ενός λιονταριού, την έθαψε), η αγία Μελάνη, που, μαζί με τον άντρα της, σκόρπισε την περιουσία της απελευθερώνοντας αιχμαλώτους και κατέληξε πνευματική μητέρα της γυναικείας μοναστικής αδελφότητας, που είχε ιδρύσει στα Ιεροσόλυμα η πρώτη αγία Μελάνη, η γιαγιά της, η αγία Ειρήνη του Χρυσοβαλάντου, που υψωνόταν στον αέρα όταν προσευχόταν και λύγιζαν τα κυπαρίσσια, η αγία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα, που έζησε στη Χίο το 15ο αιώνα και τέλεσε αμέτρητα θαύματα και εν ζωή και μετά την κοίμησή της, οι επίσης μεγάλες ασκήτριες αγίες Συγκλητική, Αναστασία η πρώην πατρικία (έζησε σε μια σπηλιά που τη γνώριζε μόνον ο άγιος Δανιήλ της Σκήτης, τον 6ο αιώνα), Θεοκτίστη της Λέσβου, Σάρρα και Θεοδώρα, Γενεβιέβη του Παρισιού, Ούρσουλα της Γερμανίας, η αγία Γουλινδούχ η Περσίδα (Μαρία μετά τη βάφτισή της), οι μεγάλες αγίες της φιλανθρωπίας Φιλοθέη η Αθηναία (1589) και Ελισάβετ η Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας (1918), που δαπάνησαν όλη τους την περιουσία για την ίδρυση νοσοκομείων και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και τελικά έδωσαν και το αίμα τους (η πρώτη θανατώθηκε από τους Τούρκους και η δεύτερη από τους κομμουνιστές), οι αγίες της Ρωσίας Δωροθέα και Άννα του Κασίν, Παρασκευή του Πινέγκα, Αθανασία Λογκάτσεβα, οι διά Χριστόν σαλές αγίες Πελαγία Ιβάνοβνα, Ξένη της Πετρούπολης, κ.π.ά. οι σύγχρονες αγίες Μητέρες Μεθοδία της Κιμώλου (1908), Πελαγία της Καλύμνου, Σοφία η «ασκήτισσα της Παναγιάς» (1974, Καστοριά), Ταρσώ η διά Χριστόν σαλή (Κερατέα Αττικής 1989), Γαβριηλία Παπαγιάννη (1993) κ.π.ά.

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Μυστήριο παράξενο κα παράδοξο ντικρύζω. Βοσκν φωνς φτάνουν στ᾿ ατιά μου. Δν παίζουν σήμερα μ τς φλογέρες τος κάποιον τυχαο σκοπό. Τ χείλη τος ψάλλουν μνο οράνιο. Ο γγελοι μνολογον, ο ρχάγγελοι νυμνον, ψάλλουν τ Χερουβεμ κα δοξολογον τ Σεραφείμ. Πανηγυρίζουν λοι, βλέποντας τ Θε στ γ κα τν νθρωπο στος ορανούς. Σήμερα Βηθλεμ μιμήθηκε τν ορανό: ντ γι᾿ στέρια, δέχτηκε τος γγέλους· ντ γι λιο, δέχτηκε τν λιο τς δικαιοσύνης. Κα μ ζητς ν μάθεις τ πς. Διότι που θέλει Θεός, νατρέπονται ο φυσικο νόμοι.

        κενος λοιπν τ θέλησε. Κα τ κανε. Κατέβηκε στ γ κι σωσε τν νθρωπο. λα συνεργάστηκαν μαζί Του γι᾿ ατν τ σκοπό. Σήμερα γεννιέται Ατς πο πάρχει αώνια, κα γίνεται ατ πο ποτ δν πρξε. Εναι Θες κα γίνεται νθρωπος! Γίνεται νθρωπος κα πάλι Θες μένει!

ταν γεννήθηκε, ο ουδαοι δν δέχονταν τν παράδοξη γέννησή Του: π τ μία ο Φαρισαοι παρερμήνευαν τ ερ βιβλία· κι π τν λλη ο γραμματες δίδασκαν λλα ντ λλων. ρώδης πάλι, ζητοσε ν βρε τ νεογέννητο Βρέφος χι γι ν τ τιμήσει, μ γι ν τ θανατώσει.

λοιπόν, λοι ατο σήμερα τρίβουν τ μάτια τους, βλέποντας τ Βασιλι τ᾿ ορανο ν βρίσκεται στ γ μ᾿ νθρώπινη σάρκα, γεννημένος π παρθενικ μήτρα.

        Κα ρθαν ο βασιλιάδες ν προσκυνήσουν τν πουράνιο βασιλέα τς δόξας.ρθαν ο στρατιτες ν πηρετήσουν τν ρχιστράτηγο τν οράνιων Δυνάμεων.ρθαν ο γυνακες ν προσκυνήσουν κενον πο μετέβαλε τς λύπες τς γυναίκας σ χαρά.

ρθαν ο παρθένες ν προσκυνήσουν κενον πο δημιούργησε τος μαστος κα τ γάλα, κα τώρα θηλάζει π Μητέρα Παρθένο.

ρθαν τ νήπια ν προσκυνήσουν κενον πο γινε νήπιο, γι ν συνθέσει δοξολογικ μνο «π᾿ τ στόματα τν νηπίων» (Ψαλμ. 8:3).

ρθαν τ παιδι ν προσκυνήσουν κενον πο μανία το ρώδη τ νέδειξε σ πρωτομάρτυρες.

ρθαν ο ποιμένες ν προσκυνήσουν τν καλ Ποιμένα, πο θυσίασε τ ζωή Του γι χάρη τν προβάτων.

ρθαν ο ερες ν προσκυνήσουν κενον πο γινε ρχιερέας πως Μελχισεδκ (βρ. 5:10).

ρθαν ο δολοι ν προσκυνήσουν κενον πο πρε μορφ δούλου, γι ν μετατρέψει τ δουλεία μς σ᾿ λευθερία.

ρθαν ο ψαράδες ν προσκυνήσουν κενον πο τος μετέβαλε σ «ψαράδες νθρώπων» (Μάτθ. 4:19)

ρθαν ο τελνες ν προσκυνήσουν κενον πο π τος τελνες νέδειξε εαγγελιστή.

ρθαν ο πόρνες ν προσκυνήσουν κενον πο παρέδωσε τ πόδια του στ δάκρυα μίας πόρνης.

Κοντολογίς, ρθαν λοι ο μαρτωλο ν δον τν μν το Θεο, πο σηκώνει στος μους Το τν μαρτία το κόσμου: Ο μάγοι γι ν Τν προσκυνήσουν· ο ποιμένες γι ν Τν δοξολογήσουν· ο τελνες γι ν Τν κηρύξουν· ο πόρνες γι ν Το προσφέρουν μύρα· Σαμαρείτισσα γι ν ξεδιψάσει· Χαναναία γι ν εεργετηθε.

        φο λοιπν λοι σκιρτον π χαρά, θέλω κι γ ν σκιρτήσω, θέλω ν χορέψω, θέλω ν πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αλό, δίχως λαμπάδες ναμμένες στ χέρια μου. Πανηγυρίζω κρατώντας, ντ γι᾿ ατά, τ σπάργανα το Χριστο. Ατ εναι λπίδα μου, ατ ζωή μου, ατ σωτηρία μου, ατ αλός μου, ατ κιθάρα μου. Γι᾿ ατ τ ᾿χω μαζί μου: Γι ν πάρω π τ δύναμή τους δύναμη, γι ν φωνάξω μαζ μ τος γγέλους, «δόξα στν ψιστο Θεό», κα μ τος ποιμένες, «κα ερήνη στ γ, ελογία στος νθρώπους» (Λουκ. 2:14).

        Κα ξέρετε γιατί; Διότι κενος πο προαιώνια γεννήθηκε π τν Πατέρα νεξήγητα, γεννιέται σήμερα π παρθένα περφυσικά. Τ πς, τ γνωρίζει χάρη το γίου Πνεύματος. μες μόνο τοτο μπορομε ν πομε: Πς ληθιν εναι κα οράνια γέννησή του, διάψευστη εναι κα πίγεια. λήθεια εναι τι γεννήθηκε Θες π Θεό, λήθεια εναι κα τι γεννήθηκε νθρωπος π παρθένα. Στν οραν εναι μόνος πο γεννήθηκε π τν Πατέρα μόνο, γις Το μονογενής. Κα στ γ εναι μόνος πο γεννήθηκε π τν Παρθένο μόνο, γις τς μονογενής. πως στν περίπτωση τς οράνιας γεννήσεώς Του εναι σέβεια ν σκεφτομε μητέρα, τσι κα στν περίπτωση τς πίγειας γεννήσεώς Του εναι βλασφημία ν ποθέσουμε πατέρα. Θες Τν γέννησε μ τρόπο θεϊκό. Παρθένος Τν γέννησε μ τρόπο περφυσικό. τσι, οτε οράνια γέννησή Του μπορε ν ξηγηθε, οτε νανθρώπησή Του μπορε ν ρευνηθε. Τ τι Τν γέννησε Παρθένος σήμερα τ γνωρίζω. Τ τι Τν γέννησε Θες προαιώνια τ πιστεύω. Κι χω μάθει ν τιμ σιωπηλ τ γέννησή Του, χωρς φιλοπερίεργες ρευνες κι νώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ᾿ ,τι φορ τ Θεό, δν πρέπει ν στέκεται κανες στ φυσικ ξέλιξη τν πραγμάτων, λλ ν πιστεύει στ δύναμη κείνου πο κατευθύνει τ πάντα.

Τί φυσικότερο π᾿ τ ν γεννήσει μία παντρεμένη γυναίκα; λλ κα τί πι παράδοξο π᾿ τ ν γεννήσει παιδ μία παρθένα, δίχως νδρα, κα ν παραμείνει παρθένα; Γι᾿ ατ λοιπν μπορομε ν ρευνομε ,τι γίνεται σύμφωνα μ τος φυσικος νόμους. ,τι μως συμβαίνει μ τρόπο περφυσικό, ς τ σεβόμαστε σιωπηλά. χι πειδ εναι πικίνδυνο, λλ διότι εναι νερμήνευτο. Φόβο νιώθω μπροστ στ θεο μυστήριο.

        Τί ν π κα τί ν λαλήσω; Βλέπω κείνη πο γέννησε. Βλέπω κι κενον πο γεννήθηκε. λλ τν τρόπο τς γεννήσεως δν μπορ ν τν καταλάβω. που θέλει, βλέπετε, Θεός, νικνται ο φυσικο νόμοι. τσι γινε κι δ: Παραμερίστηκε φυσικ τάξη κα νέργησε θεία θέληση.

Πόσο νέκφραστη εναι εσπλαχνία το Θεο! προαιώνιος Υἱὸς το Θεο, φθαρτος κα όρατος κα σώματος, κατοίκησε μέσα στ φθαρτ κα ρατ σμα μας. Γι ποι λόγο; Νά, πως ξέρετε, μες ο νθρωποι πιστεύουμε περισσότερο σ᾿ ,τι βλέπουμε παρ σ᾿ ,τι κομε. Στ ρατ πιστεύουμε. Στ᾿ όρατα χι. τσι δν πιστεύαμε στν όρατο ληθιν Θεό, λλ λατρεύαμε ρατ εδωλα μ μορφ νθρώπων.

Δέχτηκε λοιπν Θες ν παρουσιαστε μπροστά μας μ ρατ μορφ νθρώπου, γι ν διαλύσει μ᾿ ατν τν τρόπο κάθε μφιβολία γι τν παρξή Του. Κι στερα, φο μς διδάξει μ τν ασθητ κα ναμφισβήτητη παρουσία Του, ν μς δηγήσει εκολα στν ληθιν πίστη, στ᾿ όρατα κα περφυσικά.

        λλ τί ν π κα τί ν λαλήσω; Κατάπληξη μ γεμίζει τ θαμα! Παιδ βλέπω τν προαιώνιο Θεό! Σ φάτνη ναπαύεται, Ατς πο χει θρόνο τν ορανό! Χέρια νθρώπινα γγίζουν τν πρόσιτο κι σώματο! Μ σπάργανα εναι σφιχτοδεμένος, Ατς πο σπάει τ δεσμ τς μαρτίας, πειδ τοτο εναι τ θέλημά του. Θέλει τν τιμία ν μεταβάλει σ τιμή· μ δόξα ν ντύσει τν ετέλεια· κα τν προσβολ σ᾿ ρετ ν μεταπλάσει. Γι᾿ ατ πρε τ σμα μου. Μο προσφέρει τ Πνεμα Του. Μο χαρίζει τ θησαυρ τς αώνιας ζως, παίρνοντας λλ κα δίνοντάς μου: Παίρνει τ σάρκα μου γι ν μ γιάσει· μο δίνει τ Πνεμα Του γι ν μ σώσει.

        λλ τί ν π κα τί ν λαλήσω;  «Νά, παρθένος θ μείνει γκυος» (σ. 7:14). Τ λόγια εναι τς συναγωγς, μ τ πόκτημα τς κκλησίας. συναγωγ βαψε τ νμα· κκλησία φόρεσε τ βασιλικ στολή. ουδαία Τν γέννησε· οκουμένη Τν ποδέχτηκε. συναγωγ Τν θήλασε κα Τν θρεψε· κκλησία Τν παρέλαβε κα φελήθηκε. Στ συναγωγ βλάστησε τ κλμα· μες μως πολαμβάνουμε τ σταφύλια τς λήθειας. συναγωγ τρύγησε τ σταφύλια· ο εδωλολάτρες μως πίνουν τ μυστικ πιοτό. κείνη σπειρε στν ουδαία τ σπόρο· ο εδωλολάτρες μως θέρισαν τ στάχυ μ τ δρεπάνι τς πίστεως. Ατο κοψαν μ σεβασμ τ ρόδο, κα στος ουδαίους μεινε τ γκάθι τς πιστίας. Τ πουλάκι πέταξε, κι ατο ο νόητοι κάθονται κα φυλνε κόμα τ φωλιά. Ο ουδαοι πασχίζουν ν ρμηνεύσουν τ βιβλίο το γράμματος, κα ο εδωλολάτρες τρυγον τν καρπ το Πνεύματος.

        «Νά, παρθένος θ μείνει γκυος».

Πές μου, ουδαε, πές μου λοιπόν, ποιν γέννησε; Δεξε, σ παρακαλ, θάρρος, στω κα σν κενο πο δειξες μπροστ στν ρώδη. λλ δν χεις θάρρος. Κα ξέρω γιατί. Διότι εσαι πίβουλος. Στν ρώδη μίλησες γι ν Τν ξολοθρεύσει· κα σ᾿ μένα δν μιλς γι ν μν Τν προσκυνήσω.

Ποιν λοιπν γέννησε; Ποιόν; Τν Δημιουργ τς κτίσεως. Κι ν σ σωπαίνεις, φύση τ βροντοφωνάζει. Τν γέννησε λοιπν μ τν τρόπο πο διος θέλησε ν γεννηθε. Στ φύση δν πρχε δυνατότητα μίας τέτοιας γεννήσεως. κενος μως, ς κύριος της φύσεως, πινόησε τρόπο γεννήσεως παράδοξο. Κι δειξε τσι τι, κα νθρωπος πο γινε, δν γεννήθηκε σν νθρωπος, μ πως μόνο σ Θε ταιριάζει.

κενος πο πλασε τν δμ π παρθένα γ, κενος πο π τν δμ κατόπιν καμε γυναίκα, γεννήθηκε σήμερα π παρθένα κόρη πο νίκησε τ φύση, ξεπερνώντας τ νόμο το γάμου.

δμ τότε, χωρς ν χει γυναίκα, γυναίκα πόκτησε. Παρθένος τώρα, χωρς ν χει νδρα, νδρα γέννησε.

Κα γιατί γινε ατό; Ν γιατί: Ο γυνακες εχαν να παλαι χρέος πρς τος νδρες, φο π τν δμ εχε βλαστήσει γυναίκα χωρς τ μεσολάβηση λλης γυναίκας. Γι ατ Παρθένος σήμερα, ξεπληρώνοντας στος νδρες τ χρέος τς Εας, γέννησε χωρς νδρα, δείχνοντας τσι τν σοτιμία τς φύσεως.

Σος μεινε δμ μετ τν φαίρεση τς πλευρς του. διάφθορη μεινε κι Παρθένος μετ τ γέννηση το Βρέφους.

λλ πρόσεξε κα κάτι κόμα: Δν πλασε Κύριος κάποιο λλο σμα γι ν μφανιστε στ γ. Πρε τ σμα το νθρώπου, γι ν μ φανε τι περιφρονε τν λη π τν ποία δημιουργήθηκε δάμ. ρθαν τσι, Θες κα νθρωπος, σ μυστικ νωση. Κι διάβολος, πο εχε ποδουλώσει τν νθρωπο, τράπηκε σ φυγή.

Θες γίνεται νθρωπος, λλ γεννιέται ς Θεός. ν προερχόταν, πως γώ, π ναν κοιν γάμο, πολλο θ θεωροσαν πάτη τ γέννησή Του. Γι᾿ ατ γεννιέται π παρθένα· γι᾿ ατ διατηρε τ μήτρα τς θικτη· γι᾿ ατ διαφυλάσσει τν παρθενία τς κέραιη: Γι ν γίνει παράξενος τρόπος τς γεννήσεως ατία κλόνητης πίστεως.

Σ᾿ ατν λοιπν πο θ᾿ μφισβητήσει τν σπορη γέννηση το Λόγου το Θεο, θ πικαλεστ ς μάρτυρα τν μόλυντη σφραγίδα τς παρθενίας.

        Πές μου λοιπόν, ουδαε, γέννησε Παρθένος χι; Κι ν μν γέννησε, γιατί δν μολογες τν περφυσικ γέννηση; ν πάλι δν γέννησε, γιατί ξαπάτησες τν ρώδη; ταν κενος ζητοσε ν μάθει πο θ γεννηθε Χριστός, σ δν επες «στ Βηθλεμ τς ουδαίας» (Μάτθ. 2:4); Μήπως γ γνώριζα τν πόλη τν τόπο; Μήπως γ γνώριζα τν ξία το Βρέφους πο ρθε στν κόσμο; σαΐας κα ο προφτες σας δν μίλησαν γι᾿ Ατό; Κι σες, ο γνώμονες χθροί, δν ξηγήσατε τν λήθεια; σες, ο γραμματες κι ο Φαρισαοι, ο κριβες φύλακες το νόμου, δν μς διδάξατε γι τ Χριστό; σες δν ρμηνεύσατε τς Γραφές; Μήπως μες γνωρίζαμε τ γλώσσα σας; Κα ταν γέννησε Παρθένος, σες δν παρουσιάσατε στν ρώδη τ μαρτυρία το προφήτη Μιχαία, «λλ᾿ π σένα, Βηθλεέμ, πόλη τς περιοχς το φραθ, ν κα εσαι μία π τς μικρότερες πόλεις το ούδα, θ ναδειχθε ρχηγς το σραλ» (Μιχ. 5:1);

        Πολ καλ επε προφήτης «π σένα». π σς προλθε κα παρουσιάστηκε σ᾿ λόκληρο τν κόσμο.

Παρουσιάστηκε ς νθρωπος, γι ν καθοδηγήσει τος νθρώπους. Παρουσιάστηκε ς Θεός, γι ν σώσει τν οκουμένη.

Μ τί φέλιμοι χθρο πο εστ᾿ σες! Τί φιλάνθρωποι κατήγοροι!

σες κατ λάθος δείξατε πς τ νεογέννητό της Βηθλεμ εναι Θεός. σες Τν κηρύξατε χωρς ν τ θέλετε. σες Τν φανερώσατε, πασχίζοντας ν Τν κρύψετε. σες Τν εεργετήσατε, πιθυμώντας ν Τν βλάψετε.

Τί στοιχείωτοι δάσκαλοι εστε, λήθεια; σες πειντε, κα τρέφετε λλους. σες διψτε, κα ποτίζετε λλους. Πάμφτωχοι εστε, κα πλουτίζετε λλους.

        λτε λοιπν ν γιορτάσουμε! λτε ν πανηγυρίσουμε! Εναι παράξενος τρόπος τς γιορτς -σο παράξενος εναι κι λόγος τς γεννήσεως το Χριστο.

Σήμερα λύθηκαν τ μακροχρόνια δεσμά. διάβολος καταντροπιάστηκε. Ο δαίμονες δραπέτευσαν. θάνατος καταργήθηκε. παράδεισος νοίχτηκε. κατάρα ξαφανίστηκε. μαρτία διώχτηκε. πλάνη πομακρύνθηκε. λήθεια ποκαλύφθηκε. Τ κήρυγμα τς εσέβειας ξεχύθηκε κα διαδόθηκε παντο. βασιλεία τν ορανν μεταφυτεύθηκε στ γ. Ο γγελοι συνομιλον μ τος νθρώπους. λα γιναν να. Γιατί; Διότι κατέβηκε Θες στ γ κι νθρωπος νέβηκε στος ορανούς. Κατέβηκε Θες στ γ κα πάλι βρίσκεται στν ορανό. λόκληρος εναι στν οραν κι λόκληρος στ γ. γινε νθρωπος κι εναι Θεός. Εναι Θες κα πρε σάρκα. Κρατιέται σ παρθενικ γκαλι κα στ χέρια του κρατάει τν οκουμένη.

        Τρέχουν κοντά του ο μάγοι. Τρέχουμε κι μες. Τρέχει κα τ᾿ στέρι γι ν φανερώσει τν Κύριο τ᾿ ορανο. Μά...

κι κενος τρέχει. Τρέχει πρς τν Αγυπτο. Κα φαίνεται βέβαια, πς πηγαίνει κε γι ν᾿ ποφύγει τν πιβουλ το ρώδη. μως τοτο γίνεται γι ν κπληρωθον τ προφητικ λόγια: «Τν μέρα κείνη σραηλιτικς λας θ πάρει τρίτος, μετ τος σσυρίους κα τος Αγυπτίους, τν ελογία το Θεο πάνω στ γ» (σ. 19:24).

        Τί λές, ουδαε; σ πο σουν πρτος γινες τρίτος; Ο Αγύπτιοι κα ο σσύριοι μπκαν μπροστά, κα πρωτότοκος σραλ πγε πίσω; Ναί. τσι εναι. Ο σσύριοι θ γίνουν πρτοι, πειδ ατο πρτοι μ τος μάγους τος προσκύνησαν τν Κύριο. Πίσω τους ο Αγύπτιοι, πο Τν δέχτηκαν, ταν κατέφυγε στ μέρη τους γι ν᾿ ποφύγει τν πιβουλ το ρώδη. Τρίτος κα τελευταος σραηλιτικς λαός, πο γνώρισε τν Κύριο π τος ποστόλους, μετ τ βάπτισή Του στν ορδάνη.

        Τί λλο μένει ν π; Δημιουργ κα φάτνη βλέπω, βρέφος κα σπάργανα, λεχώνα παρθένα, περιφρονημένη. Φτώχεια πολλή, νέχεια πολλή. Εδες μως τί πλοτος μέσα στ μεγάλη φτώχεια; πλούσιος γινε φτωχς γι χάρη μας. Δν χει οτε κρεβάτι οτε στρμα. Μέσα σ ταπειν παχν τν χουν ποθέσει. φτώχεια, πλούτου πηγή! πλοτε μέτρητε, κρυμμένε μέσα στ φτώχεια! Μέσα στ φάτνη κείτεσαι κα τν οκουμένη σαλεύεις. Μέσα σ σπάργανα τυλίγεσαι κα σπς τ δεσμ τς μαρτίας. Λέξη κόμα δν ρθρωσες κα δίδαξες στος μάγους τ θεογνωσία.

        Τί ν π κα τί ν λαλήσω; Νά Βρέφος σπαργανωμένο! Νά Μαρία, Μητέρα κα Παρθένος μαζί! Νά ωσήφ, πατέρας τάχα το Παιδιο! κείνη γυναίκα, ατς νδρας. Νόμιμες ο νομασίες, λλ χωρς περιεχόμενο. ωσφ μνηστεύθηκε μόνο τ Μαρία, κα τ γιο Πνεμα τν πισκίασε. τσι, γεμάτος πορία, δν ξερε τί ν ποθέσει γι τ Βρέφος: Ν πε πς ταν καρπς μοιχείας, δν τολμοσε. Ν προσφέρει λόγο βλάσφημο ναντίον τς Παρθένου, δν μποροσε. Οτε πάλι δεχόταν τ Παιδ σν δικό του, διότι το ταν γνωστο τ πς κα π ποιν γεννήθηκε.  λλ νά, πού, πάνω στ σύγχυσή του, παίρνει πάντηση π τν ορανό, μ τ φων το γγέλου: «ωσήφ, μ διστάσεις ν πάρεις στ σπίτι σου τ Μαριάμ, διότι τ παιδ πο περιμένει προέρχεται π τ γιο Πνεμα» (Μάτθ. 1:20). Κα φανέρωσε τσι σ᾿ κενον κα σ᾿ μς τι τ γιο Πνεμα πισκίασε τν Παρθένο.

Γιατί μως Χριστς θέλησε ν γεννηθε π παρθένα, φήνοντας βλαβ τν παρθενία της; Ν γιατί: Κάποτε διάβολος ξαπάτησε τν παρθένα Εα. Τώρα γγελος φερε τ λυτρωτικ μήνυμα στν Παρθένο Μαριάμ. Κάποτε Εα ξεστόμισε λόγο, πο γινε ατία θανάτου. Τώρα Μαρία γέννησε τ Λόγο, πο γινε ατία αώνιας ζως. λόγος τς Εας δειξε τ δέντρο, πο βγαλε τν δμ π τν παράδεισο. Λόγος τς Μαρίας δειξε τ Σταυρό, πο βαλε τν δμ πάλι στν παράδεισο.

Σ᾿ ατν λοιπόν, τ Λόγο το Θεο κα Υἱὸ τς Παρθένου, πο νοιξε δρόμο μέσα σ τόπο διάβατο, ς ναπέμψουμε δοξολογία μαζ μ τν Πατέρα κα τ γιο Πνεμα στος αἰῶνες τν αώνων. μήν.


Λόγοι αγίων Πατέρων για την αγάπη προς τους εχθρούς

 

Δεν μπορείς να αγαπήσεις τον εχθρό σου από την πρώτη στιγμή. Όμως μείνε στο σκαλί. Τουλάχιστον να μην τον μισείς. Κι αν σε βρει ο θάνατος, χωρίς το μίσος κατά του αδελφού σου, τότε γνώριζε ότι πεθαίνεις ως φίλος του εχθρού σου και η χάρη του Θεού θα σε συνοδεύει.

Όσιος Αρσένιος Μπόκα

Όταν ο Σωτήρας μας διατάζει αγάπη προς τους εχθρούς, δεν το κάνει για να σε γονατίσει μπροστά στο κακό, αλλά για να σε ελευθερώσει απ’ αυτό και να σε προφυλάξει.

Όσιος Αρσένιος Μπόκα

κ τς γάπης πρς τν δελφν ρχεται χάρις, κα δι τς γάπης πρς τν δελφν φυλάττεται. Ἐὰν μως δν γαπμεν τν δελφόν, τότε κα γάπη το Θεο δν ρχεται ες τν ψυχήν, νεκα τς κατακρίσεως το μίσους πρς τν δελφόν.

Οσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

μες φρονομε τι ληθιν λευθερία γκειται ες τ ν μ μαρτάνς, ες τ ν γαπς τν Κύριον κα τν πλησίον μεθ᾿ λης τς καρδίας σου κα λης τς σχύος σου.

Οσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

χθρς τ φθονε, ταν μας βλέπ ν χουμε μεταξύ μας πικοινωνία μ ελικρίνεια κα γάπη ν Χριστ. Κα προσπαθε ν σπείρ χθρα κα διχόνοια πειδ μισε τ καλό… καλή μας πράξη ν φανερώνωμε τος λογισμούς μας νας στν λλο, θ διαλύση τν κακία του.

Στάρετς Βαρσανούφιος

μς μπορε ν μς τραβήξει τιδήποτε. Κα μορφι τς Θ. Λειτουργίας κα τ ν πηρετομε ναν ψηλ σκοπό. Μ᾿ ατ μως λα, πάρχει κίνδυνος ν χάσουμε τ πι βασικό. Κύριος δν μς φησε κάποιο σύστημα, κτς π τς ντολές Του. Κα κυριότερη ντολή, εναι τς γάπης πρς λους κα διαιτέρως πρς τος χθρούς. σο πι κοντ θ εμαστε στ τέλος, ο νθρωποι θ γίνονται πι ψυχρο κα σκληροί. Μ τν νθιση τς νομίας, ψύχεται γάπη. Τ βασικ γι τν χριστιαν εναι γάπη. Γι᾿ ατ μες πρέπει ν᾿ παντομε μ γάπη στν ψυχρότητα κα σκληρότητα το κόσμου ατο.

γιος πίσκοπος γνάτιος Μπρεντσιανίνωφ

«Νίκα εν τω αγαθώ το κακόν»

Εάν στ’ αλήθεια είσαι ελεήμων, όταν άδικα σου αφαιρούν τα πράγματα σου, μη λυπηθείς καθόλου μέσα σου, μήτε να διηγείσαι στους ανθρώπους τη ζημιά πού σου έκαμαν, αλλά μάλλον ή ελεημοσύνη της καρδιάς σου ας καταπιεί τη ζημιά αυτών πού σε αδίκησαν, όπως το πολύ νερό διαλύει τη δύναμη του κρασιού. Δείξε λοιπόν τον πλούτο της ελεημοσύνης σου με τις ευεργεσίες σου προς αυτούς πού σε αδίκησαν. Όπως έκαμε ό μακάριος Ελισαίος στους εχθρούς του, πού ήθελαν να τον αιχμαλωτίσουν. Γιατί όταν προσευχήθηκε και τους τύφλωσε θολώνοντας τα μάτια τους, τους έδειξε τη θεϊκή δύναμη πού είχε μέσα του όταν όμως τους έδωσε να φάνε και να πιούνε και, μετά, τους άφησε να φύγουν, τους έδειξε την ελεημοσύνη της καρδιάς του.

Όσιος Ισαάκ ο Σύρος

Η αγάπη δεν έχει εμπάθεια

Πάντοτε τούτον τον τρόπο να έχεις στη ζωή σου: να είσαι γλυκομίλητος και να αποδίδεις τιμή σε όλους τους ανθρώπους. Και να μην κάνεις κανέναν να θυμώσει και να οργιστεί και να μη ζηλοφθονήσεις, ούτε για την πίστη πού έχει κάποιος, ούτε για τα κακά έργα κάποιου άλλου. Φυλάξου λοιπόν να μην κατηγορήσεις και να μην ελέγξεις κανέναν για κάποια αδυναμία του, γιατί έχουμε στους ουρανούς κριτή απροσωπόληπτο. Εάν όμως θέλεις να τον βοηθήσεις να επιστρέψει στην αλήθεια, να λυπηθείς γι’ αυτόν και με δάκρυα και με αγάπη πες του ένα ή δυο λόγια και μην ανάψεις από θυμό εναντίον του, για να μη δει στην καρδιά σου σημείο έχθρας. Γιατί ή αγάπη του Θεού δε γνωρίζει να θυμώνει, ούτε να παροργίζεται, ούτε να κατηγορεί κάποιον με εμπάθεια.

Όσιος Ισαάκ ο Σύρος

Μη μισήσεις τον αμαρτωλό

Μη μισήσεις τον αμαρτωλό γιατί όλοι είμαστε υπεύθυνοι για τις αμαρτίες μας. Και αν από θείο ζήλο κινείσαι εναντίον του, κλάψε μάλλον για λογαριασμό του. Και γιατί τον μισείς; Τις αμαρτίες του να μισήσεις και να ευχηθείς γι’ αυτόν, για να γίνεις όμοιος με το Χριστό, ό όποιος δεν αγανακτούσε κατά των αμαρτωλών αλλά προσευχόταν γι’ αυτούς. Δε βλέπεις πώς έκλαψε για την Ιερουσαλήμ; Άλλα και εμάς για πολλά αμαρτήματα μας περιγελά και μας χλευάζει ό διάβολος. Γιατί λοιπόν να μισούμε τον άνθρωπο πού ό διάβολος τον περιγελά όπως και εμάς; Και γιατί, άνθρωπε μου, μισείς τον αμαρτωλό; Μήπως γιατί τάχα δεν είναι δίκαιος όπως εσύ; Και που είναι η δικαιοσύνη σου, αφού δεν έχεις αγάπη; Γιατί δεν έκλαψες γι’ αυτόν, αλλά τον καταδιώκεις; Μερικοί άνθρωποι εξαιτίας της ανοησίας τους οργίζονται εναντίον των αμαρτωλών, γιατί πιστεύουν ότι έχουν διάκριση να κρίνουν τα έργα τους.

Όσιος Ισαάκ ο Σύρος

Αν θυμάσαι το κακό, και λυπάσαι όταν αυτός πού σου το έκανε πάη καλά, ή χαίρεσαι όταν δεν πάη καλά, αυτό είναι μνησικακία. Αν όμως, παρά το κακό που σου έκανε ο άλλος, χαίρεσαι με την προκοπή του, αυτό δεν είναι μνησικακία.

Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

«Ένας είναι ο στόχος μας, η αγάπη στο Χριστό, η λαχτάρα, η ένωση με το Χριστό. Είναι ο επί γης Παράδεισος. Η αγάπη για το Χριστό είναι η αγάπη για τον πλησίον, για όλους και για τους εχθρούς.

Μέσω της αγάπης προς τον αδελφό μας θα κατορθώσουμε να αγαπήσουμε το Θεό. Η θεία χάρις έρχεται μέσω του αδελφού. Όταν βρεις το Χριστό, έχεις τα πάντα, δε θέλεις τίποτε άλλο. Όπου υπάρχει η αγάπη του Χριστού, εξαφανίζεται η μοναξιά, είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος, ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε άγχος, ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους, με όλα. Όταν έρθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει, τα πάθη εξαφανίζονται. Ο Χριστός είναι το παν».

Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

«φιλάνθρωπος είναι εκείνος, που στους εχθρούς του συμπεριφέρθηκε με ημερότητα, και τους ευεργετεί. Η φιλανθρωπία αποτελείται από δύο μέρη το ένα είναι η ελεημοσύνη και το άλλο είναι η αγάπη προς τον πλησίον. Δια τον άνθρωπον πλησίον είναι o κάθε άνθρωπος. Διότι o άνθρωπος είναι και o καλός και o κακός. Και o εχθρός και o φίλος. Εκείνος λοιπόν που ασκεί την φιλανθρωπία πρέπει να γίνεται μιμητής του Θεού, o oποίος ευεργετεί και τους δικαίους και τους αδίκους διότι ένας Θεός υπάρχει εις τον κόσμον αυτόν, και Αυτός χορηγεί εις όλους και τον ήλιον και τας βροχάς Του. Αν θέλεις να ευεργετείς τους καλούς και να τιμωρείς τους κακούς, προσπαθείς να γίνεις κριτής»

Άγιος Κλήμης ο Αλεξανδρεύς

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

Μεγάλου θανασίου


Βλέπω να παράδοξο μυστήριο, δηλαδ ντ γι τν λιο βλέπω τν λιο τς δικαιοσύνης μ περίγραπτο τρόπο ν χει χωρέσει στν Παρθένο. Μ ρωτς πς γινε ατό, «φο που θέλει Θες ποχωρε τάξη τς φύσης». Γιατί θέλησε Θεός, μπόρεσε, κατέβηκε π τν ορανό, μς σωσε. λα ς συντρέχουν. Θες πού πάρχει τώρα κα πού προϋπρχε, σήμερα γίνεται πως δν ταν. Γιατί, ν εναι Θεός, γίνεται νθρωπος, χωρς ν παύει ν εναι Θεός.

Οτε πάλι γινε νθρωπος χάνοντας τ θεότητα, οτε μως γινε προοδευτικ Θες ξεκινώντας π νθρωπος, λλά ντας Λόγος, γι’ ατό γινε ναμάρτητος νθρωπος μ μετάβλητη τ Θεία του φύση. φο εχε μι παράδοξη κα τέλεια πορεία, γεννήθηκε π μι σπορη κοιλιά, οτε φησε τος γγελους του μόνους χωρς ν τος πιβλέπει, οτε χασε τ θεότητά του μ τ ν γίνει νθρωπος κα ν λθει κοντά μας. μως λθαν βασιλιάδες γι ν προσκυνήσουν τν πουράνιο βασιλιά, ατόν πού γεννήθηκε μ ρρητο τρόπο π τν Πατέρα κα πού σήμερα·γεννιέται π τν Παρθένο γι μένα. Τότε βέβαια γεννήθηκε σύμφωνα μ τ Θεία φύση, σήμερα μως μ τν νθρώπινη φύση.

Γεννήθηκε πρ αώνων π τν Πατέρα μ τρόπο πού διος Πατέρας γνωρίζει, σήμερα γεννήθηκε π τν Παρθένο μ περφυσικ τρόπο, πως χάρη το γίου Πνεύματος γνωρίζει. Παλαις τν μερν, δηλαδ προαιώνιος Θεός, γινε παιδί. Ατός πού κάθεται σ ψηλό θρόνο, τοποθετεται σ φάτνη. υλος κα σώματος π νθρώπινα χέρια σπαργανώνεται. Ατός πού σπάει τ δεσμ τς μαρτίας, τυλίγεται σ σπάργανα, πειδ ατό πιθυμε.

Ποιν γέννησε Παρθένος; Τν Δεσπότη τς φύσης. κόμη κι ν σύ σιωπήσεις, τ βροντοφωνάζει φύση. Γιατί παρθένος Μαρία γέννησε, πως θέλησε ν γεννηθε ατός πού γεννήθηκε. Δν γεννήθηκε μ ντίθετο τρόπο π τν φυσικό, λλά σν Δεσπότης εσήγαγε πρωτόγνωρο τρόπο γεννήσεως. μως παρόλο πού γινε νθρωπος, δν γεννήθηκε πως γεννιέται νθρωπος. Γιατί ν προέρχονταν π συνηθισμένο γάμο, −πως παραδείγματος χάριν προλθα γώ−, πό τούς περισσότερους νθρώπους θ θεωρετο ψεύτικος. Τώρα μως ατός πού γεννιέται, γι’ ατό γεννιέται π τν Παρθένο, δηλαδ κα τ μητέρα στ ξς τν διασώζει κα τν παρθενία της τν φυλάγει κέραιη, στε παράδοξος τρόπος τς κυήσεως ν γίνει γι μένα πρόξενος μεγάλης πίστης. Γι’ ατό ν σως μ ρωτήσει νας εδωλολάτρης νας ουδαος ν Χριστς φυσιολογικ γινε νθρωπος μ διαφορετικ τρόπο π τ φύση του, θ φέρω μάρτυρα στν λόγο μου τν σπιλη σφραγίδα τς παρθενίας, γιατί τσι Θες περβαίνει τ φυσικ τάξη.

Κα ν θέλεις, ρώτησε τν μακάριο εαγγελιστή Λουκ κι ατός θ σο παντήσει γι τ σχέδιο τς νσαρκώσεως το Θεο. τσι βέβαια ρχίζει τ διήγησή του: «Κατ τν κτο μήνα τς γκυμοσύνης τς λισάβετ, Θες στειλε τν γγελο Γαβριλ στν πόλη τς Γαλιλαίας Ναζαρτ σ μι παρθένο πού ταν ρραβωνιασμένη μ κάποιον πού τν λεγαν ωσήφ. Τν παρθένο τν λεγαν Μαριάμ. Παρουσιάστηκε σ’ ατήν γγελος κα τς επε: “Χαρε σύ προικισμένη μ τ χάρη το Θεο, Κύριος εναι μαζί σου. Ελογημένη π’ τν Θε εσαι σύ, περισσότερο π’ λες τς γυνακες”. κείνη μόλις τν εδε, ταράχτηκε μ τ λόγια του κα προσπαθοσε ν ξηγήσει τί σήμαινε χαιρετισμς ατός. γγελος τς επε: “Μ φοβσαι Μαριάμ, Θες σο δωσε τ χάρη του, κα ν θ μείνεις γκυος, θ γεννήσεις γι κα θ τν νομάσεις ησο. Ατός θ γίνει μέγας κα θ νομαστε Υἱὸς το ψίστου. Σ’ ατόν θ δώσει Κύριος Θες τν θρόνο το Δαβίδ, το προπάτορά του. Θ βασιλέψει γι πάντα στος πογόνους το ακβ κα βασιλεία του δν θ χει τέλος”. Μαριμ τότε ρώτησε τν γγελο- “Πς θ μο:[υ συμβε ατό, φο δν χω συζυγικς σχέσεις μ νδρα;”. Κα γγελος τς πάντησε: “Τ γιο Πνεμα θ λθει πάνω σου κα δύναμη το Θεο θ σ καλύψει». Κα τότε ατή προβληματίζεται.

Μπκε μέσα της Κύριος σαρκος κα κυοφορήθηκε ννέα μνες στ μήτρα τς Παρθένου. Μπκε πως θέλησε, κυοφορήθηκε πως εαρεστήθηκε. Γεννήθηκε πως θέλησε. Εσλθε σαρκος κα γινε νθρωπος χωρς ν ποχωριστε π τ θεότητα σύμφωνα μ τ Θεία οκονομία. Δν μιλομε γι δύο γιούς, λλά ννοομε ναν κα μοναδικό, δηλαδ τν Λόγο το Θεο κα τν Κύριό μας ησο Χριστό. γινε νθρωπος κα ταν πραγματικά, ντας σύμφωνα μ τ φύση. γινε ατό τ ποιο δν ταν κα παρέμεινε ατό πού ταν. Γιατί «πρν π’ λα πρχε Λόγος, κι Λόγος ταν μ τν Θε κα ταν Θες Λόγος». γινε νθρωπος χωρς ν χάσει ατό πού ταν. «Κα στησε τ σκην του —δηλαδ ζησε— νάμεσά μας». Τ «στησε τ σκην του νάμεσά μας» σημαίνει τι συναναστράφηκε μαζί μας, πως λέει γιος ερεμίας μλλον Βαροχ συνεργς του: «Ατός εναι Θεός μας, κανες λλος δν μπορε ν ναμετρηθε μ’ ατόν. Ατός βρκε κα κατέχει λη τν δό τς σοφίας κα τν δωσε ατήν στν ακβ τν δολο του κα στν σραλ τν γαπημένο του. στερα π’ λα ατά φανερώθηκε στ γ κα συναναστράφηκε μ τος νθρώπους».

κουσε λοιπν κα τ φων το Εαγγελίου, γιατί εναι πολ δυνατ τ λόγια το γγέλου πού πηύθυνε στν γία Παρθένο. Λέει: «Νά, θ μείνεις γκυος κα θ γεννήσεις γι κα θ τν νομάσεις μμανουήλ, πού σημαίνει: Θες εναι μαζί μας». Πρν συλληφθε τ παιδ στ μήτρα, νομάστηκε Θες μ τν νομασία « Θες εναι μαζί μας». Συμφωνον μ τ λόγια το προφήτη ο κφρασεις· «Συναναστράφηκε μ τος νθρώπους» κα «στησε τ σκην του νάμεσά μας». Πρν π τ σύλληψη τ παιδ χει νομασθε Θεός. Πς λοιπν δν λέγεται Θεοτόκος γία παρθένος Μαρία; πειδ βέβαια δν ξηγεται ξ λοκλήρου μ νθρωπιν κριτήρια ατό τ νομα, φο τ παιδ πού γεννήθηκε ς Θες δν κατέλυσε τ φυσικ παρθενία τς Παρθένου, λλά ατό πού γεννήθηκε μ’ ατόν τν τρόπο π τ Θεοτόκο εναι κα Θες κα νθρωπος. Θες κατ φύση, νθρωπος μως π δική του κλογή. γινε νθρωπος, εναι μως κα Θεός, δηλαδ χει νωμένες τς δύο φύσεις. λλ σως πε νας ντιρρησίας· «ν Παρθένος εναι Θεοτόκος, τότε Θες Λόγος ρχίζει ν πάρχει π τν Παρθένο». Δν ννο τι Θες ρχίζει τν παρξή του π τν γία Παρθένο, Θες φυλάξοι! ατός πρχε πρ τν αώνων, ατός κα «τος αἰῶνες δημιούργησε», ατός εναι δημιουργς λης τς κτίσης, πως λέει Εαγγελιστς: «Τ πάντα δι’ ατο δημιουργήθηκαν κι π’ σα γιναν τίποτα χωρς ατόν δν γινε».

Ατός δι το ποίου δημιουργήθηκε τ σύμπαν, ννέα μνες μεινε στν κοιλι χωρς ν ποξενωθε π τν πατρικ κόλπο. ν βρισκόταν στ μήτρα τς παρθένου, π τ πλθος τν πουρανίων δυνάμεων δοξολογονταν κα προσκυνονταν. ν βρισκόταν στν κοιλι τς Παρθένου, γέμιζε τν ορανό κα τ γ, ατός πού κρατ τν ορανό κα τ γ χι μ τ δύναμή του, λλά μ’ να νεμα του. Ατός ταν μέσα στ μήτρα σν νθρωπος, νεργοσε μως ς Θεός. Δν βρισκόταν μόνον μέσα στ μήτρα τς Παρθένου ατός πού γεννήθηκε π παρθένο, λλά ξουσίαζε κα κυβερνοσε τ πάντα ς Θες σύμφωνα μ τν πίκληση το νόματος «’Εμμανουήλ», « Θες εναι μαζί μας». ν νομάζεις μόνον παιδ ατό πού γεννήθηκε κι χι Θεό, κουσε τί βροντοφώνησε μεγάλος κήρυκας σαΐας, ταν πευθυνόταν πρς τν χάριστη συναγωγή, μλλον καλύτερα πς πόρριψη, τν ουδαίων λέγοντας: «Ατά θ πραγματοποιηθον, γιατί θ γεννηθε γι μς να παιδί, θ δοθε σ μς γις ατός, το ποίου ρχή κα ξουσία πάρχει π’ ρχς πάνω στος μους του κα θ καλεται τ νομά του γγελιοφόρος τς μεγάλης βουλς το Θεο, θαυμαστς σύμβουλος, Θες σχυρός, ξουσιαστής, ρχηγός τς ερήνης, πατέρας το μέλλοντος αἰῶνος». μήν. να παιδ πού γεννήθηκε φυσιολογικά, πότε γινε Θες ξουσιαστής, πως νομάστηκε ατό τ παιδ « Θες εναι μαζί μας»;

ν μως τ παιδ πού γεννήθηκε π τν Παρθένο εναι Θες σχυρός, ξουσιαστής, ρχηγός τς ερήνης κα πατέρας το μέλλοντος αἰῶνος, πς δν εναι Θεοτόκος Παρθένος λλά εναι Θεοδχος, φο συνέλαβε κα γέννησε κα εναι Θες ατός πού γεννήθηκε; Κα πάλι παναλαμβάνω γι’ ατόν τι, πως θέλησε μπκε στ μήτρα, πως εδόκησε κυοφορήθηκε κα πως θέλησε παρουσιάστηκε ατός πού γεννήθηκε. Γιατί ξετάζεις τ θέλησή του; Γιατί ξετάζεις λεπτομερειακ τ θέμα τς εδοκίας του; Γιατί προσπαθες ν ξι- χνιάσεις τ βούλησή του; κουσε τ λόγια του Παύλου, μλλον πληροφορήσου π’ ατόν «Ποις τάχα μπορε ν ντισταθε στ θέλημά του;». Μάλιστα, νθρωπέ μου, ποις εσαι σύ πού ρευνς κα ξιχνιάζεις τ γέννησή του, ν προφήτης λέει: «Ποις θ τολμήσει ν διηγηθε τ γενιά του;». προφήτης ποφεύγει ν διηγηθε τ γενιά του κα σ νθρωπε περιεργάζεσαι τ φύση του κα πολυπραγμονες; εαγγελιστς Λουκς ταν διηγεται τν νθρώπινη γέννησή του λέει: «Στν περιοχ κείνη βρίσκονταν βοσκοί, πού μεναν στ παιθρο κα φύλαγαν βάρδιες γι τ κοπάδι τους. Σ’ ατούς παρουσιάστηκε νας γγελος Κυρίου κα θεϊκ λαμπρότητα τος περιέβαλε μ τ λάμψη της κα κατατρόμαξαν. γγελος τος επε: Μ τρομάζετε, νά, σς φέρνω χαρμόσυνο γγελμα, πού θ γεμίσει μ χαρ μεγάλη λον τν κόσμο. Γιατί σήμερα στν πόλη το Δαβδ γεννήθηκε γι χάρη σας Σωτήρας, ατός εναι Χριστός, Κύριος». γγελος, πού φερε τ χαρούμενο μήνυμα στος ποιμένες, νόμασε Χριστ κα Κύριο ατόν πού γεννήθηκε π τν Παρθένο.

ν λοιπν ατός πού γεννήθηκε εναι Κύριος, πς Παρθένος δν πρέπει ν νομάζεται Κυριοτόκος; γώ σχυρίζομαι τι γία Παρθένος σύμφωνα μ τ χαρούμενο μήνυμα το γγέλου πρς τος ποιμένες κα τν Παρθένο, πρέπει ν νομάζεται Χριστοτόκος κα Κυριοτόκος κα Σωτηριοτόκος κα Θεοτόκος. ν ο διοι ο γγελοι τν νομάζουν Σωτήρα, Χριστό, Κύριο κα Θεό, μες γιατί δν δεχόμαστε τ μαρτυρία τους ατή; Εσλθε στν Παρθένο σαρκος, κυοφορήθηκε σωματικ κα πως κενος κρινε σωστό. ξλθε μ φυσικ τρόπο, πως λοι, π τ μητέρα το σύμφωνα μ τ θεϊκ σχέδιο, κα δν νώθηκε βέβαια Θες Λόγος μετ τ γέννησή του κατ τ θεϊκ σχέδιο. Γεννήθηκε χωρς ν λλοιωθε φύση του, φο γινε ατό πού δν ταν, ν συγχρόνως παρέμεινε ατό πού ταν. Χωρς ν λλοιωθε οσία του, παρνήθηκε τ θεϊκή του δόξα, δηλαδ πως τ θέλησε διος. Πρε μορφ δούλου χωρς ν ναγκασθε π κάποιον λλο, δν χασε τ θεότητά του, πως λέγει μακάριος Παλος: « ποος, ν κα ταν Θεός, δν θεώρησε τν σότητά του μ τν Θε ποτέλεσμα ρπαγς, λλά τ παρνήθηκε λα κα πρε μορφ δούλου». δειασε τν αυτό του κι γινε ατό πού δν ταν, κα τ παναλαμβάνω, μεινε ατός πού ταν, γιατί ταν ατός Λόγος Θεός. Γεννήθηκε παιδάκι, λλά δοξάζεται σν Υἱὸς Θεο. Εσλθε σώματος, πέκτησε σμα, πως τ θέλησε διος, κα τσι ζω νίκησε τν θάνατο.

Νά λές λοιπόν, χριστιανέ μου, Θεοτόκο τήν Παρθένο καί νά μήν τν λς Θεοδόχο, μλλον ν τν λς Θεοδόχο κα Θεοτόκο. ν εναι Θεοδόχος, εναι κα Θεοτόκος, γιατί δν λαβε Θες Λόγος π’ ατήν σάρκα; λλ σ’ ατό τ χωρίο μ ξαναγκάζει Εαγγελιστς ν τ παραδεχτ, ταν μ’ λη του τ δύναμη διακηρύττει: « Λόγος γινε νθρωπος». λλος Εαγγελιστς σημειώνει: «Ρώτησε ησος τος μαθητς του: Ποις λένε ο νθρωποι πώς εναι Υἱὸς το νθρώπου;”. πάντησαν ο πόστολοι λέγοντας: “λλοι λένε πώς εναι λίας, λλοι ερεμίας νας πό τούς προφτες”. Επε ησος: “Κι σες ποις λέτε πώς εμαι;”. πάντησε Πέτρος κα επε: “Σ εσαι Χριστός, Υἱὸς το ληθινο Θεο”». Δν επε: «Σ εσαι ατός πού γινε Υἱὸς Θεο μ τ χάρη το Θεο», λλά επε: «Σ εσαι Χριστός», μ ξεκάθαρη φωνή, « Υἱὸς το ληθινο Θεο». Κα εαγγελιστς Μάρκος πάλι τν δια διατύπωση χρησιμοποιε, φο μιλ παρόμοια μ τν μακάριο Πέτρο: «Ατή εναι ρχή το χαρμόσυνου μηνύματος γι τν ησο Χριστό, τν Υἱὸ το Θεο». Στ κατ Ματθαο Εαγγέλιο, στν νάσταση το Σωτήρα μας ησο Χριστο ναφέρεται: « Ρωμαος κατόνταρχος κα ο στρατιτες πού φύλαγαν μαζί του τν ησο, ταν εδαν τν σεισμ κα τ’ λλα συμβάντα, φοβήθηκαν πάρα πολ κα επαν: “Στ’ λήθεια ατός ταν Υἱὸς Θεο”». γγελος επε στος βοσκος: «Μ τρομάζετε, σς φέρνω χαρμόσυνο γγελμα, πού θ γεμίσει μ χαρ μεγάλη λον τν κόσμο, γιατί σήμερα στν πόλη το Δαβδ γεννήθηκε γι χάρη σας σωτήρας, κι ατός εναι Χριστός, Κύριος».

ν λοιπν τ παιδ πού γεννήθηκε νομάζεται Κύριος, κα Παρθένος πρέπει ν λέγεται Κυριοτόκος. που βέβαια λέμε Κύριος, κε ννοομε κα Θεός, γιατί δν ξεχωρίζεται τ Κύριος π τ Θες τ Θες π τ Κύριος, πως λέει Παλαι Διαθήκη: «Κα βρεξε φωτι Κύριος π τν Κύριο», κα λλο: «Ν γαπήσεις Κύριο τν Θεό σου», κα λλο: «κουσε λα το σραήλ, Κύριος Θεός σου εναι νας κα μοναδικς Κύριος», κα πάλι ψαλμωδς προσθέτει: «Κύριε κα Θε τν ορανίων κα πιγείων δυνάμεων, κουσε μ εμένεια τν προσευχή μου», κα πάλι: « Θες κα Κύριός μας φώτισε μ τ φς τς Θείας του παρουσίας», κα παναλαμβάνει: «Κύριε κα Θε τν οράνιων γγελικν δυνάμεων, ποις εναι δυνατν ν συγκριθε μ σένα;». πίσης Παλος στν πιστολή του πρς τν Τίτο γράφει τ ξς: «Γιατί Θες φανέρωσε τ χάρη του, γι ν σώσει λους τούς νθρωπους. Ατή μς καθοδηγε ν ρνηθομε τν σέβεια κα τς μαρτωλς πιθυμίες κα ν ζήσουμε μ σωφροσύνη, μ δικαιοσύνη κα μ εσέβεια στν παρόντα αώνα, περιμένοντας τ μακαριότητα πού λπίζουμε, δηλαδ τν μφάνιση τς δόξας το μεγάλου Θεο κα Σωτήρα μας, το ησο Χριστο».

Ατος πού γεννήθηκε π τν γία Παρθένο, ατός εναι Χριστός, Κύριός μας. Ατόν τν Χριστ κα Κύριο μακάριος Παλος τν νομάζει μέγα Θεό, ταν λέει: «Το μεγάλου Θεο κα Σωτήρα μας ησο Χριστο». Πάλι Παλος γράφει στν πρς Ρωμαίους πιστολ του: «Φθάνω στ σημεο ν εχομαι ν χωριζόμουν γώ π τν Χριστό, ρκε ν πήγαιναν κοντ του ο μοεθνες δελφοί μου. Εναι ο πόγονοι το σραήλ, πού Θες τος κανε παιδιά του, τος φανέρωσε τ δόξα του, νανέωσε πανειλημμένα τ διαθήκη του μ’ ατούς, τος δωσε τν νόμο, τ λατρεία κα τς ποσχέσεις του. Εναι πόγονοι τν πατριαρχν κι π ατούς κατάγεται ς νθρωπος Χριστός, Θεός, πού ξουσιάζει τ πάντα». Κα πάλι διος Παλος γράφει: «Κανένας π’ σους πιδίδονται στν κολασία, στν νηθικότητα, στν πλεονεξία —πού εναι οσιαστικ λατρεία τν εδώλων— δν θ χει μερίδιο στ Βασιλεία το Χριστο κα Θεο».

στε χει ποδειχθε πώς Κύριος εναι Θες κα Θες τι εναι Κύριος. ν μως κι ατά δν τ παραδέχεσαι, ς σ πείσουν ο δαίμονες μ’ ατά πού φώναζαν στ χώρα τν Γεργεσηνν:«, τί δουλει χεις σύ μέ μς, Υἱὲ το Θεο, λθες δ πρν τν ρα μας γι ν μς βασανίσεις;». ς σ πείσουν ο δαίμονες. ν πορρίπτεις τ μαρτυρία το Πέτρου κα ποστρέφεσαι τ φων το Εαγγελίου, σεβάσου ατά πού γράφει Μάρκος. Ν φοβηθες τ λόγια του γγέλου: «Ατός, πού γεννήθηκε π τν Παρθένο, εναι Σωτήρας, Χριστς κα Κύριος». Παρόλα ατά πιστες; Χαλιναγώγησε τν ρμή τς βλασφημίας σου κα παραδέξου ατό πού λέει γγελος στ Εαγγέλιο, «μμανουήλ», δηλαδ « Θες εναι μαζί μας». Πρν π τ σύλληψή του νομάζεται Θεός· κα ταν συλλαμβάνεται ατός στν κοιλι τς Παρθένου κατ Θεία οκονομία μ περφυσικ τρόπο, ρνεσαι τι εναι ατός Θεός; ν μως παραδέχεσαι τι εναι Θες ατός πού βρίσκεται στν κοιλι τς Παρθένου, ποος πργματι εναι, κα τι νώθηκε ατός Θες Λόγος μ τ σάρκα σύμφωνα μ τ σχέδιο το Θεο, γιατί ποφεύγεις τν Παρθένο ν τν νομάσεις Θεοτόκο; ν δν εναι Θεοτόκος, οτε Παρθένος εναι μετ τ γέννα της. γώ μως σχυρίζομαι τι ερισκόμενος μ τ σύλληψη στν παρθενικ μήτρα, καθόταν στν πραγματικότητα στος κόλπους το Πατέρα χωρς ν εναι δυνατ ν περιγραφε. Εναι πλή βέβαια κι χι πολύπλοκη Θεία φύση, λλά δν εναι δυνατ ν περιγραφε. Εναι μετάβλητη ατή φύση κα ναλλοίωτη οσία της. Ατόν πού βρίσκεται στος κόλπους το Πατέρα, ατόν γέννησε τώρα Παρθένος, σύμφωνα μ τ σχέδιο τς Θείας οκονομίας. πως θέλησε εσλθε, πως εδόκησε συνελήφθη στν κοιλι τς Παρθένου κα πως θέλησε γεννήθηκε.

σύ, νθρωπέ μου, γιατί περιεργάζεσαι τ γέννησή του; ν τόν φοβσαι ς Θε ν τν σέβεσαι ς Δεσπότη ν τν λατρεύεις ς Κτίστη κα Δημιουργ ν τν τρέμεις ς Κύριο ν φρίττεις νώπιόν του ς σέ Κριτή. Θ σ κάνουν ν συνέλθεις ο δαίμονες, πού δίωξαν τος χοίρους κα πνιξαν τ κοπάδι στν βυθ τς λίμνης. κενοι, πειδ κατάλαβαν τι ταν Δεσπότης, λένε: «Τί δουλει χεις σύ μ μς Υέ το Θεο, λθες πρν τν ρα μας γι ν μς βασανίσεις;». κενοι ποφεύγουν τν κίνδυνο κα τν πειλή το βασανισμο, ν σύ πισύρεις κατ το αυτο σου τν καταδίκη σ βασανισμό. κενοι κατάλαβαν τι ατός πού γεννήθηκε π τ Μαρία εναι Κύριος, Κριτς το σύμπαντος, κα ν τν εδαν πρν π τν κρίση τν φοβήθηκαν, κα σ, ν χεις μπροστ ατήν τ μέλλουσα κρίση, τν καταφρονες κα δν σαστίζεις; Κα τ παναλαμβάνω ατά κα δν θ σταματήσω ν τ παναλαμβάνω, διασαφηνίζοντας σ σς τ θέμα το λόγου μου γι ν εναι ξεκάθαρο, στε μ σφαλή γνώση ν χετε σάλευτη πίστη κα τ θεμέλιο τς πίστης, πού εναι μολογία, ν τ κατέχετε σταθερά.

Πάλι θ σχοληθομε μ τ θέμα μας, ποδεικνύοντας τν σωστ κα σταθερ δρόμο τς πίστης μας. Γιατί γι μένα τ ν μιλ «δν εναι κόπος, ν γι σς εναι σφάλεια». Ατός Θες μπκε πως θέλησε κενος στν Παρθένο δι τς κος της, πως εδόκησε κυοφορήθηκε, γεννήθηκε πως θέλησε κενος, εσλθε σώματος πως τ θέλησε, κυοφορήθηκε χωρητος σ’ να σκεος μ περιορισμένη χωρητικότητα,
δηλαδ
στ μήτρα τς Παρθένου, σύμφωνα μ τ Θεία οκονομία, πως εδόκησε διος. Γεννήθηκε πως τ θέλησε Θες κα νθρωπος συγχρόνως. γινε ατό πού δν ταν προηγουμένως, χοντας τν ναλλοίωτη οσία ατο πού ταν προηγουμένως. «ταν βέβαια Θες Λόγος κα Λόγος ταν μ τν Θεό», παρόλο πού πόστολος επε: « Θες πέστειλε τν Υό του, πού γεννήθηκε π μι γυναίκα». Ατόν τν Υἱὸ στειλε Θες πού γεννιέται π γυναίκα, ατόν πού γεννήθηκε π μόλυντη φύση, ατόν πού προλθε π φραστη οσία, ατόν πού δν ποξενώθηκε πό τούς πατρικος κόλπους, ατόν πού δν γκατέλειψε τν βασιλικ θρόνο, λλά πού κυρίως ατός εναι μόθρονος μ τν Πατέρα, φο μοιράζεται τν διο θρόνο, χι βέβαια ξαιτίας τς Θείας χάρης, λλά ξαιτίας τς θεϊκς του φύσης κα τς πατρικς οσίας. Γιατί πές μου, πς εναι δυνατν ν εναι χωρισμένοι, φο διος λέγει: «γω εμαι χώριστος π τν Πατέρα, κι Πατέρας π μένα», κα λλο: «Κα Πατέρας μένοντας νωμένος μ μένα, πραγματοποιε τ ργα του»; Ατόν πού γεννήθηκε π τν γία Παρθένο, ατόν πρν γεννηθε γγελος τν νόμασε μμανουήλ, δηλαδ, « Θες εναι μαζί μας». Ατόν νέφερε προφήτης σαΐας, τ παιδ ατό πού θ προέλθει π τν Παρθένο, «θ εναι Θες σχυρός, ξουσιαστς, ρχηγός τς ερήνης, πατέρας το μελλοντικο αώνα».

Ποι παιδ πού γεννήθηκε μ φυσικ τρόπο γινε Θες σχυρός, ξουσιαστής; Ποι παιδ πού γεννήθηκε προσείλκυσε στέρι πού δειχνε πού βρισκόταν τ βρέφος, μλλον το Δεσπότη τ στεν κατάλυμμα; Ποι παιδ προσκάλεσε Μάγους π τν νατολ ν τ προσκυνήσουν; Σ ποι παιδί, πού γεννήθηκε μ φυσικ τρόπο, πρόσφεραν λλοτε, δρα ο Μάγοι; ς ξετάσουμε τ δρα, ν προσφέρθηκαν σ δύναμο νθρωπο κι χι σ Θεό, πού εναι βασιλις κα νθρωπος. Χρυσ ς βασιλιά, λιβάνι ς Θε κα σμύρνα ς νθρωπο, πού πρόκειται ν νταφιαστε. Χρυσάφι ς βασιλι: «Θεέ μου, δσε στν βασιλι κα στν γι το βασιλι τ σύνεση κα τ σοφία». Ατήν τν προσφώνηση κανε Δαβίδ. στερα π’ ατά γγελος στν χαιρετισμ τς Μαρίας επε: «Σ’ ατόν θ δώσει Κύριος Θες τν θρόνο το Δαβίδ, το προπάτορά του. θ βασιλέψει γι πάντα στος πογόνους το ακβ κα βασιλεία του δν θ χει τέλος».

Σ’ Ατόν νήκει δόξα κα δύναμη στος αἰῶνες τν αώνων. μήν.