Περί του τρόπου
της αγάπης...
(Aββάς
Δωρόθεος)
«Αν
είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε το
νού μας στα ελαττώματά του… η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς έκαναν
οι άγιοι, όταν έβλεπαν τα ελαττώματα των ανθρώπων», λέει ο αββάς Δωρόθεος και
συμπληρώνει: «Με την μακροθυμία και την αγάπη ελκύουν τον αδελφό και δεν τον
απωθούν ούτε τον σιχαίνονται».
Πως
να αγαπήσει ο στενόκαρδος, πως να αγαπηθεί όποιος δεν έμαθε να προσφέρει χωρίς
αντάλλαγμα, πως να δει την αλήθεια όποιος βρίσκεται στο σκοτάδι.
Γνωρίζουμε
ανθρώπους, ενθουσιαζόμαστε, προβάλλουμε πάνω τους όλα τα καλά που θα θέλαμε να
έχει ένας ιδανικός σύντροφος ή φίλος –λες κι εμείς είμαστε τέλειοι- κι ύστερα,
όταν περάσει κάποιος χρόνος, αρχίζουμε την αποκαθήλωση. Όσα πριν δεν βλέπαμε ή
τα δικαιολογούσαμε, τώρα γίνονται αφορμή κατάκρισης. Μας ενοχλούν, θέλουμε να
τ’αλλάξουμε, εκφράζουμε δυσαρέσκεια, ιδίως για όσα ασυναίσθητα μας θυμίζουν τον
εαυτό μας. Άλλοι από εμάς είμαστε από την αρχή μιας σχἐσης κλειστοί, φοβόμαστε να ανοιχτούμε για να μην
πληγωθούμε, δεν δίνουμε, δεν παίρνουμε κι ύστερα κατηγορούμε τον άλλον πως δεν
μας αγάπησε.
Αν
είχαμε αγάπη σημαίνει πως θα αγαπούσαμε πρώτα τον εαυτό μας, δεν θα τον είχαμε
αφήσει στην άγνοια της εγωκεντρικότητάς του και θα ερευνούσαμε καθημερινά τα
δικά μας πταίσματα. Έτσι θα γνωρίζαμε πόσο φτωχοί είμαστε στην αγάπη και πως η
υπερβολική έκφραση συναισθηματισμού πολλές φορές κρύβει μια νοσηρή εγωκεντρική
αυτοαναφορά. (Δεν συγκινούμαι από ευγνωμοσύνη για τον άλλον αλλά από τον ίδιο
τον εαυτό μου, από την αυτοεικόνα μου).
«Όσοι
θέλουν να σωθούν δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά
προσέχουν πάντοτε τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν». Αν γνωρίζαμε
πως είμαστε φτωχοί στην αγάπη δεν θα μας ενοχλούσαν τα ελαττώματα του άλλου
αλλά θα πασχίζαμε να τον καταλάβουμε κι αντί να κατακρίνουμε τους πάντες, τους
εγγύς και τους μακράν, θα μοιραζόμαστε τις αστοχίες μας και μαζί θα ερευνούσαμε
την θεραπεία μας. Όσο βλέπουμε τις αδυναμίες μας και θλιβόμαστε, ταπεινώνεται ο
εγωισμός μας και βλέπουμε τον άλλον συγχωρητικά, αγαπητικά, περιχωρούμε την
αδυναμία του γιατί καταλαβαίνουμε πως μπορεί να είναι καλύτερος από εμάς. Όταν
διαπιστώσεις την ασθένειά σου, δεν μπορείς να κρίνεις κανέναν, κλαις για τα
δικά σου χάλια και δεν κάνεις συγκρίσεις.
«Αλλοίμονό
μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτός, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». Ὀσο ταπεινώνομαι, τόσο κατανοώ την αδυναμία της
ανθρώπινης φύσης και δεν κρύβομαι κενόδοξα πίσω από τις αρετές και τα χαρίσματά
μου (που δεν είναι δικά μου γιατί Άλλος μου τα δώρισε). Δεν υπάρχει λογισμός,
πειρασμός ή πτώση που να μην μπορεί να συμβεί και σε μένα «εν έργω, λόγω ή
διανοία», γι αυτό σταματώ να κατακρίνω οποιονδήποτε και μόνο ζητώ το έλεος του
Κυρίου. Σαν τον αββά Μωυσή θυμάμαι να κρατώ στην πλάτη ένα καλάθι τρύπιο,
γιομάτο με άμμο. Για να θυμάμαι πως «οι αμαρτίες μου κυλούν και πέφτουν πίσω
μου και δεν τις βλέπω κι άρα δεν μπορώ να κρίνω τα σφάλματα του άλλου».
Μόνο
με την μακροθυμία γινόμαστε κοινωνοί της αγάπης, σωστοί μαθητές του Χριστού,
δεκτικοί της χάριτος, πνεύματα ελεύθερα που κοινωνούν την ελευθερία της
Θεότητας, Θεοί κατά χάριν. Μόνο με την αγάπη που είναι «μακρόθυμη, ευεργετική
κι ωφέλιμη, την αγάπη που δεν ζηλεύει, δεν καυχιέται, δεν είναι περήφανη, δεν
κάνει ασχήμιες, δεν ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δεν σκέφτεται το
κακό για τους άλλους, δεν χαίρεται, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει,
όταν επικρατεί η αλήθεια. Η αγάπη όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα
ελπίζει, όλα τα υπομένει» (Κορ. Α, 13).
Όλα
μας τα έχει πει ο Απόστολος, μα κάνουμε πως δεν καταλάβαμε κι είμαστε
αναπολόγητοι όσοι παριστάνουμε τους Χριστιανούς. Μας αποκάλυψε μέσα από την
θεοπτία του όλο το μυστήριο της σωτηρίας μας, μας παρέδωσε την εμπειρία της
πρώτης αποστολικής κοινότητας. Όμως, δεμένοι στα πάθη και την τυφλότητά μας
εξακολουθούμε να ψάχνουμε διαρκώς δικαιολογίες, αρνούμεθα τις ευθύνες μας,
υποφέρουμε, πέφτουμε, απελπιζόμαστε και πολλοί από εμάς τελειώνουμε τον βίο μας
χωρίς να έχουμε αγαπήσει...
Aν θέλης να
ταπεινωθούν οι διάβολοι που σε θλίβουν, ταπεινώσου...
(Γέροντας
Εφραίμ Φιλοθεΐτης)
Δύο
χάριτας αποκτά κανείς, όταν αγωνίζεται κατά Θεόν. Μία είναι η παράκλησις του
Αγίου Πνεύματος, που γεμίζει την ψυχήν χαράς, ειρήνης, αγαλλιάσεως κ.λπ. η δε
άλλη χάρις είναι η λεγομένη πείρα των πειρασμών.
Αυτή
η χάρις της πείρας είναι ανεξίτηλος από την ψυχήν, δηλαδή δεν φεύγει από τον
άνθρωπον, διότι είναι ενωμένη με την καρδία, που δέχθηκε την πείραν των
πειρασμών, ενώ η πρώτη, της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, πότε έρχεται και πότε
φεύγει. Εν καιρώ πειρασμών η δευτέρα χάρις, η πείρα, είναι πιο ωφέλιμος, διότι
φωτίζει την ψυχή, πώς να διέλθη τους πειρασμούς, διότι η πείρα προήλθε από τους
πειρασμούς, οπότε γνωρίζει πως και πάλι να απαλλάξει την ψυχή από τον κίνδυνο.
Άρα
οι πειρασμοί, όταν τους υπομένουμε, μας χαρίζουν την σοφία των πειρασμών και
ούτω γινόμεθα φιλόσοφοι. Αν δεν ταπεινωθώμεν, δεν πρόκειται να σταματήση η
μάθησις των πειρασμών. Ο εγωϊσμός δημιουργεί τους πειρασμούς και οι πειρασμοί
τον αχρηστεύουν.
Λοιπόν
ταπεινώσου, παιδί μου, αν θέλεις να ταπεινωθούν οι διάβολοι που σε θλίβουν.
Ρίξε τον εαυτόν σου υπό κάτω όλων και ειπέ: «Εγώ είμαι ο τελευταίος του κόσμου
και εγώ πταίω δι’ όλα»...
Είναι τόσο σοβαρή
βέβαια η κατάκριση, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι»
(Γέροντος
Εφραίμ, Προηγουμένου Ι.Μ. Φιλοθέου)
Το
ότι κατακρίνουμε τι σημαίνει; Ότι θεωρούμε τον εαυτό μας μη σφάλλοντα σε
οποιοδήποτε αμάρτημα. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε… Εν ω
κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε» (Ματθ. 7:1).
Είναι
τόσο σοβαρή βέβαια η κατάκριση, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι» και
σαν εμπερίστατη αμαρτία. Εμπερίστατη αμαρτία είναι αυτή, που γίνεται σε κάθε
περίσταση και κάθε ώρα.
Καίτοι
τέτοιοι είμαστε κι εμείς όλοι, λαβωμένοι, καίτοι όλοι είμαστε φορτωμένοι από
πληγές κι αμαρτήματα, λέμε για τον άλλον. Όταν πάμε στο νοσοκομείο, θα δούμε
ότι όλοι είναι άρρωστοι.
Βλέπετε
όμως ότι κανένας δεν κατακρίνει τον άλλο άρρωστο· το έχετε παρατηρήσει; Κανείς
δεν λέει στον άλλο: «Γιατί εσύ είσαι στο κρεβάτι», αφού είναι κι αυτός άρρωστος
στο κρεβάτι.
Ενώ
εμείς εδώ όλοι είμαστε άρρωστοι ψυχικά κι όμως ο ένας χτυπάει τον άλλον. Ο ένας
είναι άρρωστος στο μάτι και κοιτάζει τον άλλον που είναι άρρωστος στο πνευμόνι.
Κι όμως δεν το καταλαβαίνουμε οι ταλαίπωροι. Μας σκοτίζει η αμαρτία, μας
σκοτίζει ο δαίμονας, για να μας κρατάει όλους στην κατάκριση.
«Θα
πεθάνουν αύριο και θα τους πιάσω μια χαρά στη φάκα», λέει ο διάβολος· και ο
Χριστός, που είναι δικαιοσύνη θα τους πει: «Κρίνατε; Κρίνατε; Τι σας είπα εγώ
στο Ευαγγέλιο; Μη κρίνετε. Εσείς είσθε οι κριτές; Από πού είσθε κριτές εσείς;
Εγώ είμαι ο Κριτής».
Κι
έτσι θα μας καταδικάσει όλους εμάς με το μέτρο που μετρούμε τους άλλους. Κι
όμως εμείς οι ταλαίπωροι δεν το καταλαβαίνουμε κι ανοίγουμε το στόμα και μιλάμε
για τον ένα, για τον άλλο και ρίχνουμε την πέτρα του αναθέματος, χωρίς να
καταλαβαίνουμε ότι εμείς πρώτοι έχουμε το ανάθεμα.
Πόσοι
και πόσοι άνθρωποι, που εμείς τους έχουμε για τιποτένιους και για αμαρτωλούς,
μία μέρα μπορεί να βρεθούνε στην Βασιλεία του Θεού· κι εμείς που παίρνουμε την
καθέδρα του δικαστού και κρίνουμε, να βρεθούμε κατακριτέοι και να περάσουμε
στην κόλαση!
Γι’
αυτό, λοιπόν, χρειάζεται πάρα πολλή προσοχή στα έργα μας και να αγωνιζόμαστε να
ξεριζώσουμε τον εγωισμό, αυτό το φοβερό θηρίο, που μας τρώει όλα τα σωθικά. Το
«εγώ»!
Αυτό
φουντώνει μέσα μας και θυμώνουμε και οργιζόμαστε και κατακρίνουμε και απαιτούμε
το ένα, απαιτούμε το άλλο και βρίζουμε και χλευάζουμε τον έναν και ταπεινώνουμε
τον άλλον. Θηρίο!
Αυτό
βοηθάει στην κατάκριση, αυτό φουσκώνει τον λογισμό ότι κάτι φτιάχνουμε, ότι
είμαστε καλοί, ότι έχουμε αρετές, και χίλια δύο άλλα.
Η
αφετηρία των καλών είναι η ταπεινοφροσύνη και η αφετηρία των κακών ο εγωισμός.
Όταν
εγώ κρίνω έναν άνθρωπο από συμπάθεια, όχι για να τον κατακρίνω, να τον
κατηγορήσω και να τον ταπεινώσω από το φούσκωμα του εγωισμού, αλλά από μια
αγάπη και στοργή –π.χ. λέμε ότι ο τάδε, αν δεν έκανε αυτό, πόσο θα ωφελούσε– με
πόνο το λέμε και προσευχόμαστε γι’ αυτόν, αυτό δεν είναι κατάκριση.
Ενώ
όταν τον χαρακτηρίζουμε σαν κακό και εγωιστή και τον ταπεινώνουμε μπροστά στους
άλλους, αυτό είναι αμαρτία και κατάκριση.
Το μόνο που κινδυνεύεις να χάσεις με την
ταπείνωση είναι ο εγωισμός σου, και είναι ότι καλύτερο μπορείς να χάσεις. Ο
ταπεινός δεν είναι ανόητος. Ανόητος μπορεί να φαίνεται στα κοσμικά βλέμματα και
μπροστά στους δαίμονες αλλά στην ουσία είναι πλούσιος χάριτος και λογικής. Ο
ταπεινός είναι σαν τον ήλιο δεν χρειάζεται να αποδείξει κάτι. Όπως ο ήλιος
λάμπει χωρίς κραυγές έτσι και ο ταπεινός λάμπει δια της χαριτωμένης παρουσίας
του. Μέσα από την ταπείνωση λάμπει ο Κύριος σαν ήλιος της δικαιοσύνης και οι
ακτίνες Του φεγγοβολούν και θερμαίνουν όλη την δημιουργία. Με την ταπείνωση
πετάς περπατώντας μέσα από μία ουράνια αρετή. Με την ταπείνωση γίνεται η ύπαρξη
σου κομμάτι του παραδείσου. Ταπείνωση είναι ο αγώνας όχι για να αποκτήσεις αγάπη
αλλά για να γίνεις αγάπη. Δεν σου αρκεί αυτό;...
Προοίμια Μεγάλης
Τεσσαρακοστής
Τα γεγονότα που γιορτάζουμε κατά τη διάρκεια του
Τριωδίου, είναι με τέτοιο σοφό τρόπο τοποθετημένα από τους αγίους Πατέρας, ώστε
όλες οι γιορτές ν’ αποτελούν μια πνευματική κλίμακα, που όποιος από μας
αποφασίσει να την ανέβει -ζώντας «επακριβώς» κι όχι απλώς μαθαίνοντας τα όσα
λέγονται και ψάλλονται στην Εκκλησία- αυτός αξιώνεται, στο τελευταίο σκαλί του
Τριωδίου, να ιδεί και να γευτεί τα Άχραντα Πάθη και Μυστήρια με τα πνευματικά
του μάτια, να πάθει την «καλὴν ἀλλοίωσιν» και να ευφρανθεί απ’ το θαμπωτικό φως και το
άρρητο πνευματικό κάλλος της Αναστάσεως.
Βάζει, λοιπόν, η Εκκλησία μας μπροστά-μπροστά στο
στάδιο των πνευματικών αγώνων και στην αρχή του δρόμου που μας οδηγεί στο
Πάσχα, μια χτυπητήν εικόνα δύο ανθρώπων: του Τελώνου και του Φαρισαίου. Και
τους δείχνει στην πνευματικώτερή τους ώρα: την ώρα που μες στον Ναό
προσεύχονται. Το νόημα της παραβολής είναι πολύ έκδηλο. Είναι δυο παραδείγματα
για τον χριστιανό: ένα προς μίμηση κ’ ένα προς αποφυγή. Ο ένας μας απωθεί με την
υποκρισία του, όπως απώθησε και τη χάρη του Θεού, ενώ ο άλλος, ταπεινός καθώς
είναι, κερδίζει την συμπάθειά μας, όπως κέρδισε την προσοχή και τη χάρη του
Θεού. Η ταπείνωση, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, είναι η μεγαλύτερη αρετή,
γιατί δίχως αυτή, δεν μπορούμε καμιά άλλην αρετήν να βαστάξουμε για πολύ. Κι αν
δεν έχει ταπείνωση ο άνθρωπος, όσα πλούτη κι αν έχει, κι όσες αγαθοεργίες κι αν
κάνει, μένει αδικαίωτος εμπρός στα μάτια του Θεού, σαν ένας Φαρισαίος και
υποκριτής.
***
Την Β΄ Κυριακή του Τριωδίου, την αφιέρωσαν οι άγιοι
Πατέρες στην παραβολή του Ασώτου. Και πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι το βάθος της
ταπεινώσεως του Ασώτου, ξεπερνά την ταπείνωση του Τελώνου. Γίνετ’ εδώ μετάνοια
ειλικρινής και έμπρακτη, με αλλαγή του βίου και με άμεση επιστροφή στο πατρικό
σπίτι, στην αγκαλιά του Θεού-Πατέρα, που τον πρόσμενε πάντα ολάνοιχτη. Πόση
αγάπη δείχνει η παραβολή αυτή για τον κριματισμένο άνθρωπο, για το
ξεστρατισμένο τέκνο της Μητέρας Εκκλησίας! Και, άραγε, είναι κανείς που δεν
βαδίζει, ή που δεν έχει βαδίσει κάποτε, στην ολισθηρή κι αμαρτωλή στράτα του
Ασώτου; Γιατί, ποιος λίγο ποιος πολύ, όλοι μας βλέπουμε, αλίμονο, ένα κομμάτι
του εαυτού μας στην τυραγνισμένη μορφή του Ασώτου. Ακόμα κ’ οι άγιοι, κι αυτός
ο Παύλος, ο θεόγλωσσος Απόστολος, ονόμαζαν τον εαυτό τους πρώτο στη χορεία των
αμαρτωλών! Αλλά η Μητέρα Εκκλησία, με την παραβολή του Ασώτου, που είναι μια
συμπύκνωση και σύνοψη όλου του Ευαγγελίου, δίνει θάρρος στον καθένα και μας
λέγει: «Παιδί μου, όσο μεγάλο κι αν είναι το πλήθος των αμαρτιών σου μην απελπίζεσαι,
μην πέφτεις στην απόγνωση· η αγάπη του Θεού είναι πολύ μεγαλύτερη. Σήκω κ’ έλα
τώρα κοντά μου. Θα σου φορέσω πάλι τη στολή την πρώτη, και θα ’σαι πάλι τέκνο
μου αγαπημένο».
Έτσι μιλάει ο Θεός μέσα στην Εκκλησία μας κι απευθύνει
τον θερμό και πατρικό του λόγο, στον κάθε άσωτο: του σώματος και του πνεύματος,
της σάρκας ή του οινοπνεύματος. Στον άσωτο της κάθε αμαρτίας, που λερώνει το
κορμί του ή τη σκέψη του, με λογισμό ακάθαρτο ή μα άνομη πράξη.
***
Η Γ΄ Κυριακή του Τριωδίου, της Απόκρεω, είναι αφιερωμένη
στη Δευτέρα και φρικτή Παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Η Δευτέρα
Παρουσία του Χριστού, μπορεί να είναι για τον άνθρωπο του ορθού λόγου, ένα
μεταφυσικό πρόβλημα. Για το χριστιανό όμως, είναι μια αλήθεια του Ευαγγελίου
«πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς ἃ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθὸν εἴτε κακόν», λέγει το Ευαγγέλιον. Ότι θα γίνει Δευτέρα Παρουσία, είναι
βέβαιον λοιπόν. Το πότε, όμως, θα γίνει, αυτό είναι άγνωστο: «περὶ τῆς ἡμέρας ἐκείνης καὶ ὥρας, οὐδεὶς οἶδεν». Τώρα, γιατί
να μπει εδώ αυτή η εορτή από την Εκκλησία; Ο λόγος είναι ο εξής, που δείχνει κι
αυτός με πόση γνώση της ψυχολογίας του ανθρώπου ετακτοποίησαν τα θέματα της
Εκκλησίας οι άγιοι Πατέρες. «Ταύτην (την εορτήν δηλ. της Δευτέρας Παρουσίας του
Κυρίου) μετὰ τὰς δύο παραβολὰς ἔθεντο, ὡς ἄν, μη τις τὴν ἐν ἐκείναις τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίαν μανθάνων, ἀμελῶς διάγῃ, λέγων: Φιλάνθρωπός ἐστιν ὁ Θεός, καὶ ὅταν τῆς ἁμαρτίας ἀναχωρήσω, ἑτοίμως ἔχω τὸ πᾶν ἀνῦσαι. Ταύτην τὴν φοβερὰν ἡμέραν ἐνταῦθα κατέταξαν, ἵνα, διὰ τοῦ θανάτου καὶ τῆς προσδοκίας τῶν ἑπομένων δεινῶν, φοβήσαντες τοὺς ἀμελῶς διακειμένους,
πρὸς ἀρετὴν ἐπαναγάγωσι, μὴ θαρροῦντας εἰς τὸ φιλάνθρωπον μόνον, ἀλλ᾿ ἀφορᾷν ὅτι καὶ δίκαιός ἐστι Κριτής, καὶ ἀποδίδωσιν ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ». Πόσο καλύτερα θα ρύθμιζεν ο άνθρωπος την επίγεια ζωή του, και πόσο πιο
πολύ θα πρόσεχε σε κάθε λόγο και σε κάθε έργο του, αν είχε πάντοτε μπροστά στα
μάτια του την μετά θάνατον ζωή, και το αδέκαστον και φοβερόν κριτήριον της
Δευτέρας Παρουσίας!
***
Η τετάρτη Κυριακή του Τριωδίου, είναι της Τυροφάγου ή
Τυρινής, «ἐν ᾗ ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ». Επειδή από αυτή την εβδομάδα -συγκεκριμένα από την Καθαρά Δευτέρα,
που κατάντησε στις μέρες μας, απ’ όλου του χρόνου τις Δευτέρες η ακαθαρτότερη-
αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, οι άγιοι Πατέρες όρισαν, να γιορτάζει η Εκκλησία
την έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, γιατί παρήκουσαν και δεν κράτησαν
την εντολή της νηστείας που τους έδωκε. Αλλά στο πρόσωπο των πρωτοπλάστων
είμαστε διωγμένοι και μεις, που υφιστάμεθα κληρονομικώς όλες τις συνέπειες της
παρακοής και της εξώσεως. Θέτει, λοιπόν, η Εκκλησία εμπρός μας τους
πρωτόπλαστους και μας λέγει: «ὃ μὴ φυλάξαντες ἐκεῖνοι πεπόνθασιν, ἀπολέσαντες τὴν ἀφθαρσίαν,
φυλάξαντες ἡμεῖς, ἀπολαύσωμεν διὰ τῆς νηστείας». Και νηστεία δεν είναι μονάχα η αποχή των τροφών: «νηστείαν οὐκ ἀποχὴν βρωμάτων
τελέσωμεν, ἀλλὰ παντὸς ὑλικοῦ πάθους ἀλλοτρίωσιν». Δηλαδή όχι μονάχα υλική, μα και πνευματική νηστεία: «Νηστεύοντες,
ἀδελφοί, σωματικῶς νηστεύσωμεν καὶ πνευματικῶς», «ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκα καθάρωμεν· νηστεύσωμεν, ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν, ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος».
***
Η Πέμπτη Κυριακή του Τριωδίου, είναι η πρώτη Κυριακή
των Νηστειών, ή Κυριακή της Ορθοδοξίας, «ἐν ᾗ ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἁγίων καὶ σεπτῶν Εἰκόνων». Αυτή η
γιορτή δεν ομοιάζει με τις προηγούμενες. Έχει, μπορεί να πει κανείς, ένα
χαρακτήρα πανηγυρικό και χαρμόσυνο, όπως φαίνεται στα περισσότερα τροπάρια της
Ακολουθίας του Εσπερινού και του Όρθρου, που καλούν τον ορθόδοξο κόσμο να χαρεί
και να ευφρανθεί, γιορτάζοντας το γεγονός της αναστηλώσεως των αγίων Εικόνων.
Το γεγονός που έδωκε κυρίως αφορμή, για να καθοριστεί η γιορτή της Ορθοδοξίας,
είναι, βέβαια, η αναστήλωσις των Ιερών Εικόνων, που έγινε, ύστερα από πολλούς
και αιματηρούς αγώνες, των εικονοφίλων και εικονομάχων, στο Βυζάντιο. Σ’ αυτές
τις έριδες έθεσε τέρμα το 843 η ενδημούσα Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, η
οποία ανεγνώρισε και ανόρθωσε τη λησμονημένη και παραμερισμένη από τους
εικονομάχους Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Αυτή η ενδημούσα Σύνοδος καθόρισε τη γιορτή
της Ορθοδοξίας και αναστήλωσε, κατά το πνεύμα της Ζ΄ Οικουμενικής (ότι δηλ. «ἡ τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπο
διαβαίνει»), την τιμητική προσκύνηση των Ιερών Εικόνων. κάτω, όμως, από το
σημαντικότατο θέμα των εικόνων (που σήμερα χρειάζεται άλλη μια σταυροφορία για
να τις διατηρήσουμε Ορθόδοξες και μακριά από τη δυτική επίδραση), κάτω απ’ αυτό
λέγω το θέμα των Εικόνων, βρίσκονται κι άλλα πολλά, που η καλή για την Εκκλησία
έκβασή τους, έδινε αφορμή παλαιότερα να γιορτάζονται κι αυτά την ίδια την
Κυριακή της Ορθοδοξίας. αυτά όλα αναφέρονται στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας»,
που βρίσκεται τυπωμένο στο Τριώδιο, αλλά που δυστυχώς, πολύ λίγα αποσπάσματάτου
και σε πολύ λίγες εκκλησίες μας διαβάζονται σήμερα· ενώ παλαιότερα, διαβάζονταν
το «Συνοδικόν» ολόκληρο και απαντούσε ο λαός ανάλογα, ή με το «αἰωνία ἡ μνήμη» των
ορθοδόξων ή με το «ἀνάθεμα» για τους αιρετικούς.
Η Κυριακή της Ορθοδοξίας, θεσπίστηκε απ’ τους αγίους
Πατέρας, για να στηρίζει τους πιστούς στην ορθόδοξη πίστη, να φωτίζει όλους
όσοι αγωνίζονται τον πνευματικόν αγώνα, να τους φυλάγει από τις σατανικές
παλιές και σύγχρονες πολυώνυμες αιρέσεις και να τους δείχνει τη μόνη ορθή οδό
που πρέπει ν’ ακολουθούν για να σωθούν. Κι αυτή η οδός είναι εκείνη, που
απαρασάλευτα αιώνες τώρα βαδίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, δηλ. «οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν…».
Π.Β. Πάσχος, Έρως
Ορθοδοξίας,
εκδ. Ε΄ Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 2006.
Το Τριώδιο
Η Μεγάλη Σαρακοστή έχει ένα εντελώς δικό της
λειτουργικό βιβλίο, το Τριώδιο. Το Τριώδιο περιλαμβάνει ύμνους και βιβλικά
αναγνώσματα για την κάθε μέρα της περιόδου αυτής που αρχίζει με την Κυριακή του
Τελώνη και του Φαρισαίου και τελειώνει με τον Εσπερινό του Αγίου και Μεγάλου
Σαββάτου. Οι ύμνοι του Τριωδίου συντάχτηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους, αφού
σταμάτησαν να υπάρχουν κατηχούμενοι (δηλαδή σταμάτησε το βάφτισμα των ενηλίκων
και η απαραίτητη προετοιμασία τους γι’ αυτό). Έτσι η έμφαση των ύμνων δεν είναι
στο Βάφτισμα αλλά στη μετάνοια. Δυστυχώς πάρα πολύ λίγοι άνθρωποι σήμερα
γνωρίζουν και καταλαβαίνουν τη μοναδική ομορφιά και το βάθος της υμνολογίας της
Μεγάλης Σαρακοστής. Η άγνοια των ύμνων του Τριωδίου είναι η βασική αιτία που
μας κάνει σιγά σιγά να παραμορφώνουμε την κατανόηση, το σκοπό και το νόημα της
Μεγάλης Σαρακοστής. Μια τέτοια παραμόρφωση, που γίνεται σιγά σιγά στη νοοτροπία
των χριστιανών, μειώνει τη Μεγάλη Σαρακοστή και την κάνει νομική «υποχρέωση»
και σύνολο κανόνων διαιτητικής. Η αληθινή έμπνευση και η πρόκληση που κρύβει η
Μεγάλη Σαρακοστή έχει χαθεί σήμερα και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ανακαλυφτεί
παρά μόνο με μια προσεκτική παρακολούθηση των ύμνων του Τριωδίου.
Είναι σημαντικό, λόγου χάρη, το πόσο συχνά οι ύμνοι
αυτοί μας προειδοποιούν συγκεκριμένα για την «τυπική» και επομένως, υποκριτική
αντίληψη της νηστείας. Από νωρίς, την Τετάρτη της Απόκρεω, ακούμε:
Βρωμάτων νηστεύουσα, ψυχή μου,
καὶ παθῶν μὴ
καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίᾳ· εἰ μὴ γὰρ ἀφορμή
σοι γένηται πρὸς διόρθωσιν,
ὡς ψευδὴς μισεῖσαι
παρὰ Θεοῦ, καὶ τοῖς κακίστοις
δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι,
τοῖς μηδέποτε σιτουμένοις·
μὴ οὖν ἁμαρτάνουσα,
τὴν νηστείαν ἀχρειώσῃς, ἀλλ᾿ ἀκίνητος,
πρὸς ὁρμὰς ἀτόπους
μένε, δοκοῦσα παρεστάναι ἐσταυρωμένῳ τῷ Σωτῆρι, μᾶλλον
δὲ συσταυροῦσθαι, τῷ διὰ σὲ
σταυρωθέντι, ἐκβοῶσα πρὸς αὐτόν· μνήσθητί μου
Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ
βασιλείᾳ σου.
Και πάλι την Τετάρτη της Δ΄ εβδομάδας των Νηστειών
ακούμε:
Οἱ ἐν κρυπτῷ ἀρετὰς ἐργαζόμενοι,
πνευματικὰς ἀμοιβὰς ἐκδεχόμενοι,
οὐ μέσον τῶν πλατειῶν
θριαμβεύουσι ταύτας, ἀλλ᾿ ἔνδον
τῶν καρδιῶν ἀποφέρουσι
μᾶλλον· καὶ ἁπάντων
ὁ βλέπων τὰ ἐν
κρυπτῷ γινόμενα, τὸν μισθὸν τῆς ἐγκρατείας
παρέχει ἡμῖν· νηστείαν τελέσωμεν, μὴ
σκυθρωπάζοντες τὰ πρόσωπα, ἀλλ᾿ ἐν τοῖς,
ταμείοις τῶν ψυχῶν προσευχόμενοι, ἀπαύστως
βοήσωμεν· Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς Οὐρανοίς,
μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς
πειρασμὸν δεόμεθα, ἀλλὰ
ρύσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ
πονηροῦ.
Όλη τη Μεγάλη Σαρακοστή στους ύμνους τονίζεται η
αντίθεση ανάμεσα στην ταπείνωση του Τελώνη και στη φαρισαϊκή υπερηφάνεια και
αυτοπροβολή, ενώ καταγγέλεται η υποκρισία. Αλλά ποια ακριβώς είναι η πραγματική
νηστεία; Το Τριώδιο απαντάει: Είναι πρώτα απ’ όλα η εσωτερική καθαρότητα:
Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον
τῷ Κυρίῳ· ἀληθὴς
νηστεία, ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις,
ἐγκράτεια γλώσσης,
θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν
χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους
καὶ ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια,
νηστεία ἐστίν, ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος.
Επίσης είναι η επιστροφή στην αγάπη, η πάλη εναντίον
της διασπασμένης ζωής, εναντίον του μίσους, της αδικίας, της ζήλειας:
Νηστεύσωμεν ἀδελφοὶ σωματικῶς,
νηστεύσωμεν καὶ πνευματικῶς· λύσωμεν πάντα σύνδεσμον ἀδικίας·
διαρρήξωμεν στραγγαλιάς βιαίων συναλλαγμάτων· πᾶσαν
συγγραφήν ἄδικον διασπάσωμεν· δώσωμεν πεινῶσιν ἄρτον,
καὶ πτωχοὺς ἀστέγους
εἰσαγάγωμεν εἰς οἴκους,
ἵνα λάβωμεν παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τὸ μέγα
ἔλεος.
Δεῦτε πιστοὶ ἐπεργασωμεθα
ἐν φωτὶ τὰ ἔργα
τοῦ Θεοῦ, ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως
περιπατήσωμεν· πᾶσαν ἄδικον
συγγραφὴν ἀφ᾿ ἑαυτῶν, τοῦ πλησίον ἀφελώμεθα,
μὴ τιθέντες πρόσκομμα
τούτῳ εἰς σκάνδαλον·
ἀφήσωμεν τῆς
σαρκὸς τὴν εὐπάθειαν,
αὐξήσωμεν τῆς ψυχῆς τὰ χαρίσματα,
δώσωμεν ἐνδεέσιν ἄρτον,
καὶ προσέλθωμεν Χριστῷ, ἐν
μετανοίᾳ βοῶντες· ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς.
Καθώς ακούμε όλα τούτα συνειδητοποιούμε πόσο μακριά
απ’ αυτά βρίσκεται η στενοκέφαλη και φαρισαϊκή αντίληψη για τη Μεγάλη Σαρακοστή
που επικρατεί σήμερα· μια αντίληψη που χαρακτηρίζει τη Μεγάλη Σαρακοστή με
αποκλειστικά αρνητικούς όρους, σαν ένα είδος «ενόχλησης» την οποία όμως, αν
εκούσια την αποδεχτούμε και την «υποφέρουμε», αυτόματα θα ανταμειφτούμε και θα
λάβουμε μια «καλή θέση» κοντά στο Θεό! Πολλοί άνθρωποι πίστεψαν ότι η Μεγάλη
Σαρακοστή είναι η περίοδος κατά την οποία κάτι -που μπορεί ίσως και να είναι
καλό- απαγορεύεται, σαν να ευχαριστιέται δηλαδή ο Θεός βασανίζοντάς μας. Για
κείνους όμως που έγραψαν τους ύμνους τούτους η Μεγάλη Σαρακοστή είναι εντελώς
το αντίθετο· είναι η επιστροφή στην «κατά φύσιν» ζωή, στην «εγκράτεια» που ο
Αδάμ και η Εύα καταπάτησαν, με αποτέλεσμα ο πόνος και ο θάνατος να μπουν στον
κόσμο. Έτσι η Μεγάλη Σαρακοστή χαιρετίζεται σαν μια πνευματική άνοιξη και σαν
περίοδος χαράς και φωτός:
Ἀνέτειλε
τὸ ἔαρ τῆς
νηστείας, καὶ τὸ ἄνθος
τῆς μετανοίας· ἁγνίσωμεν
οὖν ἑαυτοὺς ἀδελφοί, ἀπὸ παντὸς
μολυσμοῦ, τῷ φωτοδότῃ ψάλλοντες,
εἴπωμεν· Δόξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε.
Τὸ τῆς Νηστείας διάγγελμα, περιχαρῶς ὑποδεξώμεθα·
εἰ γὰρ ταύτην ὁ
Προπάτωρ διεφυλάξατο, τὴν τῆς Ἐδὲμ ἔκπτωσιν
οὐκ ἂν ὑπέστημεν.
Ἀρχὴ
κατανύξεως καὶ μετανοίας,
κακῶν ἀλλοτρίωσις,
καὶ παθῶν ἐγκράτεια·
διὸ σπουδάσωμεν, ἀποκοπὴν τῶν
πονηρῶν, ἔργων ποιήσασθαι.
Μόνο εκείνοι που «ἀγάλλονται ἐν Κυρίῳ», και που ο
Χριστός και η Βασιλεία Του είναι ο αιώνιος πόθος και η χαρά της ύπαρξής τους,
μπορούν χαρούμενα να δεχτούν την πάλη εναντίον της αμαρτίας και να γίνουν
μέτοχοι της τελικής νίκης. Ακριβώς γι’ αυτό απ’ όλες τις κατηγορίες των Αγίων,
μόνο τους Μάρτυρες επικαλούμαστε και υμνούμε με ειδικούς ύμνους (Μαρτυρικόν)
κάθε μέρα στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής. Και αυτό επειδή οι Μάρτυρες
είναι ακριβώς εκείνοι που προτίμησαν το Χριστό από καθετί άλλο σ’ αυτό τον
κόσμο ακόμα και από την ίδια τη ζωή τους· είναι εκείνοι που απόλαυσαν τόσα
πολλά κοντά στο Χριστό ώστε μπορούσαν να λένε, όπως είπε ο Άγιος Ιγνάτιος
Αντιοχείας όταν πέθαινε: «Τώρα αρχίζω να ζω…». Αυτοί είναι εκείνοι που έδωσαν
τη μαρτυρία για τη Βασιλεία του Θεού, γιατί μόνο εκείνοι που την έχουν γευτεί
και την έχουν βιώσει είναι ικανοί για μια τελική εγκατάλειψη. Αυτοί είναι οι
σύντροφοί μας, οι εμπνευστές μας στον αγώνα για να επικρατήσει το θείο, το
ουράνιο και το αιώνιο μέσα μας.
Ἓν πνέοντες, πρὸς ἓν
βλέποντες οἱ ἀθλοφόροι Μάρτυρες, μίαν ὁδὸν ζωῆς εὐράμενοι…
Τὸν θώρακα τῆς Πίστεως
ἐνδυσάμενοι καλῶς, καὶ τῷ τύπῳ τοῦ
Σταυροῦ, καθοπλίσαντες ἑαυτούς,
στρατιῶται εὐσθενεῖς ἀνεδείχθητε,
τοῖς τυράννοις ἀνδρείως ἀντικατέστητε,
καὶ διαβόλου τὴν πλάνην
κατεδαφίσατε· νικηταὶ γενόμενοι,
τῶν στεφάνων ἠξιώθητε,
πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἡμῶν, εἰς τὸ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Σε όλη τη διάρκεια των σαράντα ημερών ο Σταυρός και η
Ανάσταση του Χριστού και η ακτινοβόλα χαρά του Πάσχα αποτελούν το ύψιστο
«σημείο αναφοράς» όλων των ύμνων στην υμνογραφία της Μεγάλης Σαρακοστής. Είναι
μια διαρκής υπενθύμιση ότι, οσοδήποτε στενός και δύσκολος κι αν είναι ο δρόμος,
τελικά οδηγεί στην Τράπεζα του Χριστού, στην Βασιλεία Του. Όπως πιο πάνω
αναφέρεται, η προσδοκία και η πρόγευση της Πασχαλινής χαράς διατηρείται σ’
ολόκληρη τη Μεγάλη Σαρακοστή και είναι το πραγματικό κίνητρο όλης της προσπάθειας
στην περίοδο αυτή:
Τὴν πάνσεπτον ἐγκράτειαν ἐναρξώμεθα
φαιδρῶς… ὅπως λαμπροφόροι προφθάσωμεν εἰς τὴν ἁγίαν
καὶ τριήμερον Ἀνάστασιν τὴν
καταλάμπουσαν ἀφθαρσίαν τῷ κόσμῳ.
ΤΡΙΩΔΙΟ
– το άγνωστο και παραμελημένο βιβλίο! Αν μόνο γνωρίζαμε την ύπαρξή του, αν
μπορούσαμε να το ανακαλύψουμε, θα μας βοηθούσε να αγκαλιάσουμε όχι μόνο το
πνεύμα της Μεγάλης Σαρακοστής αλλά και αυτής της ίδιας της Ορθοδοξίας, την
«πασχαλινή» της αντίληψη για τη ζωή, το θάνατο και την αιωνιότητα.
π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Μεγάλη Σαρακοστή – Πορεία
προς το Πάσχα, 11η έκδοση, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 2006
Ήταν τυπικό του μοναστηριού του να κρατούνε τριήμερη -απόλυτη- νηστεία οι πατέρες μέχρι την πρώτη Προηγιασμένη. Ήταν παράδοση να κάνουνε ένα γερό ξεκίνημα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Μάθε τον Πόνο του
Πλησίον σου… διότι ο Θεός πάντα βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά
Ένα
τρένο ταξίδευε. Όλοι οι επιβάτες είχαν πάει για να κοιμηθούν. Ένας μόνο
βημάτιζε μέσα στο βαγόνι, κρατώντας στην αγκαλιά του ένα παιδί που έκλαιγε. Το
χάιδευε, του μιλούσε τρυφερά και προσπαθούσε να το ησυχάσει, αλλά άδικα. Ένας
άνδρας μπορεί να κατορθώσει πολλά, αλλά είναι ανίκανος σε μερικά πράγματα και
μάλιστα όταν πρόκειται να αποκοιμίσει ένα παιδί που κλαίει.
«Βγάλτε
έξω από το βαγόνι αυτό το κλαψιάρικο». Ήταν η φωνή μιας γυναίκας που την
ξύπνησε το παιδί. Σαν να έδωσε το σύνθημα, ξέσπασε την οργή του και ένας παχύς
ταξιδιώτης που ροχάλιζε επί μιάμιση ώρα σε όλους τους τόνους και είπε: «Γιατί
δεν πάτε το παιδί αυτό στη μητέρα του»;
Και
έτσι καθένας με τη σειρά του άρχισε να διαμαρτύρεται: «Είναι ανυπόφορο! Πού
είναι ο υπάλληλος του τραίνου»;
Ο
άνθρωπος που κρατούσε το παιδί σταμάτησε μια στιγμή ενώ τα χείλη του έτρεμαν.
Ένας στεναγμός έπνιξε τη φωνή του. Έσφιξε το σωματάκι του παιδιού στο στήθος
του και καταφίλησε τα δακρυσμένα ματάκια του. Έπειτα όταν επικράτησε μια στιγμή
ησυχίας είπε: «Πόσο θα ήθελα να φέρω το παιδί αυτό στη μητέρα του! Δεν
σταμάτησε να κλαίει από τότε που την εγκαταλείψαμε. Αλλά είναι αδύνατον, γιατί
αυτή βρίσκεται στη σκευοφόρο, όπου αναπαύεται μέσα στο φέρετρό της. Τη
μεταφέρουμε στην πατρίδα της, τον ωραίο ουρανό της οποίας είδαν τα μάτια της
όταν ήταν παιδί και όπου θα περιμένει τον Κύριο να την αναστήσει. Αυτό το παιδί
αναζητά την μητέρα του, την οποία θρηνούμε τόσο πολύ!» Και ο δυνατός εκείνος
άνδρας άφησε ελεύθερα να τρέξουν τα δάκρυά του.
Σε
πέντε λεπτά, δώδεκα γυναίκες ήταν γύρω από το παιδί. Μαζί κι ο παχύς
ταξιδιώτης. Η συμπάθεια ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων.
***
Άγιος Παΐσιος o
Αγιορείτης Ο Χριστός συγκινείται, όταν αγαπάμε τον πλησίον μας
πιο πολύ από τον εαυτό μας, και μας γεμίζει με θεία ευφροσύνη. Βλέπεις, Εκείνος
δεν περιορίσθηκε στο «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», αλλά θυσιάσθηκε
για τον άνθρωπο.
Όσοι
έχουν αυτή την αγνή (Αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλοσύνη, γιατί μέσα
τους έχουν τον Χριστό και στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη την Θεότητα. Όσοι
πονάνε πολύ και για την σωτηρία όλου του κόσμου και βοηθάνε με τον τρόπο τους
(αγωνιζόμενοι) και εμπιστεύονται τον εαυτό τους ταπεινά στα χέρια του Θεού,
αυτοί νιώθουν και την μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, και η ζωή τους τότε είναι μια
συνεχής δοξολογία, γιατί φτερουγίζουν εσωτερικά σαν Άγγελοι, δοξολογώντας
μέρα-νύχτα τον Θεό.
Όσοι
όμως εργάζονται ταπεινά και αποκτούν αρετές και σκορπούν ταπεινά, από αγάπη, τα
μυστικά τους βιώματα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες, διότι δίνουν πνευματική
ελεημοσύνη και βοηθούν πολύ θετικά τις αδύνατες ή τις κλονισμένες ψυχές στην
πίστη. Εκείνοι πάλι που πετάνε ακόμη και τον εαυτό τους στον κόσμο, από αγάπη,
αφού πέταξαν πια τον κόσμο από μέσα τους, αυτοί πετάνε πια στον Ουρανό και δεν
πιάνονται από τον κόσμο.
Η
καλοσύνη μαλακώνει και ανοίγει την καρδιά, σαν το λάδι την σκουριασμένη
κλειδαριά.
Όσοι
πλησιάζουν τους πονεμένους, πλησιάζουν στον Θεό φυσιολογικά, διότι ο Θεός πάντα
βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά.
Τα
φιλότιμα παιδιά του Θεού, που βοηθάνε στο σήκωμα των Σταυρών των συνανθρώπων
τους, ο Θεός τα δυναμώνει πνευματικά και τα απαλλάσσει από Σταυρούς
(δοκιμασίες).
Και
μόνον ο πόνος που νοιώθει κανείς για κάποιον είναι σαν ευχή.
Ένας
αναστεναγμός για τον πόνο του άλλου είναι μία καρδιακή προσευχή∙ ισοδυναμεί
δηλαδή με ώρες προσευχής.
–
Στο Καλύβι σας, Γέροντα, τί δυσκολίες έχετε! Έρχονται ψυχοπαθείς, ναρκομανείς…
–
Εκεί όμως φαίνεται αν έχουμε πραγματική αγάπη. Στο πρόσωπο του αδελφού μας
βλέπουμε τον Χριστό. Γιατί, ό,τι κάνουμε, για να αναπαύσουμε τον αδελφό μας,
είναι σαν να το κάνουμε στον Ίδιο τον Χριστό. «Εφ᾿
όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, είπε ο Χριστός, εμοί
εποιήσατε»(Ματθ. 25, 40).
Βλέπουμε
λ.χ. έναν ανάπηρο. Εάν σκεφθούμε: «άν εγώ ήμουν ανάπηρος και δεν μπορούσα να
περπατήσω, πώς θα ένιωθα;», θα τον πονέσουμε. Ή, αν ζητήση την βοήθειά μας
κάποιος που έχει προβλήματα, αμέσως πρέπει να σκεφθούμε: «Αν είχα εγώ τα δικά
του προβλήματα, δεν θα ήθελα να με βοηθήσουν;», κι έτσι θα τον πονέσουμε. Αλλά
και δοκιμασίες να περνά κανείς, όταν έχη αγάπη αληθινή, με πόνο, τον δικό του
πόνο τον ξεχνάει και πονάει για τον άλλον. Εγώ, όταν μου μιλάη ο άλλος για τον
πόνο του, κι επάνω σε σπασμένα γυαλιά να κάθωμαι ή σε αγκάθια να πατάω, δεν
καταλαβαίνω τίποτε.
Θα
κάνουμε πνευματικό συνεργείο προσευχής. Αν θα γίνεται προσευχή με πόνο, ξέρετε
τί δύναμη θα έχη; Θα προσεύχεσθε για τα προβλήματα του κόσμου και όσοι άνθρωποι
ζητούν εκείνη την ώρα βοήθεια από τον Θεό και βρίσκονται στην ίδια συχνότητα,
θα δέχωνται την βοήθειά Του…
Ξέρεις
πόσες οικογένειες είναι διαλυμένες, πόσα κακόμοιρα παιδάκια είναι
εγκαταλελειμμένα στους δρόμους ή σε ιδρύματα δίχως στοργή; Πόσοι αυτήν την
στιγμή φωνάζουν: «βοήθεια, βοήθεια!», και δεν υπάρχει κανείς κοντά τους να τους
βοηθήση; Πόσοι βουλιάζουν στο πέλαγος, πόσοι αυτοκτονούν, πόσοι υποφέρουν;
Τόσοι άνθρωποι έχουν ανάγκη από τις προσευχές των μοναχών, κι εμείς να χάνουμε
τον πολύτιμο χρόνο μας με μπανταλούς λογισμούς ή παιδικά παράπονα και να μην
κάνουμε ούτε τα πνευματικά μας καθήκοντα όπως πρέπει; Κοίταξε να βγής από τον
εαυτό σου και να κάνης δικό σου τον πόνο των άλλων. Έτσι και ειρήνη θα βρής,
και μισθό θα έχης από τον Θεό, και βοήθεια θα προσφέρης στους άλλους.
Ο
Θεός συγκινείται, όταν αυτός που προσεύχεται έχη μέσα του αγάπη για τον
πλησίον, αλλά τελικά ο Θεός θα κάνη αυτό που συμφέρει στην ψυχή.
Αν
σκέφτεσαι τον πόνο του κόσμου γενικά και αόριστα, αυτό δεν βοηθάει. Να
σκέφτεσαι συγκεκριμένες περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι έχουν μεγάλη ανάγκη,
ώστε να πονάς, και έτσι να γίνεται καρδιακή η προσευχή σου. Πιάσε μία περίπτωση
για την οποία πονάς περισσότερο και ύστερα πήγαινε και σε άλλες περιπτώσεις. Ας
πούμε, σε έναν πόλεμο τραυματίζονται πολλοί. Καλά είναι να μπορής να τους
νιώσης όλους, και χωρίς να τους βλέπης. Αλλά, αν δεν μπορής να τους νιώσης
χωρίς να τους βλέπης, πιο πολύ θα σε βοηθήση, αν δής έναν που έχει κόψει λίγο
το δάκτυλό του και πής: «Σκέψου αυτός ο καημένος να είχε σακατευθή· να είχαν
κοπή τα χέρια του ή και τα πόδια του! Και πόσοι ταλαίπωροι άνθρωποι είναι με
κομμένα χέρια, με κομμένα πόδια!». Γιατί, άλλο είναι να μαθαίνη κανείς ότι έχει
εκτροχιασθή μια αμαξοστοιχία και άλλο να βλέπη μπροστά του εκτροχιασμένη μια
ολόκληρη αμαξοστοιχία, και να έχη κι ένα σωρό θύματα. Όταν προσεύχεσαι για ένα
συγκεκριμένο θέμα το οποίο σε πονά, βοηθιέσαι κι εσύ ο ίδιος, βοηθάς και τον
πλησίον σου.
–
Γέροντα, όταν χτυπά το καμπανάκι την ώρα της Προσκομιδής, αναφέρω γενικές
περιπτώσεις, λ.χ. χήρες, ορφανά, εγκαταλελειμμένους, και όχι ονόματα. Είναι
σωστό;
–
Κι εγώ το ίδιο κάνω. Να εύχεσαι όμως με πόνο. Και ο ιερέας δεν αρκεί να βγάζη
στην Προσκομιδή μερίδες και να διαβάζη τα ονόματα τυπικά, αλλά πρέπει να
παρακαλή για τον καθέναν με πόνο· τότε θα δη θαύματα.
Να
λέτε: «Κύριε, ελέησον τους δούλους σου, ών συ τα προβλήματα γινώσκεις». Όταν
δεν θυμάσαι τα ονόματα που σού δίνουν, να πιάνης γενικά τις περιπτώσεις· τους
αρρώστους, τα παιδιά που έχουν παραστρατήσει κ.λπ. Να λές στην αρχή: «Βοήθησε,
Θεέ μου, πρώτα αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη» και ύστερα να συνεχίζης με
το «ελέησον τους δούλους σου»… και μετά να λές: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον
τους δούλους σου και τον κόσμον σου άπαντα», για να μη φεύγη η αμαξοστοιχία με
λίγους επιβάτες.
Να
ξέρης όμως ότι εκείνο που μετρά δεν είναι το πόσο προσεύχεται κανείς, αλλά το
πώς προσεύχεται. Μπορεί κάποιος να διαθέτη πολύ χρόνο στην προσευχή και να
νομίζη πώς προσεύχεται, αλλά στην πραγματικότητα να μην προσεύχεται, επειδή δεν
προσεύχεται με πόνο. Και άλλος μπορεί να μην προσεύχεται πολύ, αλλά η προσευχή
του να έχη ποιότητα, γιατί γίνεται με συντριβή και ταπείνωση.
Η
καλοσύνη είναι μία από τις πολλές ιδιότητες του Θεού, γι’ αυτό πάντα σκορπάει
χαρά, διώχνει σύννεφα, ανοίγει καρδιές σαν την ανοιξιάτικη λιακάδα που βγάζει
άνθη από την γη, θερμαίνει ακόμη και τα φίδια και τα βγάζει από τις παγωμένες
τους τρύπες, για να χαρούν και αυτά την καλοσύνη του Θεού.
Για
να μαλακώση η καρδιά μας, πρέπει να έρθουμε στην θέση όχι μόνον των άλλων
ανθρώπων αλλά και των ζώων,ακόμη και του φιδιού. Να σκεφθούμε: «Θα μου άρεζε να
ήμουν φίδι, να έβγαινα λίγο στην λιακάδα να ζεσταθώ και να ερχόταν ο άλλος να
με χτυπήση, να μου σπάση το κεφάλι; Όχι». Τότε θα λυπηθούμε και θα αγαπήσουμε
ακόμη και τα φίδια.
Η
σκληρή καρδιά μαλακώνει κοντά στις πληγωμένες ψυχές· γίνεται ευαίσθητη και
ταπεινή.
Ο
Θεός δεν έκανε άνθρωπο σκληρό και άσπλαχνο, αλλά οι άνθρωποι δεν καλλιεργούν
την ευσπλαχνία που τους έδωσε ο Θεός· δεν πονούν τον συνάνθρωπό τους και από
την αμέλεια γίνονται σιγά-σιγά σκληροί.
Όταν
δεν έχει καθόλου να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κανείς
κάνει ανώτερη ελεημοσύνη διότι κάνει ελεημοσύνη με αίμα της καρδιάς. Διότι αν
είχε κάτι και έδινε θα αισθανόταν και χαρά, ενώ όταν δεν έχει να δώσει
αισθάνεται πόνο στην καρδιά.
Εμείς
με την λογική μας δεν αφήνουμε τον Χριστό να δουλέψη. Μάθετε το σωστό Ευαγγέλιο
τώρα, αν θέλετε να γίνετε άνθρωποι «Ευαγγελικοί», όχι Προτεστάντες!
Να
παρακαλούμε λοιπόν να γνωρίσουν όλοι τον Θεό, για να Τον αγαπήσουν, να Τον
ευαρεστήσουν και να σωθούν· να πάνε στον Παράδεισο.
Ἅγιοι γίνεσθε…
https://iconandlight.wordpress.com/
Μαθήματα διαλόγου από έναν άγιο
Έλεγξε
με τη δύναμι των αρετών σου εκείνους που δογματίζουν αντίθετα και όχι με την
πειστικότητα των λόγων σου.
Με
την πραότητα και την γαλήνη των χειλέων σου αποστόμωσε και κατασίγασε την
αναίδεια των απειθών.
Έλεγξε
τους ακολάστους με την ευγένεια της αναστροφής σου και τους αναίσχυντους κατά
τις αισθήσεις με την συγκράτηση των οφθαλμών σου.
Να
θεωρής ξένον τον εαυτό σου όλες τις ημέρες της ζωής σου, όπου και αν εισέλθης,
για να μπορέσης να λυτρωθής από τη ζημία που προκαλεί η παρρησία.
Νόμιζε
τον εαυτό σου πάντοτε ότι δεν γνωρίζει τίποτε, για να αποφύγης την μομφή που
επέρχεται από την υποψία ότι θέλεις να διαμορφώσης την γνώμη του άλλου.
Ευλόγει
επιμόνως πάντοτε με το στόμα και δεν θα λοιδορηθής· διότι η λοιδορία γεννά
λοιδορίαν και η ευλογία ευλογίαν.
Νόμιζε
ότι για κάθε πράγμα χρειάζεσαι διδαχή, και θα ευρεθής σε όλη την ζωή σου σοφός.
Μη
παραδώσης σε κανέναν ό,τι δεν παρέλαβες ακόμη, για να μη καταισχυνθής ο ίδιος
και από την σύγκρισι της διαγωγής σου αποκαλυφθή το ψεύδος σου.
Αν
ειπής σε κάποιον κάτι από τα χρειαζούμενα, να ομιλήσης σαν μαθητής και όχι σαν
αυθέντης με αναίδεια.
Να
κατακρίνης τον εαυτό σου από πριν και να δηλώσης ότι είσαι κατώτερός του, για
να δείξης στους ακούοντας την αξία της ταπεινώσεως, να τους παρακινήσης ν’
ακούσουν τα λόγια σου και να τρέξουν προς την εφαρμογή, κι έτσι θα γίνης
αξιότιμος εμπρός στα μάτια τους.
Ό,τι
μπορείς σε τέτοια πράγματα, πες το με δάκρυα, για να ωφελήσης και τον εαυτό σου
και τους ακροατάς σου, και η χάρις του Θεού να είναι μαζί σου.
Aγίου
Ισαάκ του Σύρου
https://romioitispolis.gr
Προσοχή, μην
κρίνεις!!!
Κάποιος γέροντας έγραψε
σε ένα χαρτάκι: "Μη κρείνετε, ίνα μη κρειθήτε"
Το έγραψε επίτηδες
ορθογραφικά λάθος και το έδωσε στον υποτακτικό του, για να εφαρμόσει αυτήν την
εντολή του Ευαγγελίου.
Πήρε ο υποτακτικός το
χαρτάκι, το διάβασε και λέει στον γέροντά του:
- Γέροντα, έκανες
ορθογραφικά λάθη...
- Τι λέει παιδί μου το
χαρτάκι; Μην κρίνεις...
- Λάθος είναι!
- Δεν το είπε παιδί μου
αυτό ο Χριστός μας;
- Έτσι το είπε, αλλά όχι
με αυτήν την ορθογραφία...
- Εφάρμοσε παιδί μου την
εντολή όπως την έγραψα -μην κρίνεις κανέναν...- και όταν το εφαρμόσεις, έλα
τότε να σε διορθώσω τα ορθογραφικά λάθη στο χαρτάκι!
Τότε
κατάλαβε ο υποτακτικός, ότι ο γέροντάς του το έγραψε επίτηδες λάθος για να τον
ταπεινώσει... Αυτό το γεγονός έγινε αιτία, να προοδεύσει πολύ στα πνευματικά ο
υποτακτικός, διότι εφάρμοζε την εντολή του Ευαγγελίου και δεν έκρινε κανέναν...
Το
πρόβλημα δεν είναι αν γράψουμε γραμματικώς σωστά την εντολή, αλλά αν την
εφαρμόζουμε. Η Χάρη δεν φεύγει άμα γράψω κάτι λάθος που είμαι αγράμματος. Ποτέ
η Χάρη δεν έχει σχέση με την γραμματική και το συντακτικό, αλλά με το εάν είμαι
ή όχι ταπεινός!!!!
"Οι δύο καταστάσεις
της δοξολογίας"
Στον
χώρο της δοξολογίας υπάρχουν
δύο καταστάσεις. Αν ο άνθρωπος
δεν περάση από
την πρώτη, δεν μπορεί να φθάση
στην δεύτερη.
Στην
πρώτη κατάσταση
έχει κανείς πίκρες,
αλλά όλα
τα παίρνει δεξιά. Βάζει
καλό λογισμό,
ρίχνει το βάρος στον εαυτό
του, ταπεινώνεται, μετανοεί και ευχαριστεί
για όλα τον Θεό: «Θεέ
μου, λέει, Σε ευχαριστώ· εξ αμαρτιών
μου τα περνώ αυτά.
Μου χρειάζονται και περισσότερα, αλλά
δεν αντέχω. Σε παρακαλώ, δώσε
μου υπομονή και δύναμη,
για να αντέξω». Τότε
βομβαρδίζεται από την θεία
παρηγοριά και περνά στην δεύτερη
κατάσταση.
Στην
δεύτερη κατάσταση βρίσκονται
όσοι έχουν
περάσει το στάδιο της μετανοίας
και ένιωσαν την θεία παρηγοριά
που φέρνει η άφεση
των αμαρτιών· πέρασαν
δηλαδή από
το χαροποιόν πένθος
και έφθασαν στην δοξολογία. Τότε
ο άνθρωπος δεν έχει πίκρες,
αλλά νιώθει
μια θεία αγαλλίαση,
μια ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, που δεν μπορεί
να την αντέξη. Λέει
συνέχεια το «δόξα σοι ο Θεός»,
ευχαριστεί τον Θεό
για τις μεγάλες Του ευεργεσίες, για την μεγάλη
Του αγάπη, και μετά μόνη
της η ψυχή κινείται
στην ευχή, στην δοξολογία του Θεού ή ζητά
συγχώρηση από
τον Θεό, γιατί
δεν ανταποκρίθηκε στις ευλογίες Του.
–
Γέροντα, ο Παπα‐Τύχων πώς
προσευχόταν;
–
Ο Παπα‐Τύχων είχε
φθάσει στον χώρο της δοξολογίας
και αντί για την ευχή είχε
την δοξολογία. Συνέχεια
άκουγε κανείς από
το στόμα του το «δόξα σοι ο Θεός,
δόξα σοι ο Θεός», και όλες
σχεδόν οι ημέρες
του χρόνου ήταν
γι’ αυτόν Διακαινήσιμες (186), αφού
ζούσε πάντα
την πασχαλινή χαρά.
Όσοι βρίσκονται στην προχωρημένη αυτή κατάσταση έχουν συνέχεια Πάσχα, Ανάσταση! Καμπάνες, σήμαντρα, τάλαντα, όλα μαζί χτυπούν χαρμόσυνα (187).«Αινείτε Αυτόν εν κυμβάλοις ευήχοις, αινείτε Αυτόν εν κυμβάλοις αλαλαγμού»(188). Όλη την ημέρα δοξολογούν τον Θεό και χτυπά σαν καμπάνα η καρδιά τους.
----------
- 186 Διακαινήσιμος ονομάζεται
η εβδομάδα μετά
την Κυριακή του Πάσχα.
- 187 Στην Αγρυπνία της Αναστάσεως
σύμφωνα με το Τυπικό «κρούονται
άπαντα», χτυπούν δηλαδή
συγχρόνως όλες
οι καμπάνες, τα σήμαντρα και τα τάλαντα
(χειροσήμαντρα).
188Ψαλμ.150,5 και
στιχολογία των Αίνων.
Από
το βιβλίο ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ ΣΤ'. "Περί Προσευχής " -
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ‐ Ο χώρος της δοξολογίας
Χωρίς πνευματικό πατέρα, χωρίς οδηγό δεν μπορεί να προχωρήσει κάποιος στην πνευματική ζωή
Όταν
ήμουν μικρός στον κόσμο είχα δει μια ταινία που μου έμεινε στη μνήμη και με
βοήθησε στο ξεκίνημα της μοναχικής μου ζωής, όταν έβαζα θεμέλιο. Ήταν μια
ταινία με δύο πυγμάχους που θα έκαναν μια πάλη μεταξύ τους.
Ο προπονητής του
νεότερου, πριν τον αγώνα, έλεγε στον αθλητή του:
– Αυτή η τέχνη (της
πυγμαχίας), προβλέπει θυσίες. Δεν θα πίνεις, δεν θα καπνίζεις, δεν θα ξενυχτάς,
δεν θα πηγαίνεις με το άλλο φύλο, για να έχεις υγεία, η οποία θα σε βοηθήσει
στην πάλη και στην νίκη! Αν δεν τα φυλάξεις αυτά, θα έχεις αποτυχία…
Στη
συνέχεια, ο πυγμάχος αυτός, δεν τήρησε κάποια απ’ αυτά που του είπε ο
προπονητής του. Και ο προπονητής του τον είδε και τον έλεγξε:
– Δεν πας καλά! Δεν
πρόκειται να προχωρήσουμε έτσι!… Και εσύ χάνεις τους κόπους σου και εγώ…
Εκείνος αντέδρασε και
όπως ήταν μποξαδόρος, δίνει μία στον προπονητή του και τον ρίχνει κάτω!
Aλλά
μετά από λίγες μέρες, έφτασε η ώρα για τον αγώνα! Προχωρεί στην μάχη, δίχως τον
προπονητή δίπλα του. Ο άλλος αντίπαλος, είχε βοηθό και καθοδηγητή τον προπονητή
του, να τον συμβουλεύει, να τον τονώνει, να τον δυναμώνει, να του δίνει αέρα.
Άρχισε
πάλη. Ο νεότερος έχανε, έχανε έδαφος συνεχώς και νικούσε ο άλλος. Ο προπονητής
του, που καθόταν ψηλά στο αμφιθέατρο και παρακολουθούσε, στενοχωριόταν που
έβλεπε τον δικό του μαθητή να χάνει και ας τον είχε χτυπήσει εκείνος… Ήξερε πως
το ηθικό του έπεσε και δεν θα μπορούσε να κερδίσει.
Προβλέποντας
ότι πλησίαζε το τέλος, τρέχει κάτω στο ρίνγκ, τον πλησίαζει σε μια διακοπή, που
γίνεται διάλειμμα για ανάπαυση, του μιλάει στο αυτί, τον συμβουλεύει και του
δίνει θάρρος.
Αυτό
ήταν!… Σηκώνεται ο μαθητής του, αγωνίζεται σωστά και στον τελευταίο γύρο,
βγάζει τον αντίπαλό του νοκ άουτ και κέρδισε τον αγώνα!
Αυτό
με βοήθησε και εμένα και κράτησα μέσα μου γερά, ότι χωρίς δάσκαλο, χωρίς
πνευματικό πατέρα, χωρίς οδηγό δεν μπορεί να προχωρήσει κάποιος στην πνευματική
ζωή. Και έτσι είχα μεγάλη ωφέλεια…
π. Εφραίμ
Φιλοθεΐτης
https://oikohouse.wordpress.com/
Άγιος Σιλουανός ο
Αθωνίτης: «Προσευχήσου στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις»
Όποιος
αγαπά τον Κύριο, πάντοτε Εκείνον σκέφτεται, και η μνήμη του Θεού γεννά τήν
προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε δεν θα προσεύχεσαι, και χωρίς τήν
προσευχή η ψυχή δεν θα παραμένει στην αγάπη του Θεού, γιατί με τήν προσευχή
έρχεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Η
προσευχή προφυλάσσει τον άνθρωπο από τήν αμαρτία, γιατί ο προσευχόμενος νους
είναι απασχολημένος με τον Θεό και στέκεται με ταπεινωμένο πνεύμα ενώπιον του
προσώπου του Κυρίου, τον Οποίο γνωρίζει η ψυχή του προσευχόμενου.
Ο
αρχάριος, όμως, χρειάζεται βέβαια χειραγωγό, επειδή η ψυχή, πριν έλθει η χάρη
του Αγίου Πνεύματος, έχει μεγάλο πόλεμο εναντίον των εχθρών και δεν μπορεί να
διακρίνει η ίδια αν η γλυκύτητα που δοκιμάζει προέρχεται από τον εχθρό. Αυτό
μπορεί να το διακρίνει μόνο εκείνος που γεύθηκε ο ίδιος το Άγιο Πνεύμα και
αυτός αναγνωρίζει από τη γεύση τη χάρη.
…Τον
ταπεινό, όμως, τον προστατεύει ο Κύριος Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο. Η
προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια, χωρίς καρδιά συντετριμμένη για τις
αμαρτίες της, δεν είναι αρεστή στον Θεό… Ω άνθρωπε, μάθε την κατά Χριστόν
ταπείνωση και θα σου χαρίσει ο Κύριος να γευθείς τη γλυκύτητα της προσευχής.
Και αν θέλεις να προσεύχεσαι καθαρά, τότε γίνε ταπεινός, εγκρατής, να
εξομολογείσαι ειλικρινά και θα σε αγαπήσει η προσευχή. Γίνε υπάκουος, υποτάξου
ευσυνείδητα στις αρχές και να είσαι ευχαριστημένος για όλα, και τότε ο νους σου
θα καθαριστεί από μάταιους λογισμούς. Να θυμάσαι ότι σε βλέπει ο Κύριος και να
φοβάσαι μήπως λυπήσεις με κάτι τον αδελφό -μην τον κατακρίνεις και μην τον
στενοχωρήσεις ούτε μ΄ ένα βλέμμα- και το Άγιο Πνεύμα θα σε αγαπήσει και Αυτό θα
σε βοηθήσει σε όλα.
*
* *
…Πολλοί
προσεύχονται προφορικά ή προτιμούν να προσεύχονται με βιβλία. Και αυτό καλό
είναι και ο Κύριος δέχεται την προσευχή τους. Αν, όμως, κάποιος προσεύχεται
στον Κύριο και σκέφτεται άλλα πράγματα, τότε ο Κύριος δεν εισακούει τήν
προσευχή αυτού του είδους.
Όποιος
προσεύχεται από συνήθεια, δεν έχει αλλαγές στην προσευχή. Όποιος, όμως,
προσεύχεται θερμά, υφίσταται πολλές αλλαγές κατά την προσευχή: Δίνει μάχη
εναντίον του εχθρού, μάχη εναντίον του εαυτού του, εναντίον των παθών του,
εναντίον των ανθρώπων, και πρέπει να είναι κάθε στιγμή ανδρείος. …Οι συμφορές
και οι κίνδυνοι δίδαξαν πολλούς να προσεύχονται. Μ΄ επισκέφθηκε κάποτε στην
αποθήκη τροφίμων ένας στρατιωτικός, που κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη. Η ψυχή
μου τον αγάπησε και του λέγω:
«Προσευχήσου
στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις». Και αυτός απαντά: «Ξέρω να προσεύχομαι.
Το έμαθα στον πόλεμο, όταν ήμουν στις μάχες. Παρακαλούσα θερμά τον Κύριο να με
φυλάξει ζωντανό. Οι σφαίρες έπεφταν, τα βλήματα έσκαζαν και λίγοι έμειναν στη
ζωή. Αν και πήγα πολλές φορές στη μάχη, ο Κύριος με φύλαξε». Ενώ τα έλεγε αυτά,
έδειχνε πως προσευχόταν και από τη στάση του σώματος του φαινόταν πως ήταν όλος
βυθισμένος στον Θεό…
…Όταν
αγαπάς κάποιον, θέλεις να τον σκέφτεσαι, να μιλάς γι΄ αυτόν, να είσαι μαζί του.
Η ψυχή αγαπά τον Κύριο ως Πατέρα και Δημιουργό και παρίσταται ενώπιόν Του, με
φόβο και αγάπη: με φόβο, γιατί είναι ο Κύριος· με αγάπη, γιατί η ψυχή Τον
γνωρίζει ως Πατέρα γεμάτο έλεος και η χάρη Του είναι γλυκύτερη από καθετί
άλλο….
*
* *
…Η ψυχή πού έχασε τήν
ταπείνωση, στερείται συγχρόνως και τη χάρη και τήν αγάπη για τον Θεό, και τότε
σβήνει η πύρινη προσευχή. Όταν, όμως, η ψυχή αποκτήσει τήν ταπείνωση και
απαλλαγεί από τα πάθη, τότε ο Κύριος θα της δώσει τη χάρη Του και η ψυχή θα
προσεύχεται με θερμά δάκρυα για τους εχθρούς της, όπως και για τον εαυτό της, αλλά
και για όλον τον κόσμο.
Από το βιβλίο
"Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης", Αρχιμ. Σωφρόνιου (Σαχάρωφ),
σ.364-369.
https://www.agiospatrokosmas.gr
Μέγας Βασίλειος - Λόγος
Α´ γιὰ τὴ
Νηστεία
Ἀπόδοση
στὴν ὁμιλουμένη:
Δημήτριος Ἀθανασόπουλος, Θεολόγος. Ἐκδόσεις: Νεκτάριος Παναγόπουλος.
Ἡ
νηστεία εἶναι πρόσταγμα προφητικό.
1. «Νὰ σαλπίσετε, λέγει, κατὰ
τὴν πρώτη ἡμέρα τοῦ
μῆνα μὲ
τὴν σάλπιγγα, καθὼς καὶ
κατὰ τὴν
ἐπίσημη ἡμέρα
τῆς μεγάλης ἑορτῆς
σας» (Ψαλμ. 80, 4).
Αὐτὸ εἶναι πρόσταγμα προφητικό. Γιὰ μᾶς δὲ ἀπὸ τὴν σάλπιγγα πιὸ μεγαλόφωνο καὶ ἀπὸ κάθε ὄργανο μουσικὸ πιὸ ἐπίσημο, τὴν ἀναμενόμενη ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν ὑποδηλώνουν τὰ ἀναγνώσματα (Ἡσ. 58, 4-6). Διότι ἐγνωρίσαμε τὴν χάρη τῶν νηστειῶν ἀπὸ τὸν Ἡσαΐα, ποὺ ἀπέῤῥιψε μὲν τὸν ἰουδαϊκὸ τρόπο τῆς νηστείας, τὴν δὲ ἀληθινὴ νηστεία σὲ μᾶς ἔδειξε. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης καὶ ἔριδος», «ἀλλὰ νὰ καταργήσεις κάθε σύνδεσμο ἀδικίας» (Ἡσ. 63, 6). Καὶ ὁ Κύριος λέγει· «νὰ μὴ γίνεσθε σκυθρωποί, ἀλλὰ νὰ νίψεις τὸ πρόσωπό σου, καὶ νὰ ἀλείψεις τὸ κεφάλι σου» (Ματθ. 6, 16-17). Ἂς συμπεριφερθοῦμε λοιπόν, ὅπως ἐδιδαχθήκαμε, νὰ μὴ φαινόμαστε σκυθρωποὶ γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ ἔρχονται, ἀλλὰ μὲ φαιδρὸ πρόσωπο πρὸς αὐτές, ὅπως πρέπει στοὺς ἁγίους, νὰ συμπεριφερόμαστε. Κανεὶς ἄκαρδος δὲν στεφανώνεται, κανεὶς κατηφὴς δὲν στήνει τρόπαιο. Νὰ μὴ σκυθρωπάσεις ἐνῷ δέχεσαι περιποιήσεις. Εἶναι ἄτοπο νὰ μὴ χαιρόμαστε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἀλλὰ νὰ λυπόμαστε μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῶν τροφῶν καὶ νὰ φαινόμαστε ὅτι χαριζόμαστε στὴν ἡδονὴ τῆς σάρκας, παρὰ στὴν ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς. Διότι ὁ μὲν κορεσμὸς σταματᾷ τὴν εὐχαρίστηση στὴν κοιλιά, ἡ δὲ νηστεία ἀνεβάζει τὸ κέρδος στὴν ψυχή. Νὰ χαίρεσαι διότι σοῦ ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ φάρμακο ποὺ καταστρέφει τὴν ἁμαρτία. Διότι ὅπως ἀκριβῶς στὰ ἔντερα τῶν παιδιῶν τὰ ἀναζωογονούμενα σκουλήκια ἐξαφανίζονται μὲ κάποια δραστικὰ φάρμακα, ἔτσι καὶ τὴν ἁμαρτία, ποὺ βρίσκεται στὸ βάθος τῆς ψυχῆς, τὴν σκοτώνει ἡ νηστεία ποὺ εἰσχωρεῖ στὴν ψυχή, ἡ ὁποία νηστεία εἶναι πράγματι ἀξία τοῦ ὀνόματός της.
Ἡ
νηστεία νὰ γίνεται χωρὶς ὑποκρισία.
Κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα.
2. «Ἄλειψε τὸ
κεφάλι σου καὶ πλῦνε
τὸ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σὲ μυστήρια σὲ
καλεῖ ὁ
λόγος. Αὐτὸς
ποὺ ἀλείφθηκε
ἐμυρώθηκε· αὐτὸς
ποὺ ἐνίφθηκε
ἐκαθαρίσθηκε. Νὰ ἐννοεῖς τὴ
νομοθεσία στὸν ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο.
Νὰ καθαρίσεις τὴν ψυχὴ ἀπὸ
τὰ ἁμαρτήματα.
Νὰ χρίσεις τὸ κεφάλι σου μὲ
χρῖσμα ἅγιο,
γιὰ νὰ
γίνεις μέτοχός του Χριστοῦ, καὶ ἔτσι νὰ
προσέλθεις στὴ νηστεία. Νὰ μὴν
ἀλλοιώσεις τὸ πρόσωπό σου ὅπως
ἀκριβῶς
oι ὑποκριτές. Τὸ πρόσωπο ἀμαυρώνεται,
ὅταν ἡ ἐσωτερικὴ
διάθεση ἐπισκιάζεται μὲ τὸ ἐπίπλαστο ἐξωτερικὸ σχῆμα,
καλυπτόμενη μὲ τὸ
ψεῦδος σὰν
μὲ παραπέτασμα. Ὑποκριτὴς
εἶναι αὐτὸς ποὺ ὑποδύεται ξένο πρόσωπο στὸ
θέατρο· ἐνῷ
εἶναι δοῦλος,
πολλὲς φορὲς
ὑποδύεται τὸ πρόσωπο τοῦ
κυρίου, καὶ ἐνῷ εἶναι
πολίτης, τὸ πρόσωπο τοῦ βασιλέως. Ἔτσι
καὶ στὸν
βίο αὐτό, σὰν
στὴ σκηνὴ
τῆς δικῆς
τους ζωῆς, οἱ
πολλοὶ παίζουν θέατρο, ἄλλα μὲν
φέροντας στὴν καρδιά, ἄλλα δὲ
δεικνύοντας φανερὰ στοὺς
ἀνθρώπους. Νὰ μὴν
ἀλλοιώνεις λοιπὸν τὸ
πρόσωπό σου. Ὅποιος εἶσαι,
τέτοιος νὰ φαίνεσαι· νὰ μὴν
ὑποκρίνεσαι τὸν σκυθρωπό, ἐπιδιώκοντας
τὴν δόξα ἀπὸ τοῦ
νὰ φαίνεσαι ἐγκρατής. Διότι οὔτε
εὐεργεσία ποὺ διατυμπανίζεται εἶναι
ὄφελος, καὶ κανένα κέρδος δὲν
προέρχεται ἀπὸ
νηστεία ποὺ δημοσιεύεται. Διότι ἐκεῖνα
ποὺ γίνονται ἐπιδεικτικὰ
δὲν προεκτείνουν τὸν καρπὸ
στὴ μέλλουσα ζωή, ἀλλὰ
τὸν περιορίζουν στὸν ἔπαινο
τῶν ἀνθρώπων.
Τρέξε λοιπὸν μὲ
χαρὰ στὴ
δωρεὰ τῆς
νηστείας.
Ἡ
νηστεία εἶναι ἀρχαῖο
δῶρο· δὲν παλαιώνει καὶ
δὲν γηράσκει, ἀλλὰ
πάντοτε ἀνανεούμενο, ἀνθίζει πάντοτε γιὰ
νὰ φέρει ὥριμους καρπούς.
3. Νομίζεις ὅτι ὑπολογίζω
τὴν ἀρχαιότητά
της ἀπὸ
τὸ νόμο; Ἡ
νηστεία εἶναι παλαιότερη καὶ ἀπὸ τὸ
νόμο. Ἐὰν ἀναμείνεις
λίγο, θὰ βρεῖς
τὴν ἀλήθεια
τοῦ λόγου.
Ἡ
νηστεία εἶναι ἡ
πρώτη ἐντολὴ
τοῦ Θεοῦ
στὸν Παράδεισο. Ἡ παράβασή της ἀπὸ τοὺς
πρωτοπλάστους εἶναι ἡ
πτώση τοῦ ἀνθρωπίνου
γένους στὴν ἁμαρτία.
Μὴ νομίζεις ὅτι ἡ ἡμέρα τοῦ ἐξιλασμοῦ, ποὺ ἔχει διαταχθεῖ γιὰ τὸν Ἰσραὴλ τὸν ἕβδομο μήνα (Λευϊτ. 16 - 29· 23, 27), τὴν δεκάτη ἡμέρα τοῦ μῆνα, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς νηστείας. Ἔλα λοιπόν, βαδίζοντας μέσῳ τῆς ἱστορίας, ἐρεύνησε τὴν ἀρχαιότητά της. Διότι δὲν εἶναι νεώτερο τὸ ἐφεύρημα. Τὸ κειμήλιο εἶναι τῶν πατέρων. Κάθε τί ποὺ εἶναι ἀρχαῖο, εἶναι σεβαστό. Νὰ σέβεσαι τὴν παλαιότητα τῆς νηστείας. Εἶναι συνομήλικη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα· ἡ νηστεία ἐνομοθετήθηκε στὸν παράδεισο. Εἶναι ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ ἔλαβε ὁ Ἀδάμ· «ἀπὸ τὸ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ δὲν θὰ φᾶτε» (Γεν. 2, 17). Τὸ «δὲν θὰ φάγετε» εἶναι νομοθεσία νηστείας καὶ ἐγκρατείας. Ἐὰν εἶχε νηστεύσει ἀπὸ τὸν καρπὸ τοῦ δένδρου ἡ Εὔα, τώρα δὲν θὰ εἴχαμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ νηστεία αὐτή. «Διότι δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἰατροῦ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλὰ οἱ ἄῤῥωστοι» (Ματθ. 9, 12).
Ἡ
μετάνοια χωρὶς τὴν νηστεία εἶναι
ἀργὴ
Ἐπάθαμε πολλὰ κακὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ἂς θεραπευθοῦμε μὲ τὴν μετάνοια. Ἡ μετάνοια δὲ χωρὶς τὴ νηστεία εἶναι ἀργή. «Καταραμένη ἡ γῆ, ἀγκάθια καὶ τριβόλια νὰ σοῦ βλαστάνει» (Γεν. 3, 17-18). Ἐπροστάχθηκες νὰ δοκιμάζεσαι, ὄχι βέβαια νὰ ζεῖς τρυφηλῶς. Μὲ τὴ νηστεία νὰ ἐξομολογεῖσαι στὸν Θεό. Ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος ζωῆς στὸν παράδεισο εἶναι εἰκόνα νηστείας, ὄχι μόνον διότι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ νὰ εἶναι ὁμοτράπεζος τῶν ἀγγέλων κατώρθωνε μὲ τὴν ὀλιγάρκεια τὴν ὁμοίωση πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ διότι καὶ ὅσα ὕστερα ἐφεῦρε ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων, δὲν εἶχαν ἐπινοηθεῖ ἀκόμη ἀπὸ τοὺς τρεφομένους στὸν παράδεισο· ὄχι ἀκόμη οἰνοποσίες, ὄχι ἀκόμη ζωοθυσίες· οὔτε ὅσα θολώνουν τὸν ἀνθρώπινο νοῦ.
Μὲ τὴ
νηστεία ἐπανερχόμαστε στὸν Παράδεισο.
4. Ἐπειδὴ
δὲν ἐνηστεύσαμε,
ἐφύγαμε ἀπὸ τὸν
παράδεισο· ἂς νηστεύσουμε λοιπόν, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε σ᾿
αὐτόν. Δὲν
βλέπεις τὸν Λάζαρο, πῶς μὲ
τὴ νηστεία μπῆκε στὸν
παράδεισο; (Λουκ. 16, 20-31). Νὰ
μὴν μιμηθεῖς τὴν
παρακοὴ τῆς
Εὔας, νὰ
μὴν παραδεχθεῖς τὸ
φίδι πάλι σὰν σύμβουλο, ποὺ προτείνει τὴν
βρώση, φροντίζοντας γιὰ τὸ
σῶμα.
Στοὺς ἀσθενεῖς ἐπιβάλλεται
ὄχι ἡ
ποικιλία τῶν φαγητῶν
ἀλλὰ ἡ νηστεία καὶ ἡ δίαιτα.
Νὰ μὴν
προφασίζεσαι ἀῤῥώστια τοῦ σώματος καὶ ἀδυναμία. Διότι τὶς
δικαιολογίες δὲν τὶς
λέγεις σὲ μένα, ἀλλὰ σ᾿
αὐτὸν
ποὺ γνωρίζει. Πές μου, δὲν μπορεῖς
νὰ νηστεύεις; Μπορεῖς ὅμως
νὰ παραχορταίνεις γιὰ ὅλη
τὴ ζωὴ
καὶ νὰ
συντρίβεις τὸ σῶμα
σου μὲ τὸ
βάρος τῶν φαγητῶν.
Καὶ ὅμως
στοὺς ἀσθενεῖς ὄχι
ποικιλία φαγητῶν, ἀλλὰ ἀσιτία
καὶ δίαιτα γνωρίζω ὅτι ἐπιβάλλουν
οἱ ἰατροί.
Πῶς λοιπὸν
σὺ ποῦ
μπορεῖς αὐτά,
προφασίζεσαι ὅτι δὲν
μπορεῖς ἐκεῖνα; Τί εἶναι
εὐκολότερο γιὰ τὴν
κοιλιά, νὰ περάσει τὴ νύκτα μὲ
τὴν λιτότητα τῆς δίαιτας, ἢ
μὲ τὴν
ἀφθονία τῶν φαγητῶν
νὰ κείτεται βαρειά; Μᾶλλον δὲ
μήτε νὰ κείτεται, ἀλλὰ
νὰ πυκνοστριφογυρίζει παραφορτωμένη καὶ στενοχωρημένη μὲ
κίνδυνο νὰ ἀνοίξει;
Ἐκτὸς
ἂν πεῖς
ὅτι οἱ
κυβερνῆτες σῴζουν
εὐκολότερα τὸ βαρυφορτωμένο πλοῖο
ἀπὸ
τὸ καλὰ ἐφοδιασμένο καὶ ἐλαφρό. Διότι αὐτὸ μὲν
τὸ ὁποῖο πιέζεται ἀπὸ τὸ
πλῆθος τοῦ
φορτίου, ἡ μικρὴ
τρικυμία τὸ καταβυθίζει, ἐκεῖνο
δὲ ποὺ ἔχει σύμμετρα τὰ ἐμπορεύματα εὔκολα
διαπλέει τὴν τρικυμία, ἐπειδὴ
τίποτα δὲν τὸ ἐμποδίζει νὰ ἀνέβει εὐκολότερα.
Καὶ τὰ
σώματα λοιπὸν τῶν
ἀνθρώπων ὅταν παραφορτώνονται μὲ
τὸν συνεχῆ
χορτασμό, εὔκολα ὑποκύπτουν
στὶς ἀσθένειες·
ὅταν δὲ
κάνουν χρήση στερεᾶς καὶ ἐλαφρᾶς
τροφῆς, καὶ
τὸ ἀναμενόμενο
ἀπὸ
τὴ νόσο κακὸ ξεφεύγουν, ὅπως
τὴν κακοκαιρία τὸ πλοῖο
καὶ τὸ ἤδη παρὸν
ἐνοχλητικὸ τὸ
ξεπερνοῦν, σὰν
κάποια ἕφοδο δίνῃς. Ὅμως
καὶ ἡ ἡσυχία κατὰ
τὴν γνώμη σου εἶναι πιὸ
κουραστικὴ ἀπὸ τὸ
τρέξιμο καὶ ἡ ἠρεμία ἀπὸ τὴν
πάλη, ἐὰν ἀκριβῶς ἰσχυρίζεσαι
ὅτι καὶ ἡ τρυφὴ
εἶναι καταλληλότερη ἀπὸ
τὴν δίαιτα γιὰ τοὺς
ἄσθενεις.
Ἡ
πολυτέλεια καὶ ἡ
ποικιλία τῶν φαγητῶν
ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη
τῶν ἀσθενειῶν.
Διότι ἡ δύναμη ποὺ κυβερνᾷ τὸν ἄνθρωπο τὴν αὐτάρκεια καὶ τὴν λιτότητα εὔκολα μὲν ἐπεξεργάσθηκε καὶ τὴν ἔκαμε οἰκεία στὸ τρεφόμενο· ὅταν ὅμως παρέλαβε τὴν πολυτέλεια καὶ ποικιλία τῶν φαγητῶν, ἔπειτα ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε πρὸς τὸ τέλος νὰ ἀντέξει, ἐδημιούργησε τὰ διάφορα εἴδη τῶν ἀσθενειῶν.
Ἡ
νηστεία στὴν Π. Διαθήκη.
5. Ἀλλ᾿ ὁ λόγος ἂς
βαδίζει μὲ τὴν
ἱστορία, ἐξετάζοντας τὴν
ἀρχαιότητα τῆς νηστείας. Καὶ ὅπως ὅλοι
οἱ ἅγιοι,
σὰν κάποια πατρικὴ κληρονομιά, τὴν
ἐκληρονόμησαν, ἔτσι τὴν
διαφύλαξαν, παραδίνοντας ὁ πατέρας στὸ παιδί, ἀπ᾿ ὅπου
καὶ σὲ
μᾶς διαδοχικὰ διασώθηκε τὸ
κτῆμα. Δὲν
ὑπῆρχε
στὸν παράδεισο οἶνος· ὄχι
ἀκόμη ζωοθυσίες· ὄχι ἀκόμη
κρεοφαγίες. Μετὰ τὸν
κατακλυσμὸ ὁ
οἶνος· μετὰ τὸν
κατακλυσμό, «νὰ τρώγετε ἀπὸ ὅλα, σὰν
χλωρὰ χορτάρια» (Γεν. 9, 3). Ὅταν ἀποῤῥίφθηκε ἡ
τελείωση, τότε ἐπιτράπηκε ἡ ἀπόλαυση.
Δεῖγμα δὲ
τῆς ἀπειρίας
τοῦ οἴνου
ὁ Νῶε
ποὺ ἀγνοοῦσε τὴν
χρήση τοῦ οἴνου.
Διότι ἀκόμη δὲν
εἶχε εἰσέλθει
στὴ ζωή, οὔτε
εἶχε χρησιμοποιηθεῖ στὶς
συναναστροφὲς τῶν
ἀνθρώπων. Ἐπειδὴ
οὔτε ἄλλον
εἶχε δεῖ,
οὔτε ὁ ἴδιος ἐδοκίμασε,
περιέπεσε ἀπρόσεκτα στὴ μέθη τοῦ
οἴνου.
«Διότι ἐφύτευσε ἄμπελο
ὁ Νῶε,
καὶ ἤπιε
ἀπὸ
τὸ γέννημα τοῦ καρποῦ
καὶ ἐμέθυσε»
(Γεν. 9, 20-21)· ὄχι διότι ἦταν μέθυσος, ἀλλὰ διότι δὲν
ἐγνώριζε τὴν μέτρια πόση. Τόσον τὸ
εὕρημα τῆς
οἰνοποσίας εἶναι νεώτερο ἀπὸ τὸν
παράδεισο, καὶ τόσον παλαιὸς ὁ
σεβασμὸς τῆς
νηστείας. Ἀλλὰ ἐγνωρίσαμε ὅτι
καὶ ὁ
Μωύσης μὲ τὴ
νηστεία ἐπλησίασε τὸ ὄρος
(Ἔξοδ. 24, 18). Διότι δὲν θὰ ἀποτολμοῦσε
ἐνῷ ἐκάπνιζε ἡ
κορυφή, οὔτε θὰ
εἶχε τὸ
θάῤῥος νὰ
εἰσέλθει στὸν γνόφο, ἐὰν
δὲν εἶχε
ὁπλισθεῖ
μὲ τὸ ὅπλο τῆς
νηστείας. Μὲ τὴ
νηστεία ὑποδέχθηκε τὸ νόμο ποὺ ἐγράφη μὲ
τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ
στὶς πλάκες. Καὶ ἐπάνω
μὲν ἡ
νηστεία ἔγινε πρόξενος τῆς νομοθεσίας, κάτω δὲ ἡ γαστριμαργία τοὺς
ἐξέτρεψε σὲ εἰδωλολατρεία.
«Διότι ἐκάθισε o λαὸς γιὰ
νὰ φάει καὶ νὰ
πιεῖ, καὶ ἐσηκώθηκαν μετὰ
γιὰ νὰ
διασκεδάσουν» (Ἔξοδ. 32,6).
Ἡ
μέθη καταστρέφει τὴν πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Σαράντα ἡμερῶν προσμονὴ μὲ νηστεία καὶ προσευχὴ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ τὴν ἀχρήστευσε μία oινοποσία. Διότι αὐτὲς τὶς πλάκες ποὺ ἔλαβε ἡ νηστεία μὲ τὸ δάκτυλο τοῦ Θεοῦ γραμμένες, αὐτὲς ἡ μέθη ἐκομμάτιασε, διότι ὁ προφήτης δὲν ἔκρινε ἄξιο νὰ νομοθετεῖται μέθυσος λαὸς ἀπὸ τὸν Θεό. Σὲ μία φευγαλέα στιγμή, μὲ τὴν γαστριμαργία, ὁ λαὸς ἐκεῖνος ποὺ εἶχε γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὰ πιὸ μεγάλα θαύματα, ἐκυλίσθηκε στὴν εἰδωλολατρικὴ τρέλα τῶν Αἰγυπτίων. Σύγκρινε καὶ τὰ δυό· πὼς δηλαδὴ ἡ νηστεία ὁδηγεῖ στὸ Θεὸ καὶ πὼς ἡ τρυφὴ προδίδει τὴν σωτηρία. Κατέβα, βαδίζοντας τὸν δρόμο πρὸς τὰ κάτω.
Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα
τῆς νηστείας στὴν Παλαιὰ
καὶ Κ. Διαθήκη.
6. Τί ἐβεβήλωσε τὸν
Ἠσαῦ
καὶ τὸν
ἔκαμε δοῦλο
τοῦ ἀδελφοῦ του; Δὲν
ἦταν ἕνα
φαγητό, γιὰ τὸ ὁποῖο
ἐπώλησε τὰ πρωτοτόκια; (Γεν. 25, 30-34). Τὸν δὲ
Σαμουὴλ δὲν
τὸν ἐχάρισε
στὴν μητέρα του ἡ προσευχὴ
μὲ τὴ
νηστεία; (Α´ Βασιλ.1, 13-16). Τί ἔκαμε
τὸν Σαμψὼν
ἀκαταμάχητο καὶ μεγάλο ἥρωα;
Δὲν ἦταν
ἡ νηστεία μὲ τὴν
ὁποία συνελήφθη στὴν κοιλιὰ
τῆς μητέρας του; (Κριτ. 13, 14). Ἡ νηστεία τὸν
ἐγέννησε, ἡ νηστεία τὸν
ἐθήλασε, ἡ νηστεία τὸν
ἔκαμε ἄνδρα,
ποὺ τὴν
διέταξε ὁ ἄγγελος
στὴν μητέρα του. «Δὲν πρέπει νὰ
φάει κανένα ἀπὸ
τὰ προϊόντα της ἀμπέλου, καὶ
οἶνο καὶ
σίκερα [μεθυστικὰ ποτὰ]
νὰ μὴν
πιεῖ» (Κριτ. 13, 14). Ἡ νηστεία γεννᾷ
προφῆτες, δυναμώνει δυνατούς· ἡ νηστεία κάνει σοφούς τους νομοθέτες, εἶναι καλὸ
φυλακτήριο τῆς ψυχῆς,
στὸ σῶμα
ἀσφαλὴς
σύνοικος, ὅπλο στοὺς
ἀνδρείους, γυμναστήριο στοὺς ἀθλητές.
Αὐτὴ ἀποκρούει τοὺς
πειρασμούς· αὐτὴ
προετοιμάζει πρὸς τὴν
εὐσέβεια, συγκάτοικος τῆς νηφαλιότητας, δημιουργός της σωφροσύνης. Στοὺς πολέμους κάνει ἀνδραγαθήματα,
στὴν εἰρήνη
διδάσκει τὴν ἡσυχία.
Τὸν ναζιραῖο [ἀφιερωμένος
στὸν Θεὸ
γιὰ 30 ἡμέρες
μὲ ἀποχὴ φαγητῶν
καὶ ποτῶν.
Ἰσόβιοι ναζιραίοι ἦταν ὁ
Σαμψὼν, Σαμουήλ, Ἰωάννης ὁ
Πρόδρομος, Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος. Στὸν
χριστιανισμὸ ναζιραίοι καλοῦνται οἱ
Μοναχοί] ἁγιάζει, καὶ κάνει τέλειο τὸν
ἱερέα. Διότι δὲν εἶναι
δυνατὸν χωρὶς
νηστεία νὰ ἀποτολμήσει
τὴν ἱερουργία·
ὄχι μόνον τώρα στὴν μυστικὴ
καὶ ἀληθινὴ λατρεία, ἀλλὰ καὶ
στὴν τυπικὴ
ποὺ γινόταν κατὰ τὸν
(Μωσαϊκό) νόμο. Αὐτὴ ἔκαμε τὸν
Ἠλία θεατή του μεγάλου θεάματος· διότι
ἀφοῦ ἐπὶ
σαράντα ἡμέρες μὲ
νηστεία καθάρισε τὴν ψυχή, ἔτσι καταξιώθηκε νὰ
δεῖ στὸ
σπήλαιο τοῦ Χωρὴβ
(Γ´ Βασιλ. 19, 8-13), ὅσον εἶναι
δυνατὸν στὸν
ἄνθρωπο νὰ δεῖ,
τὸν Κύριο. Νηστεύοντας ἔδωσε πίσω στὴν
χήρα τὸ παιδί της, ἀφοῦ ἀποδείχθηκε ἰσχυρὸς μὲ
τὴ νηστεία κατὰ τοῦ
θανάτου. Ἀπὸ
στόμα ποὺ ἐνήστευε
ἐβγῆκε
ἡ φωνὴ
ποὺ ἐσταμάτησε
γιὰ τὸν
παράνομο λαὸ τὴ
βροχὴ τοῦ
οὐρανοῦ
γιὰ τρία χρόνια καὶ ἕξι
μῆνες. Διότι γιὰ νὰ
μαλακώσει τὴν ἀδάμαστη
καρδιὰ τῶν
σκληροτραχήλων, ἐπροτίμησε καὶ τὸν
ἑαυτό του στὴν κακοπάθεια νὰ
τὸν καταδικάσει μαζὶ μὲ
τοὺς ἄλλους.
Γιὰ τοῦτο
«ζεῖ Κύριος, εἶπε, δὲν
θὰ ὑπάρξει
στὴ γῆ
νερό, παρὰ μόνο μὲ
τὸν λόγο μου» (Γ´ Βασιλ. 17, 1). Καὶ ἔφερε
σ᾿ ὅλο
τὸν λαὸ
νηστεία μὲ τὴν
πεῖνα, γιὰ
νὰ ἐπανορθώσει
τὴν κακία ποὺ εἶχε
προέλθει ἀπὸ
τὴν τρυφὴ
καὶ τὴν
μαλθακὴ ζωή. Τί λογῆς δὲ ὑπῆρξε
ὁ βίος τοῦ Ἐλισσαίου;
Πῶς μὲν
ἐφιλοξενήθηκε ἀπὸ
τὴν Σουναμίτιδα; Πῶς δὲ ὁ ἴδιος
ἐδεχόταν τοὺς προφῆτες;
Δὲν ἔκανε
τὴν φιλοξενία μὲ ἄγρια
λάχανα καὶ λίγο ἀλεῦρι; (Δ´ Βασιλ. 4, 42-44). Κι ἔτσι κάποτε μὲ
τὰ χόρτα εἶχε μαζευτεῖ
καὶ ἀγριοκολοκύθι,
ὥστε νὰ
κινδυνεύουν αὐτοὶ
ποὺ θὰ ἔτρωγαν, ἐὰν
μὲ τὴν
εὐχὴ
τοῦ νηστευτῆ δὲν
εἶχε ἀχρηστευθεῖ τὸ
δηλητήριο. Καὶ γενικῶς,
θὰ μποροῦσες
νὰ βρεῖς
τὴ νηστεία νὰ χειραγωγεῖ ὅλους τοὺς
ἁγίους στὴν κατὰ
Θεὸν πολιτεία. Ὑπάρχει κάποιο εἶδος
ἀντικειμένου, ποὺ ὀνομάζουν
ἀμίαντο, ἄφθορο στὴ
φωτιά, ποὺ ὅταν
μὲν τίθεται στὴν φλόγα φαίνεται ὅτι
ἔχει ἀπανθρακωθεῖ, ὅταν
δὲ τὸ
βγάζουν ἀπὸ
τὴ φωτιά, σὰν νὰ ἔχει λευκανθεῖ
στὸ νερό, γίνεται καθαρότερο. Τέτοια ἦταν τὰ
σώματα τῶν τριῶν
ἐκείνων παίδων τῆς Βαβυλῶνος,
ποὺ εἶχαν
τὸν ἀμίαντο
ἀπὸ
τὴ νηστεία (Δανιὴλ 1, 8-16). Διότι στὴ
μεγάλη φλόγα τῆς καμίνου, σὰν νὰ ἦσαν κατὰ
τὴν φύση ἀπὸ χρυσό, ἀπεδεικνύοντο
ἀνώτεροι ἀπὸ
τὴν βλάβη τῆς φωτιᾶς.
Δηλαδὴ ἀπεδεικνύοντο
πιὸ δυνατοὶ
καὶ ἀπὸ τὸν
χρυσό· διότι δὲν τοὺς
ἔλυωνε αὐτοὺς ἡ
φωτιά, ἀλλὰ
τοὺς φύλαγε ἀκέραιους. Καὶ ὅμως τίποτε δὲν
θὰ συγκρατοῦσε τότε τὴν
φλόγα ἐκείνη, ποὺ τὴν
ἔτρεφαν νάφθα καὶ πίσσα καὶ
κληματίδες, ὥστε αὐτὴ νὰ ἐξαπλώνεται σαρανταεννέα πήχεις, καὶ κατατρώγοντας τὰ
γύρω ἀπ᾿
αὐτὴν
πολλοὺς ἀπὸ τοὺς
Χαλδαίους νὰ καταφάγει. Ἐκείνη λοιπὸν
τὴν πυρκαγιὰ καταπατοῦσαν
oι παῖδες, ἀφοῦ εἰσῆλθαν μὲ
νηστεία, ἀναπνέοντας ἔτσι στὴν
ὁρμητικὴ
φωτιὰ σὰν
λεπτὴ αὔρα
καὶ δροσερή. Διότι ἡ φωτιὰ
οὔτε τὶς
τρίχες δὲν ἐπείραξε,
ἐπειδὴ
τὶς εἶχε
ἐκθρέψει ἡ νηστεία (Δανιὴλ
3, 24- 33).
7. Καὶ ὁ Δανιήλ, ὁ ἄνδρας τῶν ἐπιθυμιῶν, αὐτὸς ποὺ τρεῖς ἑβδομάδες δὲν ἔφαγε ψωμὶ καὶ δὲν ἤπιε νερὸ (Δανιὴλ 10, 2-3) ἐδίδαξε καὶ τὰ λιοντάρια νὰ νηστεύουν, ὅταν κατέβηκε στὸ λάκκο (Δανιὴλ 6, 16-22). Διότι σὰν ἀπὸ πέτρα ἢ χαλκὸ ἢ κάποια ἄλλη στερεὰ ὕλη νὰ ἦταν κατασκευασμένος, τὰ λιοντάρια δὲν μποροῦσαν νὰ μπήξουν τὰ δόντια τους. Ἔτσι ἡ νηστεία, ἀφοῦ ἐδυνάμωσε τὸ σῶμα τοῦ ἀνδρὸς ὅπως ἡ βαφὴ τὸ σίδηρο, τὸ ἔκανε ἀδάμαστο στὰ λιοντάρια· διότι δὲν ἄνοιγαν τὸ στόμα κατὰ τοῦ ἁγίου. Ἡ νηστεία «ἔσβησε τὴν δύναμη τῆς φωτιᾶς, ἔφραξε τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν» (Ἑβρ. 11, 33-34).
Τὰ ἀγαθὰ τῆς
νηστείας.
Ἡ νηστεία ἀναπέμπει τὴν προσευχὴ στὸν οὐρανό, μὲ τὸ νὰ γίνεται σ᾿ αὐτὴν κατὰ κάποιο τρόπο φτερὸ πρὸς τὴν ἄνω πορεία της. Ἡ νηστεία εἶναι προκοπὴ τῶν οἴκων, ὑγείας μητέρα, νεότητος παιδαγωγός, στολίδι στοὺς γέροντες, καλὴ συνοδοιπόρος στοὺς πεζοπόρους, ἀσφαλὴς ὁμόσκηνος στοὺς συγκατοίκους. Ὁ ἄνδρας δὲν ὑποψιάζεται κίνδυνο τοῦ γάμου, ὅταν βλέπει τὴν γυναῖκα νὰ ζεῖ μὲ τὴ νηστεία. Δὲν λυώνει ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν ζηλοτυπία, ὅταν βλέπει τὸν ἄνδρα νὰ νηστεύει. Ποιὸς ἐζημίωσε τὸ σπίτι του μὲ τὴ νηστεία; Ὑπολόγισε σήμερα τὰ πράγματα τοῦ σπιτιοῦ καὶ ὑπολόγισε τὰ καὶ μετά· δὲν θὰ λείψει τίποτε μὲ τὴ νηστεία ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα στὸ σπίτι. Κανένα ζῷο δὲν βγάζει κραυγὲς θανάτου, πουθενὰ αἷμα, πουθενὰ ἀπόφαση, ποὺ ὑπαγορεύεται κατὰ τῶν ζῴων ἀπὸ τὴν ἄκαμπτη κοιλιά. Ἔχει σταματήσει τὸ μαχαῖρι τῶν μαγείρων· τὸ τραπέζι ἀρκεῖται στὰ πρόχειρα. Τὸ Σάββατο ἐδόθηκε στοὺς Ἰουδαίους, «γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ, λέγει, τὸ ὑποζύγιό σου καὶ o δοῦλος σου» (Ἔξοδ. 20, 10).
Ὁμιλεῖ γιὰ
τὶς 5 ἑβδομάδες τῆς
Μ. Τεσσαρακοστῆς.
Ἂς
γίνει ἡ νηστεία ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς
συνεχεῖς κόπους στοὺς ὑπηρέτες
ποὺ ὑπηρετοῦν καθ᾿ ὅλο τὸ ἔτος. Ἀνάπαυσε
τὸν μάγειρά σου, δῶσε ἄδεια
στὸν τραπεζοκόμο, σταμάτησε τὸ χέρι τοῦ
κεραστῆ, ἂς
σταματήσει κάποτε καὶ ὁ
παρασκευαστὴς τῶν
ποικίλων γλυκισμάτων. Ἂς ἡσυχάσει
κάποτε καὶ τὸ
σπίτι ἀπὸ
τοὺς μύριους θορύβους, καὶ ἀπὸ τὸν
καπνὸ καὶ
τὴν τσίκνα καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀνεβοκατεβαίνουν καὶ
ποὺ ὑπηρετοῦν σὰν
ἀμείλικτη κυρία τὴν κοιλιά. Πάντως κάποτε καὶ οἱ
φοροεισπράκτορες ἐπιτρέπουν γιὰ λίγο στοὺς
ὑποχειρίους τους νὰ ζήσουν ἐλεύθερα.
Ἂς δώσει κάποια ἀνάπαυλα καὶ ἡ κοιλιὰ
στὸ στόμα, ἂς κάμει γιὰ
μᾶς πενθήμερες ἀνακωχές, αὐτὴ ποὺ
πάντοτε ἀπαιτεῖ
καὶ οὐδέποτε
σταματᾷ, αὐτὴ ποὺ
σήμερα παίρνει καὶ αὔριο
λησμονεῖ. Ὅταν
χορτάσει, φιλοσοφεῖ περὶ ἐγκρατείας, ὅταν
ἀδειάσει λησμονεῖ τὶς
φιλοσοφικὲς δοξασίες.
8. Ἡ νηστεία δὲν
γνωρίζει τὴν φύση τοῦ δανείου· δὲν
μυρίζει ἀπὸ
τόκους ἡ τράπεζα τοῦ νηστευτῆ·
δὲν πνίγουν τὸ ὀρφανὸ παιδὶ
οἱ πατρικοὶ τόκοι τοῦ
νηστευτῆ, σὰν
φίδια περιπλεκόμενα. Καὶ διαφορετικὰ ἡ
νηστεία γίνεται ἀφορμὴ
γιὰ εὐφροσύνη.
Διότι ὅπως ἡ
δίψα γλυκὸ τὸ
ποτὸ καθιστά, καὶ ἡ
πεῖνα ποὺ
προκλήθηκε κάνει εὐχάριστο τὸ τραπέζι, ἔτσι
καὶ τὴν
ἀπόλαυση τῶν φαγητῶν
φαιδρύνει ἡ νηστεία. Διότι μὲ τὸ
νὰ παρεμβληθεῖ στὸ
μέσο καὶ νὰ
διακόψει τὴν συνέχεια τῆς τρυφῆς,
θὰ κάμει ὥστε
νὰ σοῦ
φανεῖ ἡ
λήψη τῆς τροφῆς
ἐπιθυμητὴ
σὰν ἀπόδημη.
Ὥστε ἐὰν
θέλεις γιὰ τὸν
ἑαυτό σου νὰ ἑτοιμάσεις
ἐπιθυμητὴ
τράπεζα, δέξου τὴν μεταβολὴ ποὺ
προέρχεται ἀπὸ
τὴ νηστεία. Σὺ δὲ
περικυκλωμένος πάρα πολὺ ἀπὸ τὴν
τρυφή, ἔχεις ξεχάσει τὸν ἑαυτό
σου ἀμαυρώνοντας τὴν ἀπόλαυση
καὶ ἀπὸ φιληδονία ἐξαφανίζοντας
τὴν πραγματικὴ εὐχαρίστηση.
Διότι, τίποτε δὲν ὑπάρχει
τόσον ἐπιθυμητό, ὥστε νὰ
μὴν καταφρονεῖται μὲ
τὴν συνεχῆ ἀπόλαυση. Ἐκείνων
δὲ ποὺ
εἶναι σπάνια ἡ ἀπόκτηση,
αὐτῶν
ἡ ἀπόλαυση
γίνεται περισπούδαστη. Ἔτσι καὶ ὁ κτίστης μας ἐπενόησε
μὲ τὴν
ποικιλία στὴ ζωὴ
νὰ παραμένει σέ μας ἡ χάρη αὐτῶν ποὺ ἔχουν δοθεῖ.
Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ ὁ ἥλιος
εἶναι λαμπρότερος μετὰ τὴν
νύκτα; Καὶ ἡ ἀγρυπνία γλυκύτερη μετὰ
τὸν ὕπνο;
Καὶ ἡ ὑγεία πιὸ ἐπιθυμητὴ
μετὰ τὴν
πεῖρα τῶν
ἀντιθέτων; Καὶ ἡ
τράπεζα λοιπὸν εἶναι
πιὸ εὐχάριστη
μετὰ τὴ
νηστεία· ὅμοια μὲν
στοὺς πλουσίους καὶ σ᾿
αὐτοὺς
ποὺ παρέχουν πλούσια γεύματα καὶ στοὺς
λιτοὺς καὶ
στοὺς πρόχειρους κατὰ τὴν
δίαιτα.
9. Νὰ φοβᾶσαι τὸ παράδειγμα τοῦ πλουσίου. Ἐκεῖνον παρέδωσε στὸ πῦρ ἡ συνεχὴς τρυφή. Διότι ἂν καὶ δὲν κατηγορήθηκε γιὰ ἀδικία, ἀλλὰ γιὰ τρυφηλὴ ζωή, ἐτηγανιζόταν στὴν φλόγα τῆς καμίνου. Γιὰ νὰ σβήσουμε λοιπὸν τὸ πῦρ ἐκεῖνο, χρειάζεται νερό. Καὶ ὄχι μόνον γιὰ τὰ μέλλοντα πράγματα εἶναι ὠφέλιμος ἡ νηστεία, ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν σάρκα πιὸ ἐπωφελής. Διότι oι μεγάλες παχυσαρκίες ἔχουν ὑποτροπὲς καὶ μεταπτώσεις, ὅποτε ἡ φύση κάμπτεται καὶ ἀδυνατεῖ νὰ σηκώσει τὸ βάρος τῆς παχυσαρκίας.
Ἡ ἀξία τοῦ
νεροῦ γιὰ τὴν
ὑγεία.
Πρόσεχε μὴ τυχὸν τώρα, ἀποστρεφόμενος τὸ νερό, ἐπιθυμήσεις ὕστερα μία σταγόνα, ὅπως καὶ ὁ πλούσιος (Λουκ. 16, 24). Κανεὶς δὲν ἐμέθυσε ἀπὸ τὸ νερό. Κανενὸς δὲν ἐπόνεσε τὸ κεφάλι διότι ἐβαρύνθηκε ἀπὸ τὸ νερό. Κανεὶς δὲν ἐχρειάσθηκε ξένα πόδια πίνοντας νερό. Κανενὸς τὰ πόδια δὲν ἐδέθησαν, κανενὸς τὰ χέρια δὲν ἀχρηστεύθηκαν, ποτιζόμενα μὲ νερό. Διότι ἡ ἐλαττωματικὴ πέψη, ποὺ ἀκολουθεῖ ἀναγκαστικὰ στοὺς ζῶντες μὲ τρυφηλότητα, αὐτὴ φέρνει τὰ φοβερὰ νοσήματα στὰ σώματα. Τὸ χρῶμα τοῦ νηστεύοντος σεμνό, δὲν κοκκινίζει ἀδιάντροπα, ἀλλὰ εἶναι στολισμένο μὲ τὴν σώφρονα χλωμάδα· ὀφθαλμὸς πρᾶος, βάδισμα σεμνοπρεπές, πρόσωπο σοβαρὸ ποὺ δὲν ἀσχημίζει μὲ τὸ ἀκόλαστο γέλιο, λόγια μετρημένα, καρδιὰ καθαρή. Θυμήσου τοὺς ἁγίους ὅλων τῶν αἰώνων, «γιὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἦταν ἄξιος ὁ κόσμος» ποὺ ἐγύριζαν «φορώντας δέρματα προβάτων καὶ δέρματα γιδιῶν, ἔχοντας στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες» (Ἑβρ.11, 37-38). Ἐκείνων νὰ θυμᾶσαι τὴν διαγωγή, ἐὰν ἀκριβῶς ἐπιζητεῖς νὰ εἶσαι μὲ τὸ μέρος τους.
Παραδείγματα
νηστείας, ὁ Ἰωάννης ὁ
Βαπτιστής, ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος.
Τί ἀνάπαυσε τὸν Λάζαρο στοὺς κόλπους τὸν Ἀβραάμ; Ὄχι ἡ νηστεία; Ἢ ζωὴ δὲ τοῦ Ἰωάννου ὑπῆρξε μιὰ συνεχὴς νηστεία· ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε κρεββάτι, οὔτε τραπέζι, οὔτε καλλιεργήσιμη γῆ, οὔτε βόδι γιὰ ὄργωμα, οὔτε ἀρτοποιό, οὔτε τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὰ πράγματα τῆς ζωῆς. Γιὰ τοῦτο «μεταξὺ τῶν γεννηθέντων ἀπὸ τὶς γυναῖκες μεγαλύτερος δὲν ἔχει ἀναφανεῖ ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή» (Ματθ. 11, 11). Τὸν Παῦλο μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα καὶ ἡ νηστεία, ποὺ ἀπαρίθμησε στὰ καυχήματα γιὰ τὶς θλίψεις του, τὸν ἀνέβασε στὸν τρίτο οὐρανὸ (Β´ Κορινθ. 11, 27· 12, 2). Ὁ πρῶτος δὲ γιὰ ὅσα ἔχουμε πεῖ, ὁ Κύριός μας, ἀφοῦ ὀχύρωσε μὲ νηστεία τὴν σάρκα, ποὺ ἐπῆρε γιὰ χάρη μας, ἔτσι ἐδέχθηκε σ᾿ αὐτὴ (Ματθ. 4, 2) τοῦ διαβόλου τὶς προσβολές, καὶ γιὰ νὰ μᾶς διδάσκει νὰ ἑτοιμαζόμαστε μὲ νηστεῖες καὶ νὰ γυμναζόμαστε γιὰ τοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν πειρασμῶν, καὶ γιὰ νὰ προσφέρει στὸν ἀντίπαλο μὲ τὴν στέρηση κατὰ κάποιο τρόπο λαβή. Ἀπρόσιτος θὰ ἦταν σ᾿ αὐτὸν λόγω τοῦ ὕψους τῆς θεότητος, ἐὰν μὲ τὴν φτώχεια δὲν εἶχε κατεβῇ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο. Ἐπανερχόμενος λοιπὸν στοὺς οὐρανούς, ἔφαγε, γιὰ νὰ πιστοποιήσει τὴν φύση τοῦ ἀναστάντος σώματος. Σὺ δὲ παραπαχαίνοντας τὸν ἑαυτό σου καὶ ὄντας πολύσαρκος, δὲν γίνεσαι μαλθακός; Ἐξασθενίζοντας δὲ τὸ νοῦ μὲ ἀτροφία, γιὰ τὰ σωτήρια καὶ ζωοποιὰ διδάγματα μπορεῖς νὰ μιλήσεις; Ἢ ἀγνοεῖς ὅτι, ὅπως σὲ πολεμικὴ παράταξη, ἡ συμμαχία μὲ τὸν ἄλλον φέρνει τὴν ἧττα τοῦ ἀντιπάλου, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ συμμαχεῖ μὲ τὴν σάρκα, ἀνταγωνίζεται τὸ πνεῦμα καὶ αὐτὸς ποὺ πηγαίνει μὲ τὴν παράταξη τοῦ πνεύματος ὑποδουλώνει τὴν σάρκα; «Διότι αὐτὰ μεταξὺ τοὺς εἶναι ἀντίθεται» (Γαλατ. 5, 17). Ὥστε, ἐὰν θέλεις νὰ κάνεις ἰσχυρὸ τὸ νοῦ, νὰ δαμάσεις τὴν σάρκα μὲ τὴ νηστεία. Διότι αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ὁ ἀπόστολος· ὅτι «ὅσον ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπος φθείρεται, τόσον ὁ ἐσωτερικὸς ἀνακαινίζεται» (Β´ Κορ. 4,16)· καὶ τό· «ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατός» (Β´ Κορ. 12, 10). Δὲν θὰ περιφρονήσεις τὰ φαγητὰ ποῦ χάνονται; Δὲν θὰ ἐπιθυμήσεις τὴν τράπεζα τῆς βασιλείας, τὴν ὁποία ἐξάπαντος ἡ ἐδῶ νηστεία θὰ ἐξωραΐσει; Ἀγνοεῖς ὅτι μὲ τὴν ἀμετρία τοῦ χορτασμοῦ ἑτοιμάζεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου παχὺ τὸν βασανιστὴ σκώληκα; Διότι ποιὸς ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν μὲ πλούσια τροφὴ καὶ διαρκὴ τρυφὴ ἐδέχθηκε κάποια κοινωνία πνευματικοῦ χαρίσματος; Ὁ Μωυσῆς γιὰ νὰ λάβει δεύτερη νομοθεσία ἐχρειάσθηκε μία ἀκόμη δεύτερη νηστεία. Στοὺς Νινευίτες, ἐὰν καὶ τὰ ζῷα δὲν εἶχαν νηστεύσει, δὲν θὰ εἶχαν διαφύγει τὴν ἀπειλὴ τῆς καταστροφῆς (Ἰωνᾶς 3, 4-10). Ποίων τὰ σώματα ἔπεσαν στὴν ἔρημο; (Ἑβρ. 3, 17). Ὄχι αὐτῶν ποῦ ἐπιζητοῦσαν τὴν κρεοφαγία; (Ἀριθμ.11, 33). Ἐκεῖνοι μὲν ἕως ὅτου εἶχαν ἀρκεσθεῖ στὸ μάννα καὶ στὸ νερὸ ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν πέτρα, ἐνικοῦσαν τοὺς Αἰγυπτίους, περπατοῦσαν μέσα ἀπὸ τὴν θάλασσα. «Δὲν ὑπῆρχε στὶς φυλὲς τοὺς κανένας ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ περπατήσει» (Ψαλμ. 104, 37)· ἐπειδὴ δὲ ἐθυμήθηκαν τὰ κρέατα στοὺς λέβητες (Ἔξοδ.16, 3) καὶ ἐστράφησαν μὲ τὶς ἐπιθυμίες τους στὴν Αἴγυπτο, δὲν εἶδαν τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας.
Ἡ
πολυφαγία ἀτονεῖ τὴν
πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Δὲν φοβεῖσαι τὸ παράδειγμα; Δὲν φρίττεις γιὰ τὴν πολυφαγία, μήπως σὲ ἀποκλείσει ἀπὸ τὰ ἐλπιζόμενα ἀγαθά; Ἀλλ᾿ οὔτε ὁ σοφὸς Δανιὴλ θὰ ἔβλεπε τὰ ὁράματα, ἐὰν μὲ τὴ νηστεία δὲν ἔκανε καθαρότερη τὴν ψυχή. Διότι ἀπὸ τὴν παχειὰ τροφὴ κατὰ κάποιο τρόπο καπνώδεις ἀναθυμιάσεις ἀνερχόμενες, σὰν πυκνὸ σύννεφο, διακόπτουν τὶς ἐλλάμψεις ποὺ ἔρχονται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ νοῦ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀγγέλων ὑπάρχει κάποια τροφή, εἶναι ὁ ἄρτος, καθὼς λέγει ὁ προφήτης· «ἄρτον ἀγγέλων [«Εἶναι ἡ λογικὴ καὶ οὐράνιος δύναμη ποὺ διατρέφονται οἱ ἄγγελοι», ἐξηγεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος (βλέπε τόμος 6ος σελ. 262. Ε.Π.Ε.). Δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴν ὑλικὴ τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου] ἔφαγεν ὁ ἄνθρωπος» (Ψαλμ. 77, 25). Ὄχι κρέας, οὔτε οἶνος, οὔτε ὅσα εἶναι στὴν φροντίδα τῶν δούλων τῆς κοιλιᾶς. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο γιὰ τὴν ἐκστρατεία κατὰ τῶν δαιμόνων. «Διότι τὸ γένος αὐτὸ δὲν ἐξέρχεται, παρὰ μόνον μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία» (Μαρκ. 9, 28).
Ἡ ἐγκράτεια δὲν
ὑπάρχει χωρὶς τὴ
νηστεία.
Καὶ τὰ μὲν ἀγαθὰ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴ νηστεία εἶναι τόσα πολλά· ὁ δὲ κορεσμὸς εἶναι ἡ ἀρχὴ τῶν πτώσεων. Διότι συγχρόνως εἰσορμᾶ μὲ τὴν τρυφὴ καὶ τὴν μέθη καὶ τὰ ποικίλα καρυκεύματα κάθε εἶδος κτηνώδους ἀκολασίας. Ἀπ᾿ ἐδῶ οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἵπποι θηλυμανεῖς» (Ἱερεμ. 5, 8) ἀπὸ τὸν οἶστρο τῆς τρυφῆς ποὺ γεννᾶται στὴν ψυχή. Οἱ διαστροφὲς τῆς φύσεως προέρχονται ἀπὸ τοὺς μεθύσους, ποὺ ἐπιζητοῦν τὴν μὲν γυναῖκα στὸν ἄνδρα, τὸν δὲ ἄνδρα στὴν γυναῖκα. Ἡ νηστεία ὅμως γνωρίζει ὅρια καὶ στὰ ἔργα τοῦ γάμου καὶ τιμωρώντας τὴν ἀμετρία τῶν ἐπιτρεπομένων ἀπὸ τὸ νόμο, ἐπιφέρει σύμφωνη ἀνάπαυλα, γιὰ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴν προσευχὴ (Α´ Κορ. 7, 5).
Ἡ ἀληθινὴ
νηστεία εἶναι ἀποξένωση ἀπὸ τὰ
κακά.
10. Μὴ λοιπὸν περιορίζεις τὸ καλό της νηστείας στὴν ἀποχὴ μόνον ἀπὸ τὰ φαγητά. Διότι ἡ ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἀποξένωση ἀπὸ τὰ κακά. «Νὰ λύσεις τὰ δεσμὰ τῆς ἀδικίας» (Ἡσ. 63, 6)· συγχώρησε τὸν πλησίον γιὰ τὴν λύπη, συγχώρησε τὸν γιὰ τὰ χρέη. «Νὰ μὴ νηστεύετε χάριν διαμάχης καὶ φιλονικίας» (Ἡσ. 63, 4). Δὲν τρώγεις κρέατα, ἀλλὰ τρώγεις τὸν ἀδελφό σου. Δὲν πίνεις οἶνο, ἀλλὰ δὲν εἶσαι ἐγκρατὴς στὶς ὕβρεις. Περιμένεις τὸ βράδυ γιὰ νὰ λάβεις τροφή, ἀλλὰ ξοδεύεις τὴν ἡμέρα στὰ δικαστήρια. «Ἀλλοίμονο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ δὲν μεθοῦν μὲ κρασί» (Ἡσ. 28, 1).
Τί εἶναι ὁ
θυμός, ἡ λύπη καὶ ὁ
φόβος.
Ὁ
θυμὸς εἶναι
ἡ μέθη τῆς
ψυχῆς, διότι τὴν κάνει παράφρονα ὅπως
ὁ οἶνος.
Ἡ λύπη εἶναι
μέθη καὶ αὐτή,
διότι καταπνίγει τὴν διάνοια. Ὁ φόβος εἶναι
ἄλλη μέθη, ὅταν συμβαίνει ἐκεῖ ποὺ
δὲν πρέπει. «Διότι, ἀπὸ
τὸν φόβο, λέγει, τοῦ ἐχθροῦ νὰ ἀπαλλάξεις τὴν
ψυχή μου» (Ψαλμ.63, 2). Καὶ
γενικά, καθένα ἀπὸ
τὰ πάθη ποὺ παραλογίζει τὸ
νοῦ δικαίως θὰ ὀνομαζόταν
μέθη. Σκέψου, παρακαλῶ, τὸν
ὀργιζόμενο πὼς μεθᾷ ἀπὸ
τὸ πάθος. Δὲν εἶναι
ὁ ἴδιος
κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του· ἀγνοεῖ τὸν
ἑαυτό του, ἀγνοεῖ
τοὺς παρόντες, σὰν νὰ
μάχεται μέσα στὴ νύχτα τὰ πιάνει ὅλα,
σκοντάφτει σ᾿ ὅλα,
δὲν ξέρει τί λέγει, εἶναι δυσκολοσυγκράτητος, ὑβρίζει,
κτυπᾷ, ἀπειλεῖ, ὁρκίζεται,
κραυγάζει, ξεσχίζεται. Ἀπόφυγε αὐτὴ
τὴν μέθη, μήτε νὰ καταδεχθεῖς
τὴν μέθη ἀπὸ τὸν
οἶνο. Νὰ
μὴν περιφρονήσεις τὴν ὑδροποσία
ἀπὸ
τὴν οἰνοποσία.
Νὰ μὴν
σὲ ὁδηγήσει
ἡ μέθη στὴ νηστεία. Δὲν
ὑπάρχει εἴσοδος στὴ
νηστεία ἀπὸ
τὴν μέθη· οὔτε βέβαια ἀπὸ τὴν
πλεονεξία στὴν δικαιοσύνη, οὔτε ἀπὸ τὴν
ἀκολασία στὴ σωφροσύνη, οὔτε,
γιὰ νὰ
πῶ γενικά, ἀπὸ
τὴν κακία στὴν ἀρετή.
Ἄλλη εἶναι
ἡ θύρα γιὰ τὴ
νηστεία.
Ἡ
μέθη εἰσάγει στὴν ἀκολασία
καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ
νηστεία.
Ἡ
μέθη εἰσάγει στὴν ἀκολασία,
καὶ ἡ ἐγκράτεια στὴ
νηστεία. Ὁ ἀθλητὴς προγυμνάζεται, ὁ
νηστευτὴς προεγκρατεύεται. Μὴ θέτεις τὴν
μέθη πρὸ τῶν
πέντε ἡμερῶν,
σὰν νὰ ἐκδικεῖσαι
τὶς ἡμέρες,
οὔτε σὰν
νὰ ἐξαπατᾷς μὲ
σοφίσματα τοῦ νομοθέτη. Καθ᾿ ὅσον
μάλιστα ἀνώφελα κοπιάζεις, τὸ μὲν
σῶμα νὰ
διαλύεις, οὔτε δὲ
νὰ παρηγορεῖσαι γιὰ
τὴν στέρηση. Ἡ ἀποθήκη
εἶναι ἀναξιόπιστη,
ἀντλεῖς
σὲ τρυπημένο πιθάρι. Διότι ὁ μὲν
οἶνος διαῤῥέει,
τρέχοντας τὸν ἴδιο
δρόμο, ἡ δὲ ἁμαρτία παραμένει. Ὁ
δοῦλος δραπετεύει ὅταν τὸν
κτυπᾷ ὁ
κύριος, σὺ ὅμως
παραμένεις στὸν οἶνο,
ποῦ καθημερινά σου κτυπᾷ τὸ
κεφάλι; Μέτρο ἄριστό της χρήσεως τοῦ οἴνου,
ἡ ἀνάγκη
τοῦ σώματος (Α´ Τιμ. 5, 23). Ἐὰν δὲ
φύγεις ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια, αὔριο
θὰ εἶσαι
μὲ βαρὺ
κεφάλι, θὰ χάσκεις, θὰ ζαλίζεσαι, θὰ
μυρίζεις κρασίλα· ὅλα θὰ
σοῦ φαίνονται ὅτι γυρίζουν, ὅλα
ὅτι κλονίζονται. Ἡ μέθη βέβαια ὕπνο
μὲν φέρει, ἀδελφό του θανάτου, ἐγρήγορση
δὲ ποὺ
μοιάζει μὲ ὄνειρα.
11. Ἄραγε γνωρίζεις ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ πρόκειται νὰ ὑποδεχθεῖς; Αὐτὸς ποὺ μᾶς ὑποσχέθηκε, ὅτι «ἐγὼ καὶ ὁ πατέρας θὰ ἔλθουμε, σ᾿ αὐτὸν καὶ θὰ κατοικήσουμε μαζί» (Ἰω. 14, 23). Γιατί λοιπὸν δείχνεις προτίμηση στὴ μέθη καὶ κλείνεις τὴν εἴσοδο στὸν Δεσπότη; Γιατί προτρέπεις τὸν ἐχθρὸ νὰ προκαταλάβει τὰ ὀχυρώματά σου; Ἡ μέθη δὲν ὑποδέχεται τὸν Κύριο· ἡ μέθη ἀπομακρύνει τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Διότι ὁ μὲν καπνὸς ἀποδιώχνει τὶς μέλισσες, ἡ κραιπάλη ἀποδιώχνει τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.
Ἡ
κοινωνικὴ σημασία τῆς νηστείας.
Ἡ νηστεία εἶναι ἡ εὐπρέπεια τῆς πόλεως, ἡ σταθερότητα τῆς ἀγορᾶς, ἡ εἰρήνη τῶν σπιτιῶν, ἡ σωτηρία τῶν ὑπαρχόντων. Θέλεις νὰ δεῖς τὴν μεγαλοπρέπειά της; Σύγκρινε, παρακαλῶ, τὴν σημερινὴ ἑσπέρα μὲ τὴν αὔριο καὶ θὰ δεῖς νὰ μεταπίπτει ἡ πόλη ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ τὴν ζάλη σὲ βαθειὰ γαλήνη. Εὔχομαι δὲ ἡ σημερινὴ νὰ μοιάζει μὲ τὴν αὐριανὴ κατὰ τὴν σεμνότητα καὶ ἡ αὐριανὴ νὰ μὴν ὑπολείπεται σὲ φαιδρότητα ἀπὸ τὴν σημερινή. Ὁ δὲ Κύριος ποὺ μᾶς ὁδήγησε σ᾿ αὐτὴ τὴν περίοδο τοῦ χρόνου, εἴθε νὰ μᾶς χαρίσει, κατὰ κάποιο τρόπο σὰν ἀγωνιστές, ἀφοῦ ἐπιδείξουμε στοὺς προκαταρκτικοὺς ἀγῶνες τὴν στερεότητα καὶ τὴν δύναμη τῆς καρτερίας, νὰ φθάσουμε καὶ στὴν κυρία ἡμέρα τῶν στεφάνων· τώρα μὲν τῆς ἀναμνήσεως τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος, στὸν μέλλοντα δὲ αἰῶνα, τῆς ἀνταποδόσεως αὐτῶν ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς ζήσει κατὰ τὴν δίκαιη κρίση αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ, διότι σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.
Μέγας Βασίλειος - Λόγος
Β´ γιὰ τὴ Νηστεία
Ἀπόδοση στὴν ὁμιλουμένη:
Δημήτριος Ἀθανασόπουλος,
Θεολόγος. Ἐκδόσεις:
Νεκτάριος Παναγόπουλος.
Ἡ προτροπὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου γιὰ τὴ νηστεία
1. «Παρηγορεῖτε,
λέγει, ἱερεῖς τὸν λαό· ὁμιλήσατε στὰ αὐτιὰ τῆς Ἱερουσαλήμ» (Ἡσ.
40, 1-2). Ἡ φύση τοῦ λόγου εἶναι ἱκανή, τῶν μὲν φιλοπόνων νὰ ἐντείνει τὶς δυνάμεις, τῶν δὲ ὀκνηρῶν καὶ νωθρῶν νὰ διεγείρει τὴν προθυμία. Γιὰ τοῦτο μὲν οἱ στρατηγοί, ὅταν παρατάσσουν τὸν στρατὸ γιὰ τὴν μάχη, μεταχειρίζονται τοὺς προτρεπτικοὺς λόγους πρὶν ἀπὸ τοὺς ἀγῶνες,
καὶ τόση δύναμη ἔχει ἡ παραίνεση, ὥστε σὲ πολλοὺς ἐμπνέει πολλὲς φορὲς ἀκόμη καὶ περιφρόνηση τοῦ θανάτου.
Οἱ γυμναστὲς δὲ καὶ οἱ ἐκπαιδευτές, ὅταν ὁδηγοῦν τοὺς ἀθλητὲς στοὺς ἀγῶνες τῶν σταδίων, κάνουν πολλὲς προτροπὲς περὶ τοῦ ὅτι πρέπει νὰ μοχθοῦν γιὰ τὰ στεφάνια, ὥστε καὶ πολλοὶ νὰ πείθωνται μὲ τὴν φιλοτιμία στὴ νίκη νὰ περιφρονοῦν τὰ σώματα. Γιὰ τοῦτο λοιπὸν καὶ σὲ μένα ποὺ παρατάσσω τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν καὶ ποὺ προετοιμάζω μὲ τὴν ἐγκράτεια τοὺς ἀθλητὲς τῆς εὐσεβείας γιὰ τὰ στεφάνια τῆς δικαιοσύνης, εἶναι ἀναγκαῖος ὁ προτρεπτικὸς λόγος. Τί λοιπὸν λέγω ἀδελφοί; Ὅτι αὐτοὶ ποὺ μελετοῦν τὴν τακτική του πολέμου καὶ ἀσκοῦνται στὶς παλαῖστρες,
φυσικὸ εἶναι μὲ τὴν ἀφθονία τῆς τροφῆς νὰ παχαίνουν τοὺς ἑαυτούς τους, ὥστε δυναμικότερα νὰ καταπιάνονται μὲ τοὺς ἀγῶνες· αὐτοὶ δὲ «ποὺ δὲν παλεύουν μὲ αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ μὲ τὶς ἀρχές, μὲ τὶς ἐξουσίες,
μὲ τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τούτου, μὲ τὰ πνευματικά της πονηρῖας» (Ἐφεσ.6, 12), αὐτοὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀσκοῦνται γιὰ τὸν πόλεμο αὐτὸν μὲ τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια. Διότι τὸ μὲν λάδι παχαίνει τὸν ἀθλητή,
ἢ δὲ νηστεία ἰσχυροποιεῖ τὸν ἀσκητὴ τῆς εὐσεβείας.
Ὥστε ὅσον ἀφαιρεῖς ἀπὸ τὴν σάρκα, τόσον θὰ κάμεις νὰ ἀπαστράπτει ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ λαμπρότητα. Διότι ὄχι μὲ σωματικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ μὲ τὴν καρτερία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν ὑπομονὴ στὶς θλίψεις ἐπιτυγχάνεται ἡ κυριαρχία πρὸς τὶς ἀόρατες δυνάμεις.
Γιατί ἡ νηστεία εἶναι ὠφέλιμη;
2. Ἡ νηστεία μὲν λοιπὸν εἶναι ὠφέλιμη γιὰ ὅλο τὸν χρόνο, γιὰ αὐτοὺς ποὺ τὴν προτιμοῦν
(διότι οὔτε ἡ δαιμονικὴ ἐπήρεια δὲν ἀποθρασύνεται κατὰ τοῦ νηστευτῆ,
καὶ οἱ φύλακες τῆς ζωῆς μας ἄγγελοι μὲ περισσότερη προθυμία παραμένουν στοὺς καθαρισμένους στὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴ νηστεία)· πολὺ δὲ περισσότερο τώρα,
ὅποτε σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη διαδίδεται τὸ κήρυγμα. Καὶ οὔτε κάποιο νησί,
οὔτε ἤπειρος, οὔτε πόλη, οὔτε ἔθνος,
οὔτε ἄκρη τῆς γῆς, ὑπάρχει ποὺ νὰ μὴν ἀκούεται τὸ κήρυγμα. Ἀλλὰ καὶ τὰ στρατόπεδα καὶ οἱ ὁδοιπόροι καὶ
oι ναῦτες καὶ οἱ ἔμποροι, ὅλοι ὁμοίως καὶ ἀκούουν τὴν διδασκαλία καὶ μὲ χαρὰ τὴν ὑποδέχονται. Ὥστε κανεὶς νὰ μὴν ἑξαιρέσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὸν κατάλογο τῶν νηστευτῶν, σ᾿ αὐτὸν συμπεριλαμβάνονται ὅλα τὰ γένη καὶ κάθε ἡλικία
καὶ ὅλες οἱ διαφορὲς τῶν ἀξιωμάτων. Ἄγγελοι εἶναι ποὺ ἀπογράφουν σὲ κάθε ἐκκλησία τοὺς νηστευτές. Πρόσεχε μὴ στερηθεῖς γιὰ τὴν μικρὴ ἡδονὴ τῶν φαγητῶν τὴν ἀπογραφὴ τοῦ ἀγγέλου, ὑπόδικο δὲ κάνεις τὸν ἑαυτό σου στὸ στρατολόγο, γιὰ δίκη ἐπὶ λιποταξία.
Μικρότερος εἶναι ὁ κίνδυνος κάποιου ποὺ πέταξε τὴν ἀσπίδα στὴν μάχη νὰ τιμωρηθεῖ παρὰ νὰ φανεῖ ὅτι ἀπορρίπτει τὸ μεγάλο ὅπλο τῆς νηστείας. Εἶσαι πλούσιος; Μὴν βρίζεις τὴ νηστεία, ἀπαξιώνοντας νὰ τὴν κάνεις ὁμοτράπεζο· μήτε νὰ τὴν ἀποπέμψεις ἀπὸ τὸ σπίτι σου ἀτιμασμένη ἀπὸ τὴν ἡδονή,
γιὰ νὰ μὴν σὲ καταγγείλη κάποτε στὸ νομοθέτη τῶν νηστειῶν καὶ σοῦ ἐπιφέρει πολλαπλάσια τὴν στέρηση ἀπὸ καταδίκη, ἡ σωματικὴ ἀρρώστια, ἢ κάποια ἄλλη δυσχερῆ περίσταση. Ο φτωχὸς νὰ μὴν εἰρωνεύεται τὴ νηστεία, διότι ἀπὸ πολὺ παλαιὰ τὴν ἔχει συγκάτοικο καὶ ὁμοτράπεζο.
Στὶς γυναῖκες δὲ ὅπως ἡ ἀναπνοή, ἔτσι καὶ ἡ νηστεία εἶναι οἰκεία καὶ φυσιολογική. Τὰ παιδιά, ὅπως τὰ θαλερὰ ἀπὸ τὰ φυτά, μὲ τὸ νερὸ τῆς νηστείας ἂς ποτίζονται. Στοὺς μεγαλύτερους ἐλαφρώνει τὸν κόπο ἡ παλαιὰ οἰκείωση μὲ αὐτή· διότι οἱ κόποι ποὺ ἔχουν ἐμπεδωθεῖ κατόπιν μακρᾶς συνηθείας, δὲν προκαλοῦν τόσον πόνο στοὺς γυμνασμένους. Στοὺς ὁδοιπόρους ἡ νηστεία εἶναι καλὸς συνταξιδιώτης. Διότι ὅπως ἀκριβῶς ἡ τρυφὴ τοὺς ἀναγκάζει νὰ σηκώνουν βάρη, κουβαλώντας μαζί τους τὶς ἀπολαύσεις,
ἔτσι ἡ νηστεία τοὺς κάνει ἐλαφροὺς καὶ εὐκίνητους.
Ἔπειτα,
ὅταν ἀναγγελθεῖ ἐκστρατεία ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς χώρας, τὰ ἀναγκαία, ὄχι ἐκεῖνα ποὺ εἶναι γιὰ τέρψη, προμηθεύονται οἱ στρατιῶτες· ἐμεῖς δὲ ποὺ ἐξερχόμαστε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν καὶ μετὰ τὴ νίκη αὐτῶν τρέχουμε πρὸς τὴν οὐράνιο πατρίδα, δὲν θὰ ἁρμόζει πολὺ περισσότερο, σὰν νὰ τρεφόμαστε σὲ στρατόπεδο,
νὰ ἀρκούμαστε σ᾿ αὐτὰ τὰ ἀναγκαῖα;
Νὰ ἀθλεῖσαι σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
3. Κακοπάθησε σὰν καλὸς στρατιώτης καὶ ἄθλησε νόμιμα, γιὰ νὰ στεφανωθεῖς,
γνωρίζοντας ἐκεῖνο,
ὅτι κάθε ἀγωνιζόμενος, πάντοτε ἐγκρατεύεται
(Β´ Τιμ. 2, 3-5· Α´ Κορ.
9, 25). Αὐτὸ ποὺ ἦλθε στὸ νοῦ μου τώρα ποὺ μιλῶ,
ἀξίζει νὰ μὴν τὸ παραβλέψουμε· ὅτι δηλαδὴ στοὺς κοσμικούς μας στρατιῶτες ἀνάλογα
μὲ τοὺς κόπους αὐξάνεται τὸ συσσίτιο, στοὺς πνευματικοὺς δὲ ὁπλῖτες,
αὐτὸς ποὺ ἔχει τὴν λιγότερη τροφὴ ἔχει τὸ μεγαλύτερο ἀξίωμα.
Διότι ὅπως ἡ περικεφαλαία μας διαφέρει κατὰ τὴν φύση πρὸς τὴν φθαρτή, διότι ἡ ὕλη αὐτῆς εἶναι ὁ χαλκός, ἡ δὲ ἄλλη ἔχει συσταθεῖ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας (Α´ Θέσσ. 5, 8)· καὶ ἡ ἀσπίδα σ᾿ ἐκείνους μὲν ἔχει κατασκευασθεῖ ἀπὸ ξύλο καὶ δέρμα, σέ μας δὲ εἶναι τὸ δόρυ τῆς πίστεως, καὶ ἐμεῖς μὲν ἔχουμε περιφραχθεῖ μὲ τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, ἐκεῖνοι δὲ περιτυλίγουν κάποιον ἁλυσιδωτὸ χιτῶνα,
καὶ γιὰ μᾶς μὲν μάχαιρα πρὸς τὴν ἄμυνα εἶναι αὐτὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος (Ἐφεσ. 6, 16-17), οἱ δὲ προβάλλουν τὴν σιδερένια, ἔτσι εἶναι φανερὸ ὅτι οἱ ἴδιες τροφὲς δὲν δυναμώνουν καὶ τοὺς δυό· ἀλλ᾿ ἐμᾶς μὲν τὰ δόγματα τῆς εὐσεβείας μας δυναμώνουν, σ᾿ ἐκείνους δὲ τὸ γέμισμα τῆς κοιλιᾶς εἶναι ἀναγκαῖο. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ χρόνος ποὺ γυρίζει μας ἔφερε τὶς πολυπόθητες αὐτὲς ἡμέρες,
σὰν παλαιὲς τροφούς, χαρούμενoι ἂς τὶς ὑποδεχθοῦμε· μὲ αὐτὲς ἡ Ἐκκλησία μας ἀνέθρεψε στὴν εὐσέβεια.
Προκειμένου λοιπὸν νὰ νηστεύσεις μὴ σκυθρωπάσεις φαρισαϊκῶς, ἀλλ᾿ εὐαγγελικῶς λάμπρυνε τὸν ἑαυτό σου (Ματθ. 6, 16- 17)· δηλαδὴ νὰ μὴν πενθεῖς γιὰ τὴν στέρηση τῆς κοιλιᾶς,
ἀλλὰ νὰ χαίρεσαι ὁλόψυχα τὶς πνευματικὲς ἀπολαύσεις.
Διότι γνωρίζεις ὅτι «ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα ἐναντίον τῆς σάρκας» (Γάλ.
5, 17). Ἐπειδὴ λοιπὸν αὐτὰ ἀντιτίθενται μεταξύ τους, ἂς μειώσουμε τὴν ἀδυναμία τῆς σάρκας, ἂς αὐξήσουμε δὲ τὴν δύναμη τῶν ψυχῶν, ὥστε μὲ τὴ νηστεία ἀφοῦ λάβουμε τὰ νικητήρια κατὰ τῶν παθῶν,
νὰ φορέσουμε καὶ τὰ στεφάνια τῆς ἐγκράτειας.
Ἡ νηστεία χωρὶς οἰνοποσία, χωρὶς μέθη. Γι᾿ αὐτὸ στὶς ἡμέρες τῆς νηστείας δὲν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση «oίνoυ καὶ ἐλαίου».
Διότι ἡ νηστεία μὲ κρασί, εἶναι νηστεία κίβδηλος. Τί εἶναι ἡ μέθη
4. Ἐμπρός,
κᾶμε λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου ἄξιο γιὰ τὴν τόσο
σεμνὴ νηστεία· μὴ διαφθείρεις μὲ τὴν σημερινὴ μέθη τὴν αὐριανὴ ἐγκράτεια.
Κακὸς ὁ συλλογισμός, πονηρὴ ἡ σκέψη· ἐπειδή μας ἔχει προαγγελθεῖ, πέντε ἡμερῶν νηστεία, σήμερα ἂς βυθιστοῦμε στὴ μέθη. Κανείς,
ἐνῷ πρόκειται νὰ νυμφευθεῖ γυναῖκα σεμνὴ σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τοῦ γάμου, δὲν βάζει στὸ σπίτι τοῦ προηγουμένως παλλακίδες καὶ πόρνες. Διότι ἡ νόμιμος σύζυγος δὲν ἀνέχεται τὴν συνοίκηση μὲ τὶς διεφθαρμένες. Μὴ λοιπὸν καὶ σύ, ἐνῷ ἀναμένεται νηστεία, ὁδηγεῖς πρῶτα τὴν μέθη, τὴν δημόσια πόρνη, τὴν μητέρα τῆς ἀναισχυντίας,
τὴν φίλη του γέλωτα, τὴν μανιακή, τὴν εὔκολη σὲ κάθε ἰδέα ἀσχημοσύνης. Δὲν θὰ μπεῖ ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχὴ σὲ ψυχῇ ποὺ λερώθηκε ἀπὸ τὴν μέθη. Τὸν νηστευτὴ μέσα στὶς ἱερὲς αὐλὲς προσδέχεται ὁ Κύριος, τὸν μέθυσο σὰν ἀκάθαρτο καὶ ἀνίερο δὲν τὸν δέχεται. Διότι ἐὰν ἔλθεις αὔριο μυρίζοντας κρασὶ καὶ μάλιστα χωνεμένο, πῶς θὰ ὑπολογίσω τὴν κραιπάλη σου ὡς νηστεία; Ὅτι δηλαδὴ πρόσφατα δὲν κατανάλωσες πολὺ κρασί,
τοῦτο νὰ μὴν τὸ λογαριάζεις, ἀλλὰ ὅτι δὲν εἶσαι καθαρὸς ἀπὸ κρασί.
Ποῦ νὰ σὲ κατατάξω; Στοὺς μέθυσους ἢ στοὺς νηστευτές; Ἡ περασμένη μέθη σύρει πρὸς τὸν ἑαυτό της· ἡ παροῦσα στέρηση ἐπιβεβαιώνει τὴ νηστεία. Ὑποκείμενος εἶσαι στὴ μέθη, ὅπως ἀκριβῶς ὁ δοῦλος, καὶ δικαίως δὲν θὰ σοῦ ἀπομακρυνθεῖ, διότι μὲ τὸ νὰ παραμείνει ἡ μυρωδιὰ τοῦ οἴνου
(στὸ
στόμα) ὅπως ἀκριβῶς στὸ ἀγγεῖο,
παρέχει σαφεῖς ἀποδείξεις τῆς δουλείας. Εὐθὺς ἀμέσως ἡ πρώτη ἡμέρα τῶν νηστειῶν θὰ σοῦ εἶναι ἄκυρη, διότι μέσα σου μένουν τὰ ὑπόλοιπά της μέθης. Αὐτῶν δὲ ποὺ ἡ ἀρχὴ εἶναι ἄκυρη, καὶ τὸ ὅλο εἶναι φανερὸ ὅτι εἶναι ἀπόβλητο. «Οἱ μέθυσοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ.
6, 10). Ἐὰν ἔρχεσαι μεθυσμένος στὴ νηστεία, ποιὸ εἶναι τὸ ὄφελός σου; Διότι ἐὰν σὲ ἀποκλείει ἡ μέθη ἀπὸ τὴν βασιλεία, ποῦ σοῦ εἶναι λοιπὸν χρήσιμη ἡ νηστεία;
Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ οἱ πιὸ ἔμπειροι πουλαροδαμαστές, ἐνῷ περιμένουν τοὺς ἀγῶνες, μὲ τὴν δίαιτα προετοιμάζουν τὰ ἄλογα ποῦ θ᾿ ἀγωνιστοῦν; Σὺ δὲ ἐξεπίτηδες καταπιέζεις τὸν ἑαυτό σου μὲ τὸν χορτασμό· τόσο πολὺ ξεπερνᾷς καὶ τὰ ἄλογα στὴν γαστριμαργία. Ἡ κοιλιὰ ὅμως βαρυφορτωμένη ὄχι μόνον γιὰ τὸν δρόμο, ἀλλὰ οὔτε καὶ γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι κατάλληλη· διότι καταπιεζόμενη, ἀπὸ τὸ βάρος,
δὲν μπορεῖ νὰ ἠρεμήσει, ἀλλ᾿ ἀναγκάζεται πολλὲς φορὲς νὰ γυρίζει πότε ἀπὸ τὴν μία καὶ πότε ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά.
Τὰ εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα τῆς νηστείας
5. Ἡ νηστεία προφυλάσσει τὰ νήπια, σωφρονίζει τὸ νέο,
κάνει σεβαστὸ τὸν γέροντα, διότι τὰ γεράματα εἶναι πιὸ σεβαστὰ ὅταν στολίζονται μὲ τὴ νηστεία.
Γιὰ τὶς γυναῖκες στολίδι ταιριαστό, χαλινάρι τῶν ἀκμαίων, φυλακτήριο τῆς συζυγικῆς ζωῆς,
τροφὸς τῆς παρθενίας. Τέτοιες μὲν εἶναι οἱ φροντίδες αὐτῆς γιὰ κάθε σπίτι. Πῶς δὲ πολιτεύεται στὴ δημόσια ζωή μας; Μὲ μίας ὅλη τὴν πόλη καὶ ὅλο τὸν λαὸ βάζει σὲ τάξη, κοιμίζει τὴν κραυγή, ἐξορίζει τὴν μάχη, κατασιγάζει τὴν ὕβρη. Ποιοῦ διδασκάλου ἡ παρουσία ἀποκαθιστᾷ ἔτσι διὰ μίας τὸν θόρυβο τῶν παιδιῶν, ὅπως ἡ νηστεία σταματᾷ τὴν ταραχὴ τῆς πόλεως ὅταν ἐμφανισθεῖ;
Ποιὸς κωμῳδοποιὸς στὴ νηστεία ἐπροχώρησε;
Ποιὸς ἀκόλαστος χορὸς προῆλθε ἀπὸ τὴ νηστεία;
Τρυφερὰ γέλια καὶ πορνικά, τραγούδια καὶ ἔξαλλοι χοροὶ ἀμέσως ἀπὸ τὴν πόλη ἀπομακρύνονται, σὰν νὰ ἔχουν φυγαδευθεῖ ἀπὸ κάποιο αὐστηρὸ δικαστή,
τὴ νηστεία.
Ἡ νηστεία εἶναι ἡ βάση τῆς εἰρήνης τοῦ κόσμου
Ἐὰν δὲ ὅλοι αὐτὴν ἐδέχοντο ὡς σύμβουλο γιὰ αὐτά, ποὺ πρέπει νὰ πράττουμε,
τίποτε δὲν θὰ ἐμπόδιζε νὰ εἶναι ἄκρα εἰρήνη σὲ ὁλόκληρη
τὴν οἰκουμένη· οὔτε τὰ ἔθνη θὰ ἐπαναστατοῦσαν μεταξύ τους,
οὔτε τὰ στρατεύματα θὰ ἔρχονταν σὲ σύρραξη. Δὲν θὰ κατασκευάζονταν ὅπλα, ἐὰν ἐπικρατοῦσε ἡ νηστεία, δὲν θὰ ἐγίνονταν δικαστήρια, οὔτε θὰ ἐφυλακίζονταν μερικοί, οὔτε γενικῶς θὰ φιλοξενοῦσαν oι ἐρημιὲς κακοποιούς, ἢ οἱ πόλεις τοὺς συκοφάντες, ἢ ἡ θάλασσα τοὺς πειρατές. Ἐὰν ὅλοι ἦταν μαθητὲς τῆς νηστείας, δὲν θὰ εἶχε ἀκουσθεῖ καθόλου, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἰὼβ (Ἰὼβ 3, 18), φωνὴ εἰσπράκτορα τῶν φόρων, οὔτε θὰ ἦταν τόσον πολυστένακτη ἡ ζωή μας καὶ γεμάτη ἀπὸ κατήφεια,
ἐὰν ἡ νηστεία κυριαρχοῦσε στὴ ζωή μας.
Διότι εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ ἐδίδασκε σὲ ὅλους ὄχι μόνον τὴν ἐγκράτεια ἀπὸ τὰ φαγητά,
ἀλλὰ καὶ τῆς φιλαργυρίας καὶ πλεονεξίας καὶ κάθε κακίας τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀποστροφὴ καὶ ἀποξένωση.
Ἐὰν αὐτὰ εἶχαν ἀποβληθεῖ,
τίποτε δὲν θὰ ἐμπόδιζε μὲ βαθειὰ εἰρήνη καὶ ἀταραξία ψυχῶν τὴν ζωή μας νὰ περάσουμε.
6. Τώρα ὅμως
oι μὲν ἀπορρίπτοντες τὴ νηστεία, τὴν τρυφὴ δὲ ὡς εὐτυχία τῆς ζωῆς ἐπιδιώκοντες,
καὶ τὴν μεγάλη ἐκείνη ἀφθονία τῶν κακῶν ἔφεραν καὶ τὰ σώματά τους ἐπὶ πλέον διαφθείρουν.
Παρατήρησε, παρακαλῶ, τὴν διαφορὰ τῶν προσώπων, καὶ αὐτῶν ποὺ θὰ σοῦ φανοῦν κατὰ τὸ βράδυ καὶ τῶν αὐριανῶν. Σήμερα πρησμένα,
κατακόκκινα, ὑγρὰ ἀπὸ λεπτὸ ἱδρῶτα,
μάτια ὁλόϋγρα,
αὐθάδη, στερημένα τὴν ἀκρίβεια τῆς ὁράσεως ἀπὸ τὴν ἐσωτερικὴ συσκότιση, αὔριο δὲ ντροπαλά, σεμνά,
μὲ φυσικὸ χρῶμα, γεμάτα περίσκεψη καὶ μὲ κάθε ἀκρίβεια αἰσθήσεως, ἀφοῦ καμμιὰ ἐσωτερικὴ αἰτία δὲν ἐπισκοτίζει τὶς φυσικὲς ἐνέργειες.
Τί εἶναι ἡ νηστεία
Ἡ νηστεία, εἶναι ἡ ὁμοίωση τῶν Ἀγγέλων, ἡ συγκάτοικος τῶν δικαίων, ἡ ἐγκράτεια
τῆς ζωῆς. Αὐτὴ τὸν Μωϋσῆ ἔκαμε νομοθέτη· ὁ Σαμουὴλ εἶναι καρπὸς τῆς νηστείας. Ἀφοῦ ἐνήστευσε ἡ Ἄννα προσευχήθηκε στὸν Θεό· «Κύριε, Κύριε,
Θεὲ τῶν Δυνάμεων, ἐὰν πράγματι εἰσακούσεις τὴν δούλη σου καὶ μοῦ δώσεις τέκνο ἀρσενικό, θὰ σοῦ τὸ ἀφιερώσω ἐνώπιόν
σου» (Α´ Βασ. 1, 11). «Δὲν θὰ πιεῖ
oίνο καὶ σίκερα ἕως τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου» (Κρίτ.13, 14). Αὐτὴ ἀνέθρεψε τὸν μεγάλο Σαμψῶν,
καὶ ἕως τότε ποὺ ἐσυντρόφευε τὸν ἄνδρα, κατὰ χιλιάδες ἐφονεύονταν οἱ ἐχθροί,
καὶ κατακρημνίζονταν οἱ πύλες τῶν πόλεων, καὶ τὰ λιοντάρια δὲν ἄντεχαν τὴν δύναμη τῶν χεριῶν τοῦ (Κρίτ.14, 6·
15, 16·
16, 3).
Ἡ ἄρνηση τῆς νηστείας, διάλυση τοῦ ἀνθρώπου
Ὅταν δὲ τὸν κατέλαβε ἡ πορνεία καὶ ἡ μέθη,
αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του, καὶ ἀφοῦ τὸν τύφλωσαν ἔγινε παιχνίδι στοὺς δούλους τῶν ἀλλοφύλων.
Ἀφοῦ ἐνήστευσε ὁ Ἠλίας ἐσταμάτησε τὸν οὐρανὸ ἐπὶ τρία χρόνια καὶ ἕξι μῆνες γιὰ νὰ μὴ βρέξει (Γ´ Βασιλ.
17, 1). Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶδε ὅτι ἀπὸ τὸν χορτασμὸ πολλαπλασιάζεται ἡ ὕβρη, ἀναγκαστικὰ ἔφερε σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἀκούσια νηστεία τῆς πείνας. Μὲ αὐτὴν σταμάτησε τὴν ἁμαρτία τους ποὺ ξεχυνόταν ἤδη χωρὶς μέτρο, καὶ σὰν μὲ κάποιο καυτερὸ σίδερο ἢ μὲ μαχαῖρι, διέκοψε μὲ τὴ νηστεία τὴν ἐπὶ πλέον πρόοδο τοῦ κακοῦ.
7. Δεχθεῖτε αὐτήν, οἱ φτωχοί, τὴν συγκάτοικό σας καὶ ὁμοτράπεζο. Οἱ δοῦλοι, τὴν ἀνάπαυση ἀπὸ τοὺς συνεχεῖς καμάτους τῆς ὑπηρεσίας. Οἱ πλούσιοι, αὐτὴν πού σας γιατρεύει ἀπὸ τὴν βλάβη τοῦ χορτασμοῦ καὶ μὲ τὴν μεταβολὴ κάνει πιὸ τερπνὰ αὐτὰ ποὺ ἀπὸ τὴν συνήθεια περιφρονοῦνται.
Οἱ ἄρρωστοι,
τὴν μητέρα τῆς ὑγείας.
Οἱ ὑγιεῖς,
τὸ φυλακτήριο τῆς ὑγείας. Ρώτησε τοὺς ἰατροὺς καὶ θὰ σοῦ ἀπαντήσουν, ὅτι τὸ περισσότερο σφαλερὸ ἀπὸ ὅλα εἶναι ἡ ἄκρα παχυσαρκία. Γιὰ τοῦτο οἱ πιὸ ἔμπειροι μὲ τὴ νηστεία ἀφαιροῦν τὸ πλεονάζον πάχος, ὥστε νὰ μὴν συντριβεῖ ἡ δύναμη μὲ τὸ βάρος τῆς παχυσαρκίας. Διότι ἐξεπίτηδες ἀφοῦ μὲ τὴν στέρηση ἐξαφανίσουν τὴν ἀμετρία τοῦ πάχους, προετοιμάζουν στὴν θρεπτικὴ δύναμη κάποια ἄνεση καὶ ἀνατροφὴ καὶ ἀρχὴ γιὰ δεύτερη αὔξηση. Ἔτσι σὲ κάθε ἔργο καὶ σὲ κάθε σωματικὴ ἰδιοσυγκρασία βρίσκεται ἡ ὠφέλεια τῆς νηστείας καὶ σὲ ὅλα ὁμοίως ἁρμόζει,
στὰ σπίτια, στὶς ἀγορές, στὶς νύκτες, στὶς ἡμέρες,
στὶς πόλεις, στὶς ἐρημιές.
Αὐτὴν λοιπὸν ποὺ μὲ τόσα μέσα χαρίζει σέ μας τὸ καλό,
ἂς ὑποδεχθοῦμε μὲ χαρά, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου, χωρὶς νὰ εἴμαστε κατηφεῖς,
ὅπως οἱ ὑποκριτές,
ἀλλὰ τὸ χαρωπό της ψυχῆς χωρὶς προσποίηση νὰ δείχνουμε (Ματθ. 6, 16-17). Καὶ δὲν νομίζω ὅτι χρειάζεται τόσον ἀγῶνα ἡ προτροπὴ γιὰ τὴ νηστεία,
ὅσον τὸ νὰ μὴν περιπέσει σήμερα κάποιος στὰ κακά της μέθης.
Διότι τὴ μὲν νηστεία καὶ γιὰ τὴν συνήθεια καὶ γιὰ τὴν μεταξύ μας ντροπή, oι πολλοὶ τὴν ἀποδέχονται.
Φοβοῦμαι δὲ τὴ μέθη, πού, σὰν πατρικὴ κληρονομιά, οἱ φίλοι του οἴνου τὴν διασῴζουν.
Ὄχι νηστεία μὲ τὴν μέθη
Ὅπως δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ κάνουν μακρινὰ ταξίδια, ἔτσι καὶ μερικοὶ ἀνόητοι σήμερα πίνουν οἶνο σὲ ἀντάλλαγμα τῶν πέντε ἡμερῶν τῆς νηστείας· ποιὸς εἶναι τόσον ἀνόητος, ὥστε προτοῦ ἀρχίσει νὰ πίνει, νὰ κάνει τὶς τρέλλες τῶν μεθυσμένων; Δὲν γνωρίζεις ὅτι ἡ κοιλιὰ δὲν κάνει ἀποταμίευση; Ἡ κοιλιὰ εἶναι ὁ πιὸ ἄπιστος μεσίτης. Εἶναι ταμεῖο ἀφύλακτο, διότι, ὅταν μπαίνουν πολλά,
τὴ μὲν βλάβη διατηρεῖ, τὰ φαγητὰ ὅμως δὲν διαφυλάττει· πρόσεχε μὴ τυχὸν καὶ σὲ σένα, αὔριο ποὺ θὰ ἔλθεις ἀπὸ τὴν μέθη λεχθοῦν αὐτὰ ποὺ τώρα ἀναγνώσθηκαν. «Δὲν διάλεξα αὐτὴ τὴ νηστεία,
λέγει ὁ Κύριος»
(Ἡσ.
58, 5). Γιατί ἀναμιγνύεις τὰ ἄμικτα;
Ποιὰ ἡ σχέση τῆς νηστείας πρὸς τὴν μέθη; Ποιὰ εἶναι ἡ σχέση τῆς μέθης πρὸς τὴν ἐγκράτεια; «Ποιὰ ἡ συμφωνία μεταξὺ τοῦ ναοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν εἰδώλων;» (Β´ Κορινθ.
6, 16). Διότι ναὸς τοῦ Θεοῦ μὲν εἶναι αὐτοὶ στοὺς ὁποίους κατοικεῖ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· ναὸς δὲ εἰδώλων,
εἶναι αὐτοὶ ποὺ ὑποδέχονται μὲ τὴν μέθη τὸ πλῆθος τῆς ἀκολασίας. Ἡ σημερινὴ ἡμέρα εἶναι τὰ πρόθυρα τῶν νηστειῶν.
Αὐτὸς δὲ ποὺ ἔχει βεβηλωθεῖ στὰ πρόθυρα βεβαίως δὲν εἶναι ἄξιος νὰ εἰσέλθει στὰ ἅγια. Κανεὶς δοῦλος θέλοντας νὰ ἐξευμενίσει τὸν κύριό του,
δὲν μεταχειρίζεται τὸν ἐχθρό του σὰν
προστάτη καὶ μεσίτη.
Τὸ μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως στὴν Ἀρχαία Ἐκκλησία
Ἡ μέθη εἶναι ἔχθρα στὸ Θεό· ἡ νηστεία δέ, ἀρχὴ τῆς μετανοίας. Ἐὰν λοιπὸν θέλεις μὲ τὴν ἐξομολόγηση νὰ γυρίσεις στὸ Θεό, νὰ ἀποφεύγεις τὴν μέθη, γιὰ νὰ μὴν σοῦ κάμει δυσκολότερη τὴν ἀποξένωση. Δὲν ἀρκεῖ βεβαίως μόνον ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές, γιὰ τὴν ἐπαινετὴ νηστεία,
ἀλλ᾿ ἂς νηστεύσουμε νηστεία δεκτή, εὐάρεστη στὸ Θεό. Ἀληθινὴ νηστεία εἶναι ἡ ἀποξένωση ἀπὸ τὸ κακό,
ἡ ἐγκράτεια τῆς γλώσσας, ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὸ θυμό, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες, τὴν καταλαλιά, τὸ ψεῦδος, τὴν ψευδορκία. Ἡ στέρηση ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀληθινὴ νηστεία.
Μέσα σ᾿ αὐτὰ λοιπὸν ἡ νηστεία εἶναι ἀγαθό.
Ἡ πνευματικὴ νηστεία εἶναι ἡ ἔλλειψη τοῦ ὀρθοδόξου λόγου ποὺ κάνει τὴν ψυχὴ ἀτροφικὴ καὶ παγερή
8. Ἂς ἐντρυφήσουμε ἐν Κυρίῳ,
στὴν μελέτη τῶν λόγων τοῦ Πνεύματος καὶ στὴν ἀποδοχὴ τῶν σωτηρίων νόμων καὶ σὲ ὅλα τὰ διορθωτικὰ διδάγματα τῶν ψυχῶν μας. Ἂς φυλαχθοῦμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν πνευματικὴ νηστεία περὶ τῆς ὁποίας καὶ ὁ προφήτης ἀπεύχεται,
λέγοντας· «Δὲν θὰ θανατώσει ὁ Κύριος μὲ τὴν πεῖνα τὶς ψυχὲς τῶν δικαίων» (Παροιμ.10,
3). Καὶ τό· «δὲν εἶδα δίκαιο ἐγκαταλειμμένο, οὔτε τοὺς ἀπογόνους του νὰ ζητιανεύουν ψωμί»
(Ψαλμ. 36, 25). Διότι ἀσφαλῶς δὲν ἤθελε νὰ πεῖ γιὰ τοὺς αἰσθητοὺς ἄρτους αὐτὸς ποὺ γνώριζε ὅτι τὰ παιδιὰ τοῦ πατριάρχη Ἰακὼβ γιὰ τοὺς ἄρτους κατέβηκαν στὴν Αἴγυπτο,
ἀλλὰ λέγει περὶ τῆς πνευματικῆς τροφῆς, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος γίνεται τέλειος. Ἂς μὴν ἔλθει καὶ σέ μας ἡ νηστεία ποὺ ἀπείλησε στοὺς Ἰουδαίους ὁ Θεός.
«Διότι ἰδοὺ ἔρχονται ἡμέρες,
λέγει ὁ Κύριος,
καὶ θὰ ἐπιφέρω σ᾿ αὐτὴ τὴν γῆ πείνα, ὄχι πεῖνα ἀπὸ ἄρτο, οὔτε δίψα ἀπὸ νερό, ἀλλὰ πείνα ἀπὸ τοῦ νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Κυρίου»
(Ἀμῶς
8, 11). Γιὰ τοῦτο τὴν ἔφερε o δίκαιος κριτής,
ἐπειδὴ ἔβλεπε τὸ νοῦ τους νὰ λιμοκτονεῖ στὴν ἀτροφία τῶν δογμάτων τῆς ἀληθείας,
τὸν δὲ ἐξωτερικό τους ἄνθρωπο νὰ ὑπερπαχαίνει καὶ νὰ γίνεται ὅλος σάρκες. Ὅλες λοιπὸν τὶς ἑπόμενες ἡμέρες θὰ σᾶς προσφέρει γεῦμα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ μὲ πρωϊνὲς καὶ ἑσπερινὲς τέρψεις. Κανεὶς ἂς μὴ λείψει μὲ τὴν θέλησή του ἀπὸ τὴν πνευματικὴ εὐωχία.
Ὅλοι
ἂς κοινωνήσουμε ἀπὸ τὸ νηφάλιο ποτήριο ποὺ ἡ σοφία,
ἀφοῦ ἀνέμιξε, μᾶς προσέφερε ἐξίσου,
γιὰ νὰ ἀντλήσει ὁ καθένας ὅσον μπορεῖ.
«Διότι ἀνέμιξε τὸν οἶνο της, καὶ ἔσφαξε τὰ θύματά της»
(Πάρ. 9, 2). Δηλαδὴ τὴν τροφὴ τῶν τελείων, «αὐτῶν ποὺ ἔχουν γυμνασμένα τὰ αἰσθητήρια λόγω τῆς συνηθείας πρὸς διάκριση τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ»
(Ἑβρ.
5, 14). Μὲ αὐτὰ πλούσια ἀφοῦ χορτάσουμε,
εἴθε νὰ βρεθοῦμε ἄξιοί της εὐφροσύνης,
καὶ στὸν νυμφῶνα μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Κύριό μας, στὸν ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες.
Ἀμήν.
"Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ’ αυτή τη
ζωή;"
Μια γυναίκα που είχε χάσει το παιδί της επισκέφτηκε
τον π. Γαβριήλ:
— Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ’ αυτή τη ζωή; τον
ρώτησε...
Σ’ ένα χωριό, μια πιστή γυναίκα που έχασε τον
μονάκριβο γιο της παραπονέθηκε στον Θεό:
«Εγώ, για την αγάπη Σου, άντεξα πολλά: προσβολές,
φτώχιες, δυσκολίες. Σ’ αυτό το μέρος κανείς δεν είναι πιστός εκτός από μένα.
Όμως εσύ πήρες το παιδί μου. Γιατί;».
Εκείνη τη νύχτα λοιπόν είδε ένα όνειρο:
Οι Άγγελοι την πήγαν στον Κύριο και Του μετέφεραν τα
παράπονά της.
Τότε ακούστηκε η φωνή του Κυρίου:
«Ρωτήστε τη γυναίκα τι θέλει».
«Φέρε το παιδί μου πίσω», απάντησε η γυναίκα.
«Θέλεις να δεις το παιδί σου;», ρώτησε ο Κύριος.
«Μητέρα είμαι, και βέβαια το θέλω», είπε κλαίγοντας
εκείνη.
«Να της δείξετε το παιδί της», έδωσε εντολή ο Κύριος.
Έφεραν το παιδί και η μητέρα χάρηκε.
«Τώρα τι μου ζητάς;», ρώτησε ο Κύριος.
«Γιατί τον πήρες;», Του παραπονέθηκε η γυναίκα.
Τότε ο Κύριος έδωσε εντολή στους Αγγέλους:
«Να της δείξετε τι θα έκανε ο γιος της αν δεν τον
έπαιρνα Εγώ».
Και ξαφνικά, σαν σε
ταινία, η γυναίκα είδε τις φοβερές αμαρτίες που θα διέπραττε ο γιος της και
μετά τις φωτιές της Κόλασης!
«Να τον ξαναγυρίσετε στον Παράδεισο!», άρχισε να
κλαίει και να παρακαλεί τον Κύριο η μητέρα.
Ο Κύριος έδωσε εντολή και ξαναγύρισαν πάλι το παιδί
στον Παράδεισο.
Και της είπε τότε ο Κύριος:
«Για την καλοσύνη σου και
για την αγάπη σου πήρα τον γιο σου κοντά Μου. Μη νομίζεις πως δεν ξέρω πότε και
ποιόν πρέπει να πάρω».
Άγιος
Γαβριήλ ο διά Χριστόν σαλός της Γεωργίας
Διδαχές Αγίου Νεκταρίου
Ο δρόμος της ευτυχίας
Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ' την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτε. Λέει ο Θεός γι' αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά:
«Ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός» (Β' Κορ. 6,16).
Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι απ' αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι; Δεν βρίσκονται όλα τ' αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες ψυχές τους;
Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτε, στ' αλήθεια, τίποτε! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο το Θεό!
Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και τα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ' όλες τις χλιδές και ματαιότητες που κατάληξή τους έχουν την πίκρα! Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με οικοδομή που χτίζεται σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη...
Αδελφοί μου! Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση. Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον;
Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους...
Δυστυχώς, εκείνος που παραμέλησε την καρδιά του, στερήθηκε όλα τ' αγαθά και έπεσε σε πλήθος κακών. Έδιωξε τη χαρά και γέμισε με πίκρα, θλίψη και στενοχώρια. Έδιωξε την ειρήνη και απόκτησε άγχος, ταραχή και τρόμο. Έδιωξε την αγάπη και δέχθηκε το μίσος. Έδιωξε, τέλος, όλα τα χαρίσματα και τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος που δέχθηκε με το βάπτισμα, και οικειώθηκε όλες τις κακίες εκείνες, που κάνουν τον άνθρωπο ελεεινό και τρισάθλιο.
Αδελφοί μου! Ο Πολυέλεος Θεός θέλει την ευτυχία όλων μας και σ' αυτή και στην άλλη ζωή. Γι' αυτό ίδρυσε και την αγία Του Εκκλησία. Για να μας καθαρίζει αυτή από την αμαρτία, να μας αγιάζει, να μας συμφιλιώνει μαζί Του, να μας χαρίζει τις ευλογίες του ουρανού.
Η Εκκλησία έχει ανοιχτή την αγκαλιά της για να μας υποδεχθεί. Ας τρέξουμε γρήγορα όσοι έχουμε βαρειά τη συνείδηση. Ας τρέξουμε, και η Εκκλησία είναι έτοιμη να σηκώσει το βαρύ φορτίο μας, να μας χαρίσει την παρρησία προς το Θεό, να γεμίσει την καρδιά μας με ευτυχία και μακαριότητα...
Το άγιο βάπτισμα
«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε» (Γαλ. 3, 27).
Πόσο μεγάλη αλήθεια μας επισημαίνει μ' αυτά τα λόγια ο απόστολος Παύλος!
Οι βαπτισμένοι χριστιανοί δεν φορούν τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη και τις αμαρτωλές επιθυμίες του, αλλά είναι ντυμένοι τον καινούργιο άνθρωπο, ντύθηκαν τον ίδιο το Χριστό που ζει τώρα μέσα στις καρδιές τους. Και η λέξη "ντύθηκαν" δεν αναφέρεται σε κάποια απλή και εξωτερική στολή, αλλά σε κάτι βαθύτερο, σε κάτι ουσιαστικό και αναφαίρετο.
Με την πίστη μας στο Χριστό και με τη βάπτισή μας ντυνόμαστε τον ίδιο το Χριστό και γινόμαστε παιδιά του Θεού, οικητήρια του Παναγίου Πνεύματος, ναοί του Θεού, άγιοι και τέλειοι, Θεοί κατά χάριν.
Ώστε, λοιπόν, ρίξαμε από πάνω μας τη φθορά και ντυθήκαμε την αφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τον άνθρωπο της αμαρτίας και ντυθήκαμε τον άνθρωπο της δικαιοσύνης και της χάριτος. Διώξαμε το θάνατο και ντυθήκαμε την αθανασία...
Συλλογισθήκαμε όμως και τις μεγάλες υποχρεώσεις, που, με το βάπτισμα μας, αναλάβαμε ενώπιον του Θεού; Συνειδητοποιήσαμε ότι οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά του Θεού και σαν αδελφοί του Κυρίου μας; Ότι έχουμε χρέος να συνταυτίσουμε το δικό μας θέλημα με το θέλημα του Θεού; Ότι πρέπει, σαν παιδιά δικά Του, να μένουμε ελεύθεροι από την αμαρτία; Ότι οφείλουμε να Τον αγαπάμε μ' όλη μας τη δύναμη, απ' τα βάθη της ψυχής και της καρδιάς μας; Ότι οφείλουμε να Τον λατρεύουμε και να λαχταρούμε να ενωθούμε μαζί Του για πάντα; Σκεφτήκαμε, άραγε, ότι η καρδιά μας πρέπει να ‘ναι πλημμυρισμένη από την αγάπη, ώστε αυτή να ξεχύνεται και στον πλησίον μας; Έχουμε τη συναίσθηση ότι οφείλουμε να γίνουμε άγιοι και τέλειοι και εικόνες του Θεού και παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών;
Για όλ' αυτά έχουμε χρέος ν' αγωνιστούμε, ώστε να μη φανούμε ανάξιοι στο κάλεσμα που μας έκανε ο Θεός και αποδοκιμαστούμε... Ναι, αδελφοί μου, ας παλέψουμε με ζήλο και αυταπάρνηση για να νικήσουμε.
Κανείς μας ας μη χάσει το θάρρος, ας μην αμελήσει, ας μη δειλιάσει, ας μην πτοηθεί μπροστά στα σκάμματα του πνευματικού αγώνα. Γιατί έχουμε βοηθό το Θεό, που μας δυναμώνει στο δύσκολο δρόμο της αρετής.
Πνευματικός αγώνας
Σκοπός της ζωής μας είναι να γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών. Ας προσέξουμε μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής, στερηθούμε τη μέλλουσα. Μήπως, από τις βιοτικές φροντίδες και μέριμνες, αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας.
Η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας·αποτελούν τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.
Στολίστε τις λαμπάδες σας με αρετές. Αγωνιστείτε ν' αποβάλετε τα πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά σας από κάθε ρύπο και διατηρήστε την αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει μέσα σας ο Κύριος• για να σας πλημμυρίσει το Άγιο Πνεύμα με τις θείες Του δωρεές.
Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η ασχολία και η φροντίδα σ' αυτά να είναι. Αυτά ν' αποτελούν σκοπό και πόθο ασταμάτητο. Γι' αυτά όλη σας η προσευχή προς το Θεό.
Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο· αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω απ’ αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε με φόβο και τρόμο όπως τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε θρόνος του Θεού.
Αλλά για να βρείτε τον Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα, γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους υπερήφανους, ενώ αγαπάει και επισκέπτεται τους ταπεινούς στην καρδιά. Γι’ αυτό και λέει: "και επί τίνα επιβλέψω, αλλ' η επί τον ταπεινόν και ησύχιον, και τρέμοντα τους λόγους μου;" (Ησ. 66, 2).
Άγωνίζου τον αγώνα τον καλό και ο Θεός θα σε ενισχύει. Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα ελαττώματά μας. Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος δεν αγωνίστηκε, δεν γνώρισε τον εαυτό του.
Προσέχετε και τα μικρά ακόμη παραπτώματα. Αν σας συμβεί από απροσεξία κάποια αμαρτία, μην απελπίζεστε, αλλά σηκωθείτε γρήγορα, προσπέστε στο θεό που έχει τη δύναμη να σας ανορθώσει. Η μεγάλη λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια.
Οι υπερβολικές λύπες και απελπισίες είναι βλαβερές και επικίνδυνες, και πολλές φορές παροξύνονται από το διάβολο για ν' ανακόψουν την πορεία του αγωνιστή.
Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και πάθη και ελαττώματα βαθιά ριζωμένα: πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά δεν κόβονται με μια σπασμωδική κίνηση ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη, αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία, με φροντίδα και προσοχή.
Ο δρόμος που οδηγεί στην τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεσθε στο Θεό να σας δυναμώνει. Να αντιμετωπίζετε με υπομονή τις πτώσεις σας και αφού γρήγορα σηκωθείτε, να τρέχετε και να μη στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας απαρηγόρητα.
Αγρυπνείτε και προσεύχεστε για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. Με την πάρο-δο του χρόνου όμως και με την επιμέλεια νικούνται. Τίποτε να μη σας απελπίζει.
Πειρασμοί
Οι πειρασμοί παραχωρούνται για να φανερωθούν τα κρυμμένα πάθη, να καταπολεμηθούν κι έτσι να θεραπευθεί η ψυχή. Είναι και αυτοί δείγμα του θείου ελέους. Γι' αυτό εμπιστεύσου στο Θεό και ζήτησε τη βοήθειά Του, ώστε να σε δυναμώσει στον αγώνα σου. Η ελπίδα στο Θεό δεν οδηγεί ποτέ στην απελπισία. Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ο Θεός ξέρει την αντοχή του καθενός μας και παραχωρεί τους πειρασμούς κατά το μέτρο των δυνάμεών μας. Να φροντίζουμε όμως κι εμείς να είμαστε άγρυπνοι και προσεκτικοί, για να μη βάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας σε πειρασμό.
Εμπιστευθείτε στο Θεό τον Αγαθό, τον Ισχυρό, τον Ζώντα, και Αυτός θα σας οδηγήσει στην ανάπαυση. Μετά από τις δοκιμασίες ακολουθεί η πνευματική χαρά. Ο Κύριος παρακολουθεί όσους υπομένουν τις δοκιμασίες και τις θλίψεις για τη δική Του αγάπη. Μη λιποψυχείτε λοιπόν και μη δειλιάζετε.
Δεν θέλω να θλίβεστε και να συγχύζεστε για όσα συμβαίνουν αντίθετα με τη θέληση σας: όσο δίκαιη και αν είναι αυτή. Μια τέτοια θλίψη μαρτυρεί την ύπαρξη εγωισμού. Προσέχετε τον εγωισμό που κρύβεται κάτω από τη μορφή του δικαιώματος. Προσέχετε και την άκαιρη λύπη που δημιουργείται μετά από ένα δίκαιο έλεγχο. Η υπερβολική θλίψη για όλα αυτά είναι του πειρασμού. Μία είναι η αληθινή θλίψη. Αυτή που δημιουργείται, όταν γνωρίσουμε καλά την άθλια κατάσταση που βρίσκεται η ψυχή μας. Όλες οι άλλες θλίψεις δεν έχουν καμιά σχέση με τη χάρη του Θεού.
Φροντίζετε να περιφρουρείτε στην καρδιά σας τη χαρά του Αγίου Πνεύματος και να μην επιτρέπετε στον πονηρό να χύνει την πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ο Παράδεισος που υπάρχει μέσα σας μετατραπεί σε κόλαση.
Προσευχή
Το κύριο έργο του ανθρώπου είναι η προσευχή. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να υμνεί το Θεό. Αυτό είναι το έργο που του αρμόζει. Αυτό μόνο εξηγεί την πνευματική του υπόσταση. Αυτό μόνο δικαιώνει την εξέχουσα θέση του μέσα στη δημιουργία. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να λατρεύει το Θεό και να μετέχει στη θεία Του αγαθότητα και μακαριότητα.
Ως εικόνα του Θεού που είναι, λαχταράει για το Θεό και τρέχει με πόθο να ανυψωθεί προς Αυτόν. Με την προσευχή και την υμνωδία ευφραίνεται. Το πνεύμα του αγάλλεται και η καρδιά του σκιρτάει. Όσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο η ψυχή του απογυμνώνεται από τις κοσμικές επιθυμίες και γεμίζει από τα ουράνια αγαθά. Και όσο αποχωρίζεται τα γήινα και τις ηδονές του βίου, τόσο περισσότερο απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη. Η δοκιμή και η πείρα μάς επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή.
Ο Θεός ευαρεστείται στις προσευχές εκείνες που προσφέρονται με τον πρέποντα τρόπο- δηλαδή με συναίσθηση της ατέλειας και της αναξιότητάς μας. Για να υπάρξει όμως τέτοια συναίσθηση, απαιτείται τέλεια απάρνηση του κακού μας εαυτού και υποταγή στις εντολές του Θεού- απαιτείται ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.
Αναθέστε όλες τις φροντίδες σας στο Θεό. Εκείνος προνοεί για σας. Μη γίνεστε ολιγόψυχοι και μην ταράζεστε. Αυτός που εξετάζει τα απόκρυφα βάθη της ψυχής των ανθρώπων, γνωρίζει και τις δικές σας επιθυμίες και έχει τη δύναμη να τις εκπληρώσει όπως Αυτός γνωρίζει. Εσείς να ζητάτε από το Θεό και να μη χάνετε το θάρρος σας. Μη νομίζετε ότι, επειδή ο πόθος σας είναι άγιος, έχετε δικαίωμα να παραπονείστε όταν οι προσευχές σας δεν εισακούονται. Ο Θεός εκπληρώνει τους πόθους σας με τρόπο που εσείς δεν γνωρίζετε. Να ειρηνεύετε λοιπόν και να επικαλείσθε το Θεό.
Οι προσευχές και οι δεήσεις από μόνες τους δεν μας όδηγούν στην τελειότητα. Στην τελείωση οδηγεί ο Κύριος που έρχεται και κατοικεί μέσα μας, όταν εμείς εκτελούμε τις εντολές Του. Και μια από τις πρώτες εντολές είναι να γίνεται στη ζωή μας το θέλημα όχι το δικό μας, αλλά του Θεού. Και να γίνεται με την ακρίβεια που γίνεται στον ουρανό από τους αγγέλους. Για να μπορούμε κι εμείς να λέμε: «Κύριε, όχι όπως εγώ θέλω, αλλ' όπως Εσύ· "γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης"». Χωρίς λοιπόν το Χριστό μέσα μας, οι προσευχές και οι δεήσεις οδηγούν στην πλάνη.
Ειρήνη
Η ειρήνη είναι θείο δώρο που χορηγείται πλουσιοπάροχα σ' όσους συμφιλιώνονται με το Θεό και εκτελούν τα θεία Του προστάγματα.
Η ειρήνη είναι φως και φεύγει από την αμαρτία που είναι σκοτάδι. Ένας αμαρτωλός ποτέ δεν ειρηνεύει.
Να αγωνίζεστε κατά της αμαρτίας και να μη σας ταράζει η εξέγερση των παθών μέσα σας.
Αν στην πάλη μαζί τους νικήσεις, το ξεσήκωμα των παθών έγινε για σένα αφορμή νέας χαράς και ειρήνης. Αν νικηθείς - ο μη γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη και ταραχή. Αν πάλι, μετά από σκληρή μάχη, επικρατήσει προς στιγμήν η αμαρτία, αλλά εσύ επιμείνεις στον αγώνα, τότε νικάς και η ειρήνη ξανάρχεται.
«Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12,14).
Η ειρήνη και ο αγιασμός είναι δύο αναγκαίες προϋποθέσεις για εκείνον που ζητάει με πόθο να δει το πρόσωπο του Θεού. Η ειρήνη είναι το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται ο αγιασμός
Ο αγιασμός δεν παραμένει σε ταραγμένη και οργισμένη καρδιά. Η οργή όταν χρονίζει στην ψυχή μας, δημιουργεί την έχθρα και το μίσος κατά του πλησίον. Γι' αυτό επιβάλλεται η γρήγορη συμφιλίωση με τον αδελφό μας, ώστε να μη στερηθούμε τη χάρη του Θεού που αγιάζει την καρδιά μας.
Εκείνος που ειρηνεύει με τον εαυτό του, ειρηνεύει και με τον πλησίον του, ειρηνεύει και με το Θεό. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι γεμάτος με αγιασμό γιατί ο ίδιος ο Θεός κατοικεί μέσα του.
Αγάπη
Επιδιώκετε την αγάπη. Ζητάτε καθημερινά από το Θεό την αγάπη. Μαζί με την αγάπη έρχεται και όλο το πλήθος των αγαθών και των αρετών. Αγαπάτε για ν' αγαπάστε και σεις από τους άλλους. Δώστε στο Θεό όλη σας την καρδιά, ώστε να μένετε στην αγάπη. «Ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ μένει» (Α' Ιωάν. 4,16).
Οφείλετε να έχετε πολλή προσοχή στις μεταξύ σας σχέσεις και να ευλαβείστε ο ένας τον άλλον ως πρόσωπα ιερά, ως εικόνες του Θεού. Να μην αποβλέπετε ποτέ στο σώμα ή στην ομορφιά του, αλλά στην ψυχή.
Προσέχετε το αίσθημα της αγάπης, γιατί όταν η καρδιά δεν θερμαίνεται από την καθαρή προσευχή, η αγάπη κινδυνεύει να γίνει σαρκική και αφύσικη- κινδυνεύει να σκοτίσει το νου και να κατακάψει την καρδιά.
Πρέπει να εξετάζουμε καθημερινά μήπως η αγάπη μας δεν απορρέει από το σύνδεσμο της κοινής μας αγάπης προς το Χριστό• μήπως δεν πηγάζει από το πλήρωμα της αγάπης μας προς τον Κύριο. Αυτός που αγρυπνεί να διατηρήσει αγνή την αγάπη, θα φυλαχθεί από τις παγίδες του πονηρού που προσπαθεί σιγά -σιγά να μετατρέψει την χριστιανική αγάπη σε αγάπη κοινή και συναισθηματική.
Διάκριση
Σας συνιστώ να έχετε σε όλα διάκριση και φρόνηση. Να αποφεύγετε τα άκρα. Οι αυστηρότητες συμβαδίζουν με τα μέτρα της αρετής. Αυτός που δεν έχει μεγάλες αρετές και συναγωνίζεται με τους τέλειους, θέλοντας να ζει με αυστηρότητα, όπως οι άγιοι ασκητές, αυτός κινδυνεύει να υπερηφανευθεί και να πέσει. Γι' αυτό να πορεύεσθε με διάκριση και να μην εξαντλείτε το σώμα με υπέρμετρους κόπους. Να θυμάστε ότι η άσκηση του σώματος απλώς βοηθάει την ψυχή να φτάσει στην τελειότητα• η τελειότητα κατορθώνεται κυρίως με τον αγώνα της ψυχής.
Μην τεντώνετε περισσότερο από το μέτρο τη χορδή. Να ξέρετε ότι ο Θεός δεν εκβιάζεται στις δωρεές Του.
Δίνει, όταν αυτός θέλει. Ό,τι παίρνουμε, το παίρνουμε δωρεάν από το θείο έλεος.
Μη ζητάτε να φτάσετε ψηλά με μεγάλες ασκήσεις χωρίς να έχετε αρετές, γιατί κινδυνεύετε να πέσετε σε πλάνη για την έπαρση και την τόλμη. Όποιος επιζητεί θεία χαρίσματα και υψηλές θεωρίες ενώ είναι ακόμα φορτωμένος με πάθη, αυτός σαν ανόητος και υπερήφανος πλανιέται. Πρώτα απ’ όλα οφείλει ν' αγωνιστεί για την κάθαρσή του. Η θεία χάρη στέλνει τα χαρίσματα σαν αμοιβή σ' όσους έχουν καθαριστεί από τα πάθη. Κατέρχεται σ' αυτούς χωρίς θόρυβο και σε ώρα που δεν γνωρίζουν.
Υπερηφάνεια
Η υπερηφάνεια του νου είναι η σατανική υπερηφάνεια, η οποία αρνείται το Θεό και βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος, γι' αυτό και πολύ δύσκολα θεραπεύεται. Είναι ένα βαθύ σκοτάδι, το οποίο εμποδίζει τα μάτια της ψυχής να δουν το φως που υπάρχει μέσα της και που οδηγεί στο Θεό, στην ταπείνωση, στην επιθυμία του αγαθού.
Αντίθετα, η υπερηφάνεια της καρδιάς δεν είναι γέννημα της σατανικής υπερηφάνειας, αλλά δημιουργείται από διάφορες καταστάσεις και γεγονότα: πλούτο, δόξα, τιμές, πνευματικά ή σωματικά χαρίσματα (ευφυΐα, ομορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ.). Όλα αυτά σηκώνουν ψηλά τα μυαλά των ανόητων ανθρώπων και γίνονται έτσι ματαιόφρονες, χωρίς όμως να είναι και άθεοι... Αυτοί πολλές φορές ελεούνται από το Θεό, παιδεύονται από τη θεία παιδεία και σωφρονίζονται. Η καρδιά τους συντρίβεται, παύει να επιζητεί δόξες και ματαιότητες, και έτσι θεραπεύονται.
Η πνευματική σας εργασία να είναι η εξέταση της καρδιάς σας. Μήπως φωλιάζει σ' αυτήν σαν φαρμακερό φίδι η υπερηφάνεια, το πάθος που γεννάει πολλά κακά, που απονεκρώνει κάθε αρετή, που δηλητηριάζει τα πάντα. Σ' αυτήν την εωσφορική κακία πρέπει να στραφεί όλη σας η φροντίδα. Μέρα και νύχτα να σας γίνει έργο αδιάλειπτο η έρευνά της.
Νομίζω ότι θα είναι αλήθεια αν πω ότι όλη η πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στην αναζήτηση και εξόντωση της υπερηφάνειας και των παιδιών της. Αν απαλλαχτούμε απ’ αυτήν και θρονιάσουμε στην καρδιά μας την ταπεινοφροσύνη, τότε έχουμε το παν. Γιατί όπου βρίσκεται η αληθινή κατά Χριστόν ταπείνωση, εκεί βρίσκονται μαζεμένες και όλες οι άλλες αρετές που μας υψώνουν προς το Θεό.
Χριστιανική ευγένεια
Οι χριστιανοί έχουν χρέος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, να γίνουν άγιοι και τέλειοι. Η τελειότητα και η αγιότητα χαράσσεται πρώτα βαθιά στην ψυχή του χριστιανού, και από εκεί τυπώνεται και στις σκέψεις του, στις επιθυμίες του, στα λόγια του, στις πράξεις του. Έτσι, η χάρη του Θεού που υπάρχει στην ψυχή ξεχύνεται και σ' όλο τον εξωτερικό χαρακτήρα.
Ο χριστιανός οφείλει να είναι ευγενής προς όλους. Τα λόγια και τα έργα του να αποπνέουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί στην ψυχή του, ώστε να μαρτυρείται η χριστιανική του πολιτεία και να δοξάζεται το όνομα του Θεού.
Αυτός που είναι μετρημένος στα λόγια, είναι μετρημένος και στα έργα. Αυτός που εξετάζει τα λόγια που πρόκειται να πει, εξετάζει και τις πράξεις που πρόκειται να εκτελέσει, και ποτέ του δεν θα υπερβεί τα όρια της καλής και ενάρετης συμπεριφοράς.
Τα χαριτωμένα λόγια του χριστιανού χαρακτηρίζονται από λεπτότητα και ευγένεια. Αυτά είναι που γεννούν την αγάπη, φέρνουν την ειρήνη και τη χαρά.
Αντίθετα, η αργολογία γεννάει μίση, έχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχές και πολέμους.
Ας είμαστε λοιπόν πάντοτε ευγενείς. Ποτέ απ’ τα χείλη μας να μη βγει λόγος κακός, λόγος που δεν είναι αλατισμένος με τη χάρη του Θεού, αλλά πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι αγαθοί, λόγοι που μαρτυρούν την κατά Χριστό ευγένεια και την ψυχική μας καλλιέργεια.
Δοξολογία
Ο χριστιανός οφείλει να δοξάζει το Θεό και με το σώμα του και με το πνεύμα του. Άλλωστε, και τα δυο ανήκουν στο Θεό και, επομένως, δεν έχει εξουσία να τα ατιμάζει η να τα διαφθείρει, αλλά ως άγια και Ιερά πρέπει να τα χρησιμοποιεί με πολλή ευχαριστία.
Όποιος θυμάται ότι το σώμα του και το πνεύμα του ανήκουν στο Θεό, έχει μια ευλάβεια κι ένα μυστικό φόβο γι' αυτά, και τούτο συντελεί στο να τα διατηρεί αγνά και καθαρά από κάθε ρύπο, σε αδιάλειπτη επικοινωνία μ' Εκείνον από τον οποίο αγιάζονται και ενισχύονται.
Ο άνθρωπος δοξάζει το Θεό με το σώμα του και με το πνεύμα του, πρώτα, όταν θυμάται ότι αγιάστηκε από το Θεό και ενώθηκε μαζί του, και ύστερα, όταν ενώνει τη θέληση του με τη θέληση του Θεού ώστε να εκτελεί πάντοτε το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο θέλημα Του. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά για το Θεό. Εργάζεται για τη βασιλεία του Θεού στη γη. Δοξάζει σε όλα το Θεό, με λόγια και με έργα. Οι πράξεις του, που γίνονται για το καλό των συνανθρώπων του, δίνουν αφορμή δοξολογίας του θείου ονόματος. Η ζωή του, καταυγαζαμένη από το θείο φως, λάμπει σαν φως δυνατό. Έτσι η πολιτεία του γίνεται οδηγός προς το Θεό για όσους ακόμη δεν Τον γνώρισαν.