ΨΥΧΟΦΕΛΙΜΑ


Περί του τρόπου της αγάπης...

(Aββάς Δωρόθεος)

«Αν είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε το νού μας στα ελαττώματά του… η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς έκαναν οι άγιοι, όταν έβλεπαν τα ελαττώματα των ανθρώπων», λέει ο αββάς Δωρόθεος και συμπληρώνει: «Με την μακροθυμία και την αγάπη ελκύουν τον αδελφό και δεν τον απωθούν ούτε τον σιχαίνονται».

Πως να αγαπήσει ο στενόκαρδος, πως να αγαπηθεί όποιος δεν έμαθε να προσφέρει χωρίς αντάλλαγμα, πως να δει την αλήθεια όποιος βρίσκεται στο σκοτάδι.

Γνωρίζουμε ανθρώπους, ενθουσιαζόμαστε, προβάλλουμε πάνω τους όλα τα καλά που θα θέλαμε να έχει ένας ιδανικός σύντροφος ή φίλος –λες κι εμείς είμαστε τέλειοι- κι ύστερα, όταν περάσει κάποιος χρόνος, αρχίζουμε την αποκαθήλωση. Όσα πριν δεν βλέπαμε ή τα δικαιολογούσαμε, τώρα γίνονται αφορμή κατάκρισης. Μας ενοχλούν, θέλουμε να τ’αλλάξουμε, εκφράζουμε δυσαρέσκεια, ιδίως για όσα ασυναίσθητα μας θυμίζουν τον εαυτό μας. Άλλοι από εμάς είμαστε από την αρχή μιας σχσης κλειστοί, φοβόμαστε να ανοιχτούμε για να μην πληγωθούμε, δεν δίνουμε, δεν παίρνουμε κι ύστερα κατηγορούμε τον άλλον πως δεν μας αγάπησε.

Αν είχαμε αγάπη σημαίνει πως θα αγαπούσαμε πρώτα τον εαυτό μας, δεν θα τον είχαμε αφήσει στην άγνοια της εγωκεντρικότητάς του και θα ερευνούσαμε καθημερινά τα δικά μας πταίσματα. Έτσι θα γνωρίζαμε πόσο φτωχοί είμαστε στην αγάπη και πως η υπερβολική έκφραση συναισθηματισμού πολλές φορές κρύβει μια νοσηρή εγωκεντρική αυτοαναφορά. (Δεν συγκινούμαι από ευγνωμοσύνη για τον άλλον αλλά από τον ίδιο τον εαυτό μου, από την αυτοεικόνα μου).

«Όσοι θέλουν να σωθούν δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά προσέχουν πάντοτε τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν». Αν γνωρίζαμε πως είμαστε φτωχοί στην αγάπη δεν θα μας ενοχλούσαν τα ελαττώματα του άλλου αλλά θα πασχίζαμε να τον καταλάβουμε κι αντί να κατακρίνουμε τους πάντες, τους εγγύς και τους μακράν, θα μοιραζόμαστε τις αστοχίες μας και μαζί θα ερευνούσαμε την θεραπεία μας. Όσο βλέπουμε τις αδυναμίες μας και θλιβόμαστε, ταπεινώνεται ο εγωισμός μας και βλέπουμε τον άλλον συγχωρητικά, αγαπητικά, περιχωρούμε την αδυναμία του γιατί καταλαβαίνουμε πως μπορεί να είναι καλύτερος από εμάς. Όταν διαπιστώσεις την ασθένειά σου, δεν μπορείς να κρίνεις κανέναν, κλαις για τα δικά σου χάλια και δεν κάνεις συγκρίσεις.

«Αλλοίμονό μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτός, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». σο ταπεινώνομαι, τόσο κατανοώ την αδυναμία της ανθρώπινης φύσης και δεν κρύβομαι κενόδοξα πίσω από τις αρετές και τα χαρίσματά μου (που δεν είναι δικά μου γιατί Άλλος μου τα δώρισε). Δεν υπάρχει λογισμός, πειρασμός ή πτώση που να μην μπορεί να συμβεί και σε μένα «εν έργω, λόγω ή διανοία», γι αυτό σταματώ να κατακρίνω οποιονδήποτε και μόνο ζητώ το έλεος του Κυρίου. Σαν τον αββά Μωυσή θυμάμαι να κρατώ στην πλάτη ένα καλάθι τρύπιο, γιομάτο με άμμο. Για να θυμάμαι πως «οι αμαρτίες μου κυλούν και πέφτουν πίσω μου και δεν τις βλέπω κι άρα δεν μπορώ να κρίνω τα σφάλματα του άλλου».

Μόνο με την μακροθυμία γινόμαστε κοινωνοί της αγάπης, σωστοί μαθητές του Χριστού, δεκτικοί της χάριτος, πνεύματα ελεύθερα που κοινωνούν την ελευθερία της Θεότητας, Θεοί κατά χάριν. Μόνο με την αγάπη που είναι «μακρόθυμη, ευεργετική κι ωφέλιμη, την αγάπη που δεν ζηλεύει, δεν καυχιέται, δεν είναι περήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δεν ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δεν σκέφτεται το κακό για τους άλλους, δεν χαίρεται, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει, όταν επικρατεί η αλήθεια. Η αγάπη όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει» (Κορ. Α, 13).

Όλα μας τα έχει πει ο Απόστολος, μα κάνουμε πως δεν καταλάβαμε κι είμαστε αναπολόγητοι όσοι παριστάνουμε τους Χριστιανούς. Μας αποκάλυψε μέσα από την θεοπτία του όλο το μυστήριο της σωτηρίας μας, μας παρέδωσε την εμπειρία της πρώτης αποστολικής κοινότητας. Όμως, δεμένοι στα πάθη και την τυφλότητά μας εξακολουθούμε να ψάχνουμε διαρκώς δικαιολογίες, αρνούμεθα τις ευθύνες μας, υποφέρουμε, πέφτουμε, απελπιζόμαστε και πολλοί από εμάς τελειώνουμε τον βίο μας χωρίς να έχουμε αγαπήσει...

 

Aν θέλης να ταπεινωθούν οι διάβολοι που σε θλίβουν, ταπεινώσου...

(Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης)

Δύο χάριτας αποκτά κανείς, όταν αγωνίζεται κατά Θεόν. Μία είναι η παράκλησις του Αγίου Πνεύματος, που γεμίζει την ψυχήν χαράς, ειρήνης, αγαλλιάσεως κ.λπ. η δε άλλη χάρις είναι η λεγομένη πείρα των πειρασμών.

Αυτή η χάρις της πείρας είναι ανεξίτηλος από την ψυχήν, δηλαδή δεν φεύγει από τον άνθρωπον, διότι είναι ενωμένη με την καρδία, που δέχθηκε την πείραν των πειρασμών, ενώ η πρώτη, της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, πότε έρχεται και πότε φεύγει. Εν καιρώ πειρασμών η δευτέρα χάρις, η πείρα, είναι πιο ωφέλιμος, διότι φωτίζει την ψυχή, πώς να διέλθη τους πειρασμούς, διότι η πείρα προήλθε από τους πειρασμούς, οπότε γνωρίζει πως και πάλι να απαλλάξει την ψυχή από τον κίνδυνο.

Άρα οι πειρασμοί, όταν τους υπομένουμε, μας χαρίζουν την σοφία των πειρασμών και ούτω γινόμεθα φιλόσοφοι. Αν δεν ταπεινωθώμεν, δεν πρόκειται να σταματήση η μάθησις των πειρασμών. Ο εγωϊσμός δημιουργεί τους πειρασμούς και οι πειρασμοί τον αχρηστεύουν.

Λοιπόν ταπεινώσου, παιδί μου, αν θέλεις να ταπεινωθούν οι διάβολοι που σε θλίβουν. Ρίξε τον εαυτόν σου υπό κάτω όλων και ειπέ: «Εγώ είμαι ο τελευταίος του κόσμου και εγώ πταίω δι’ όλα»...

 

Είναι τόσο σοβαρή βέβαια η κατάκριση, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι»

(Γέροντος Εφραίμ, Προηγουμένου Ι.Μ. Φιλοθέου)

Το ότι κατακρίνουμε τι σημαίνει; Ότι θεωρούμε τον εαυτό μας μη σφάλλοντα σε οποιοδήποτε αμάρτημα. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε… Εν ω κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε» (Ματθ. 7:1).

Είναι τόσο σοβαρή βέβαια η κατάκριση, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι» και σαν εμπερίστατη αμαρτία. Εμπερίστατη αμαρτία είναι αυτή, που γίνεται σε κάθε περίσταση και κάθε ώρα.

Καίτοι τέτοιοι είμαστε κι εμείς όλοι, λαβωμένοι, καίτοι όλοι είμαστε φορτωμένοι από πληγές κι αμαρτήματα, λέμε για τον άλλον. Όταν πάμε στο νοσοκομείο, θα δούμε ότι όλοι είναι άρρωστοι.

Βλέπετε όμως ότι κανένας δεν κατακρίνει τον άλλο άρρωστο· το έχετε παρατηρήσει; Κανείς δεν λέει στον άλλο: «Γιατί εσύ είσαι στο κρεβάτι», αφού είναι κι αυτός άρρωστος στο κρεβάτι.

Ενώ εμείς εδώ όλοι είμαστε άρρωστοι ψυχικά κι όμως ο ένας χτυπάει τον άλλον. Ο ένας είναι άρρωστος στο μάτι και κοιτάζει τον άλλον που είναι άρρωστος στο πνευμόνι. Κι όμως δεν το καταλαβαίνουμε οι ταλαίπωροι. Μας σκοτίζει η αμαρτία, μας σκοτίζει ο δαίμονας, για να μας κρατάει όλους στην κατάκριση.

«Θα πεθάνουν αύριο και θα τους πιάσω μια χαρά στη φάκα», λέει ο διάβολος· και ο Χριστός, που είναι δικαιοσύνη θα τους πει: «Κρίνατε; Κρίνατε; Τι σας είπα εγώ στο Ευαγγέλιο; Μη κρίνετε. Εσείς είσθε οι κριτές; Από πού είσθε κριτές εσείς; Εγώ είμαι ο Κριτής».

Κι έτσι θα μας καταδικάσει όλους εμάς με το μέτρο που μετρούμε τους άλλους. Κι όμως εμείς οι ταλαίπωροι δεν το καταλαβαίνουμε κι ανοίγουμε το στόμα και μιλάμε για τον ένα, για τον άλλο και ρίχνουμε την πέτρα του αναθέματος, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι εμείς πρώτοι έχουμε το ανάθεμα.

Πόσοι και πόσοι άνθρωποι, που εμείς τους έχουμε για τιποτένιους και για αμαρτωλούς, μία μέρα μπορεί να βρεθούνε στην Βασιλεία του Θεού· κι εμείς που παίρνουμε την καθέδρα του δικαστού και κρίνουμε, να βρεθούμε κατακριτέοι και να περάσουμε στην κόλαση!

Γι’ αυτό, λοιπόν, χρειάζεται πάρα πολλή προσοχή στα έργα μας και να αγωνιζόμαστε να ξεριζώσουμε τον εγωισμό, αυτό το φοβερό θηρίο, που μας τρώει όλα τα σωθικά. Το «εγώ»!

Αυτό φουντώνει μέσα μας και θυμώνουμε και οργιζόμαστε και κατακρίνουμε και απαιτούμε το ένα, απαιτούμε το άλλο και βρίζουμε και χλευάζουμε τον έναν και ταπεινώνουμε τον άλλον. Θηρίο!

Αυτό βοηθάει στην κατάκριση, αυτό φουσκώνει τον λογισμό ότι κάτι φτιάχνουμε, ότι είμαστε καλοί, ότι έχουμε αρετές, και χίλια δύο άλλα.

Η αφετηρία των καλών είναι η ταπεινοφροσύνη και η αφετηρία των κακών ο εγωισμός.

Όταν εγώ κρίνω έναν άνθρωπο από συμπάθεια, όχι για να τον κατακρίνω, να τον κατηγορήσω και να τον ταπεινώσω από το φούσκωμα του εγωισμού, αλλά από μια αγάπη και στοργή –π.χ. λέμε ότι ο τάδε, αν δεν έκανε αυτό, πόσο θα ωφελούσε– με πόνο το λέμε και προσευχόμαστε γι’ αυτόν, αυτό δεν είναι κατάκριση.

Ενώ όταν τον χαρακτηρίζουμε σαν κακό και εγωιστή και τον ταπεινώνουμε μπροστά στους άλλους, αυτό είναι αμαρτία και κατάκριση.

Το μόνο που κινδυνεύεις να χάσεις με την ταπείνωση είναι ο εγωισμός σου, και είναι ότι καλύτερο μπορείς να χάσεις. Ο ταπεινός δεν είναι ανόητος. Ανόητος μπορεί να φαίνεται στα κοσμικά βλέμματα και μπροστά στους δαίμονες αλλά στην ουσία είναι πλούσιος χάριτος και λογικής. Ο ταπεινός είναι σαν τον ήλιο δεν χρειάζεται να αποδείξει κάτι. Όπως ο ήλιος λάμπει χωρίς κραυγές έτσι και ο ταπεινός λάμπει δια της χαριτωμένης παρουσίας του. Μέσα από την ταπείνωση λάμπει ο Κύριος σαν ήλιος της δικαιοσύνης και οι ακτίνες Του φεγγοβολούν και θερμαίνουν όλη την δημιουργία. Με την ταπείνωση πετάς περπατώντας μέσα από μία ουράνια αρετή. Με την ταπείνωση γίνεται η ύπαρξη σου κομμάτι του παραδείσου. Ταπείνωση είναι ο αγώνας όχι για να αποκτήσεις αγάπη αλλά για να γίνεις αγάπη. Δεν σου αρκεί αυτό;...

Προοίμια Μεγάλης Τεσσαρακοστής

Τα γεγονότα που γιορτάζουμε κατά τη διάρκεια του Τριωδίου, είναι με τέτοιο σοφό τρόπο τοποθετημένα από τους αγίους Πατέρας, ώστε όλες οι γιορτές ν’ αποτελούν μια πνευματική κλίμακα, που όποιος από μας αποφασίσει να την ανέβει -ζώντας «επακριβώς» κι όχι απλώς μαθαίνοντας τα όσα λέγονται και ψάλλονται στην Εκκλησία- αυτός αξιώνεται, στο τελευταίο σκαλί του Τριωδίου, να ιδεί και να γευτεί τα Άχραντα Πάθη και Μυστήρια με τα πνευματικά του μάτια, να πάθει την «καλν λλοίωσιν» και να ευφρανθεί απ’ το θαμπωτικό φως και το άρρητο πνευματικό κάλλος της Αναστάσεως.

Βάζει, λοιπόν, η Εκκλησία μας μπροστά-μπροστά στο στάδιο των πνευματικών αγώνων και στην αρχή του δρόμου που μας οδηγεί στο Πάσχα, μια χτυπητήν εικόνα δύο ανθρώπων: του Τελώνου και του Φαρισαίου. Και τους δείχνει στην πνευματικώτερή τους ώρα: την ώρα που μες στον Ναό προσεύχονται. Το νόημα της παραβολής είναι πολύ έκδηλο. Είναι δυο παραδείγματα για τον χριστιανό: ένα προς μίμηση κ’ ένα προς αποφυγή. Ο ένας μας απωθεί με την υποκρισία του, όπως απώθησε και τη χάρη του Θεού, ενώ ο άλλος, ταπεινός καθώς είναι, κερδίζει την συμπάθειά μας, όπως κέρδισε την προσοχή και τη χάρη του Θεού. Η ταπείνωση, λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας, είναι η μεγαλύτερη αρετή, γιατί δίχως αυτή, δεν μπορούμε καμιά άλλην αρετήν να βαστάξουμε για πολύ. Κι αν δεν έχει ταπείνωση ο άνθρωπος, όσα πλούτη κι αν έχει, κι όσες αγαθοεργίες κι αν κάνει, μένει αδικαίωτος εμπρός στα μάτια του Θεού, σαν ένας Φαρισαίος και υποκριτής.

***

Την Β΄ Κυριακή του Τριωδίου, την αφιέρωσαν οι άγιοι Πατέρες στην παραβολή του Ασώτου. Και πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι το βάθος της ταπεινώσεως του Ασώτου, ξεπερνά την ταπείνωση του Τελώνου. Γίνετ’ εδώ μετάνοια ειλικρινής και έμπρακτη, με αλλαγή του βίου και με άμεση επιστροφή στο πατρικό σπίτι, στην αγκαλιά του Θεού-Πατέρα, που τον πρόσμενε πάντα ολάνοιχτη. Πόση αγάπη δείχνει η παραβολή αυτή για τον κριματισμένο άνθρωπο, για το ξεστρατισμένο τέκνο της Μητέρας Εκκλησίας! Και, άραγε, είναι κανείς που δεν βαδίζει, ή που δεν έχει βαδίσει κάποτε, στην ολισθηρή κι αμαρτωλή στράτα του Ασώτου; Γιατί, ποιος λίγο ποιος πολύ, όλοι μας βλέπουμε, αλίμονο, ένα κομμάτι του εαυτού μας στην τυραγνισμένη μορφή του Ασώτου. Ακόμα κ’ οι άγιοι, κι αυτός ο Παύλος, ο θεόγλωσσος Απόστολος, ονόμαζαν τον εαυτό τους πρώτο στη χορεία των αμαρτωλών! Αλλά η Μητέρα Εκκλησία, με την παραβολή του Ασώτου, που είναι μια συμπύκνωση και σύνοψη όλου του Ευαγγελίου, δίνει θάρρος στον καθένα και μας λέγει: «Παιδί μου, όσο μεγάλο κι αν είναι το πλήθος των αμαρτιών σου μην απελπίζεσαι, μην πέφτεις στην απόγνωση· η αγάπη του Θεού είναι πολύ μεγαλύτερη. Σήκω κ’ έλα τώρα κοντά μου. Θα σου φορέσω πάλι τη στολή την πρώτη, και θα ’σαι πάλι τέκνο μου αγαπημένο».

Έτσι μιλάει ο Θεός μέσα στην Εκκλησία μας κι απευθύνει τον θερμό και πατρικό του λόγο, στον κάθε άσωτο: του σώματος και του πνεύματος, της σάρκας ή του οινοπνεύματος. Στον άσωτο της κάθε αμαρτίας, που λερώνει το κορμί του ή τη σκέψη του, με λογισμό ακάθαρτο ή μα άνομη πράξη.

***

Η Γ΄ Κυριακή του Τριωδίου, της Απόκρεω, είναι αφιερωμένη στη Δευτέρα και φρικτή Παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, μπορεί να είναι για τον άνθρωπο του ορθού λόγου, ένα μεταφυσικό πρόβλημα. Για το χριστιανό όμως, είναι μια αλήθεια του Ευαγγελίου «πάντας μς φανερωθναι δε μπροσθεν το βήματος το Χριστο, να κομίσηται καστος τ δι το σώματος πρς πραξεν, ετε γαθν ετε κακόν», λέγει το Ευαγγέλιον. Ότι θα γίνει Δευτέρα Παρουσία, είναι βέβαιον λοιπόν. Το πότε, όμως, θα γίνει, αυτό είναι άγνωστο: «περ τς μέρας κείνης κα ρας, οδες οδεν». Τώρα, γιατί να μπει εδώ αυτή η εορτή από την Εκκλησία; Ο λόγος είναι ο εξής, που δείχνει κι αυτός με πόση γνώση της ψυχολογίας του ανθρώπου ετακτοποίησαν τα θέματα της Εκκλησίας οι άγιοι Πατέρες. «Ταύτην (την εορτήν δηλ. της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου) μετ τς δύο παραβολς θεντο, ς ν, μη τις τν ν κείναις το Θεο φιλανθρωπίαν μανθάνων, μελς διάγ, λέγων: Φιλάνθρωπός στιν Θεός, κα ταν τς μαρτίας ναχωρήσω, τοίμως χω τ πν νσαι. Ταύτην τν φοβερν μέραν νταθα κατέταξαν, να, δι το θανάτου κα τς προσδοκίας τν πομένων δεινν, φοβήσαντες τος μελς διακειμένους, πρς ρετν παναγάγωσι, μ θαρροντας ες τ φιλάνθρωπον μόνον, λλ᾿ φορν τι κα δίκαιός στι Κριτής, κα ποδίδωσιν κάστ κατ τ ργα ατο». Πόσο καλύτερα θα ρύθμιζεν ο άνθρωπος την επίγεια ζωή του, και πόσο πιο πολύ θα πρόσεχε σε κάθε λόγο και σε κάθε έργο του, αν είχε πάντοτε μπροστά στα μάτια του την μετά θάνατον ζωή, και το αδέκαστον και φοβερόν κριτήριον της Δευτέρας Παρουσίας!

***

Η τετάρτη Κυριακή του Τριωδίου, είναι της Τυροφάγου ή Τυρινής, «ν νάμνησιν ποιούμεθα τς π το Παραδείσου τς τρυφς ξορίας το Πρωτοπλάστου δάμ». Επειδή από αυτή την εβδομάδα -συγκεκριμένα από την Καθαρά Δευτέρα, που κατάντησε στις μέρες μας, απ’ όλου του χρόνου τις Δευτέρες η ακαθαρτότερη- αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, οι άγιοι Πατέρες όρισαν, να γιορτάζει η Εκκλησία την έξωση των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, γιατί παρήκουσαν και δεν κράτησαν την εντολή της νηστείας που τους έδωκε. Αλλά στο πρόσωπο των πρωτοπλάστων είμαστε διωγμένοι και μεις, που υφιστάμεθα κληρονομικώς όλες τις συνέπειες της παρακοής και της εξώσεως. Θέτει, λοιπόν, η Εκκλησία εμπρός μας τους πρωτόπλαστους και μας λέγει: « μ φυλάξαντες κενοι πεπόνθασιν, πολέσαντες τν φθαρσίαν, φυλάξαντες μες, πολαύσωμεν δι τς νηστείας». Και νηστεία δεν είναι μονάχα η αποχή των τροφών: «νηστείαν οκ ποχν βρωμάτων τελέσωμεν, λλ παντς λικο πάθους λλοτρίωσιν». Δηλαδή όχι μονάχα υλική, μα και πνευματική νηστεία: «Νηστεύοντες, δελφοί, σωματικς νηστεύσωμεν κα πνευματικς», «γνίσωμεν τν ψυχήν, τν σάρκα καθάρωμεν· νηστεύσωμεν, σπερ ν τος βρώμασιν, κ παντς πάθους, τς ρετς τρυφντες το Πνεύματος».

***

Η Πέμπτη Κυριακή του Τριωδίου, είναι η πρώτη Κυριακή των Νηστειών, ή Κυριακή της Ορθοδοξίας, «ν νάμνησιν ποιούμεθα τς ναστηλώσεως τν γίων κα σεπτν Εκόνων». Αυτή η γιορτή δεν ομοιάζει με τις προηγούμενες. Έχει, μπορεί να πει κανείς, ένα χαρακτήρα πανηγυρικό και χαρμόσυνο, όπως φαίνεται στα περισσότερα τροπάρια της Ακολουθίας του Εσπερινού και του Όρθρου, που καλούν τον ορθόδοξο κόσμο να χαρεί και να ευφρανθεί, γιορτάζοντας το γεγονός της αναστηλώσεως των αγίων Εικόνων. Το γεγονός που έδωκε κυρίως αφορμή, για να καθοριστεί η γιορτή της Ορθοδοξίας, είναι, βέβαια, η αναστήλωσις των Ιερών Εικόνων, που έγινε, ύστερα από πολλούς και αιματηρούς αγώνες, των εικονοφίλων και εικονομάχων, στο Βυζάντιο. Σ’ αυτές τις έριδες έθεσε τέρμα το 843 η ενδημούσα Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, η οποία ανεγνώρισε και ανόρθωσε τη λησμονημένη και παραμερισμένη από τους εικονομάχους Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Αυτή η ενδημούσα Σύνοδος καθόρισε τη γιορτή της Ορθοδοξίας και αναστήλωσε, κατά το πνεύμα της Ζ΄ Οικουμενικής (ότι δηλ. « τιμ π τ πρωτότυπο διαβαίνει»), την τιμητική προσκύνηση των Ιερών Εικόνων. κάτω, όμως, από το σημαντικότατο θέμα των εικόνων (που σήμερα χρειάζεται άλλη μια σταυροφορία για να τις διατηρήσουμε Ορθόδοξες και μακριά από τη δυτική επίδραση), κάτω απ’ αυτό λέγω το θέμα των Εικόνων, βρίσκονται κι άλλα πολλά, που η καλή για την Εκκλησία έκβασή τους, έδινε αφορμή παλαιότερα να γιορτάζονται κι αυτά την ίδια την Κυριακή της Ορθοδοξίας. αυτά όλα αναφέρονται στο «Συνοδικόν της Ορθοδοξίας», που βρίσκεται τυπωμένο στο Τριώδιο, αλλά που δυστυχώς, πολύ λίγα αποσπάσματάτου και σε πολύ λίγες εκκλησίες μας διαβάζονται σήμερα· ενώ παλαιότερα, διαβάζονταν το «Συνοδικόν» ολόκληρο και απαντούσε ο λαός ανάλογα, ή με το «αωνία μνήμη» των ορθοδόξων ή με το «νάθεμα» για τους αιρετικούς.

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας, θεσπίστηκε απ’ τους αγίους Πατέρας, για να στηρίζει τους πιστούς στην ορθόδοξη πίστη, να φωτίζει όλους όσοι αγωνίζονται τον πνευματικόν αγώνα, να τους φυλάγει από τις σατανικές παλιές και σύγχρονες πολυώνυμες αιρέσεις και να τους δείχνει τη μόνη ορθή οδό που πρέπει ν’ ακολουθούν για να σωθούν. Κι αυτή η οδός είναι εκείνη, που απαρασάλευτα αιώνες τώρα βαδίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, δηλ. «ο Προφται ς εδον, ο πόστολοι ς δίδαξαν, κκλησία ς παρέλαβεν, ο διδάσκαλοι ς δογμάτισαν, Οκουμένη ς συμπεφρόνηκεν, χάρις ς λαμψεν, Χριστς ς βράβευσεν…».

Π.Β. Πάσχος, Έρως Ορθοδοξίας, εκδ. Ε΄ Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 2006.


Το Τριώδιο

Η Μεγάλη Σαρακοστή έχει ένα εντελώς δικό της λειτουργικό βιβλίο, το Τριώδιο. Το Τριώδιο περιλαμβάνει ύμνους και βιβλικά αναγνώσματα για την κάθε μέρα της περιόδου αυτής που αρχίζει με την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου και τελειώνει με τον Εσπερινό του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου. Οι ύμνοι του Τριωδίου συντάχτηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους, αφού σταμάτησαν να υπάρχουν κατηχούμενοι (δηλαδή σταμάτησε το βάφτισμα των ενηλίκων και η απαραίτητη προετοιμασία τους γι’ αυτό). Έτσι η έμφαση των ύμνων δεν είναι στο Βάφτισμα αλλά στη μετάνοια. Δυστυχώς πάρα πολύ λίγοι άνθρωποι σήμερα γνωρίζουν και καταλαβαίνουν τη μοναδική ομορφιά και το βάθος της υμνολογίας της Μεγάλης Σαρακοστής. Η άγνοια των ύμνων του Τριωδίου είναι η βασική αιτία που μας κάνει σιγά σιγά να παραμορφώνουμε την κατανόηση, το σκοπό και το νόημα της Μεγάλης Σαρακοστής. Μια τέτοια παραμόρφωση, που γίνεται σιγά σιγά στη νοοτροπία των χριστιανών, μειώνει τη Μεγάλη Σαρακοστή και την κάνει νομική «υποχρέωση» και σύνολο κανόνων διαιτητικής. Η αληθινή έμπνευση και η πρόκληση που κρύβει η Μεγάλη Σαρακοστή έχει χαθεί σήμερα και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ανακαλυφτεί παρά μόνο με μια προσεκτική παρακολούθηση των ύμνων του Τριωδίου.

Είναι σημαντικό, λόγου χάρη, το πόσο συχνά οι ύμνοι αυτοί μας προειδοποιούν συγκεκριμένα για την «τυπική» και επομένως, υποκριτική αντίληψη της νηστείας. Από νωρίς, την Τετάρτη της Απόκρεω, ακούμε:

Βρωμτων νηστεουσα, ψυχ μου, κα παθν μ καθαρεουσα, μτην παγλλ τ τροφίᾳ· ε μ γρ φορμή σοι γνηται πρς διρθωσιν, ς ψευδς μισεσαι παρ Θεο, κα τος κακστοις δαμοσιν μοιοσαι, τος μηδποτε σιτουμνοις· μ ον μαρτνουσα, τν νηστεαν χρεισς, λλ᾿ κνητος, πρς ρμς τπους μνε, δοκοσα παρεστναι σταυρωμν τ Σωτρι, μλλον δ συσταυροσθαι, τ δι σ σταυρωθντι, κβοσα πρς ατν· μνσθητ μου Κριε, ταν λθς ν τ βασιλείᾳ σου.

Και πάλι την Τετάρτη της Δ΄ εβδομάδας των Νηστειών ακούμε:

Ο ν κρυπτ ρετς ργαζόμενοι, πνευματικς μοιβς κδεχόμενοι, ο μέσον τν πλατειν θριαμβεύουσι ταύτας, λλ᾿ νδον τν καρδιν ποφέρουσι μλλον· κα πάντων βλέπων τ ν κρυπτ γινόμενα, τν μισθν τς γκρατείας παρέχει μν· νηστείαν τελέσωμεν, μ σκυθρωπάζοντες τ πρόσωπα, λλ᾿ ν τος, ταμείοις τν ψυχν προσευχόμενοι, παύστως βοήσωμεν· Πάτερ μν ν τος Ορανοίς, μ εσενέγκης μς ες πειρασμν δεόμεθα, λλ ρύσαι μς π το πονηρο.

Όλη τη Μεγάλη Σαρακοστή στους ύμνους τονίζεται η αντίθεση ανάμεσα στην ταπείνωση του Τελώνη και στη φαρισαϊκή υπερηφάνεια και αυτοπροβολή, ενώ καταγγέλεται η υποκρισία. Αλλά ποια ακριβώς είναι η πραγματική νηστεία; Το Τριώδιο απαντάει: Είναι πρώτα απ’ όλα η εσωτερική καθαρότητα:

Νηστεσωμεν νηστεαν δεκτν, εὐάρεστον τ Κυρίῳ· ληθς νηστεα, τν κακν λλοτρωσις, γκρτεια γλσσης, θυμο ποχ, πιθυμιν χωρισμς, καταλαλις, ψεδους κα πιορκας· τοτων νδεια, νηστεα στν, ληθς κα επρσδεκτος.

Επίσης είναι η επιστροφή στην αγάπη, η πάλη εναντίον της διασπασμένης ζωής, εναντίον του μίσους, της αδικίας, της ζήλειας:

Νηστεύσωμεν δελφο σωματικς, νηστεύσωμεν κα πνευματικς· λύσωμεν πάντα σύνδεσμον δικίας· διαρρήξωμεν στραγγαλιάς βιαίων συναλλαγμάτων· πσαν συγγραφήν δικον διασπάσωμεν· δώσωμεν πεινσιν ρτον, κα πτωχος στέγους εσαγάγωμεν ες οκους, να λάβωμεν παρ Χριστο το Θεο, τ μέγα λεος.

Δετε πιστο περγασωμεθα ν φωτ τ ργα το Θεο, ς ν μρ εσχημνως περιπατσωμεν· πσαν δικον συγγραφν φ᾿ αυτν, το πλησον φελμεθα, μ τιθντες πρσκομμα τοτ ες σκνδαλον· φσωμεν τς σαρκς τν επθειαν, αξσωμεν τς ψυχς τ χαρσματα, δσωμεν νδεσιν ρτον, κα προσλθωμεν Χριστ, ν μετανοίᾳ βοντες· Θες μν, λησον μς.

Καθώς ακούμε όλα τούτα συνειδητοποιούμε πόσο μακριά απ’ αυτά βρίσκεται η στενοκέφαλη και φαρισαϊκή αντίληψη για τη Μεγάλη Σαρακοστή που επικρατεί σήμερα· μια αντίληψη που χαρακτηρίζει τη Μεγάλη Σαρακοστή με αποκλειστικά αρνητικούς όρους, σαν ένα είδος «ενόχλησης» την οποία όμως, αν εκούσια την αποδεχτούμε και την «υποφέρουμε», αυτόματα θα ανταμειφτούμε και θα λάβουμε μια «καλή θέση» κοντά στο Θεό! Πολλοί άνθρωποι πίστεψαν ότι η Μεγάλη Σαρακοστή είναι η περίοδος κατά την οποία κάτι -που μπορεί ίσως και να είναι καλό- απαγορεύεται, σαν να ευχαριστιέται δηλαδή ο Θεός βασανίζοντάς μας. Για κείνους όμως που έγραψαν τους ύμνους τούτους η Μεγάλη Σαρακοστή είναι εντελώς το αντίθετο· είναι η επιστροφή στην «κατά φύσιν» ζωή, στην «εγκράτεια» που ο Αδάμ και η Εύα καταπάτησαν, με αποτέλεσμα ο πόνος και ο θάνατος να μπουν στον κόσμο. Έτσι η Μεγάλη Σαρακοστή χαιρετίζεται σαν μια πνευματική άνοιξη και σαν περίοδος χαράς και φωτός:

ντειλε τ αρ τς νηστεας, κα τ νθος τς μετανοας· γνσωμεν ον αυτος δελφο, π παντς μολυσμο, τ φωτοδτ ψλλοντες, επωμεν· Δξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε.

Τ τς Νηστείας διάγγελμα, περιχαρς ποδεξώμεθα· ε γρ ταύτην Προπάτωρ διεφυλάξατο, τν τς δμ κπτωσιν οκ ν πέστημεν.

ρχ κατανξεως κα μετανοας, κακν λλοτρωσις, κα παθν γκρτεια· δι σπουδσωμεν, ποκοπν τν πονηρν, ργων ποισασθαι.

Μόνο εκείνοι που «γάλλονται ν Κυρί», και που ο Χριστός και η Βασιλεία Του είναι ο αιώνιος πόθος και η χαρά της ύπαρξής τους, μπορούν χαρούμενα να δεχτούν την πάλη εναντίον της αμαρτίας και να γίνουν μέτοχοι της τελικής νίκης. Ακριβώς γι’ αυτό απ’ όλες τις κατηγορίες των Αγίων, μόνο τους Μάρτυρες επικαλούμαστε και υμνούμε με ειδικούς ύμνους (Μαρτυρικόν) κάθε μέρα στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής. Και αυτό επειδή οι Μάρτυρες είναι ακριβώς εκείνοι που προτίμησαν το Χριστό από καθετί άλλο σ’ αυτό τον κόσμο ακόμα και από την ίδια τη ζωή τους· είναι εκείνοι που απόλαυσαν τόσα πολλά κοντά στο Χριστό ώστε μπορούσαν να λένε, όπως είπε ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας όταν πέθαινε: «Τώρα αρχίζω να ζω…». Αυτοί είναι εκείνοι που έδωσαν τη μαρτυρία για τη Βασιλεία του Θεού, γιατί μόνο εκείνοι που την έχουν γευτεί και την έχουν βιώσει είναι ικανοί για μια τελική εγκατάλειψη. Αυτοί είναι οι σύντροφοί μας, οι εμπνευστές μας στον αγώνα για να επικρατήσει το θείο, το ουράνιο και το αιώνιο μέσα μας.

ν πνέοντες, πρς ν βλέποντες ο θλοφόροι Μάρτυρες, μίαν δν ζως εράμενοι…

Τν θρακα τς Πστεως νδυσμενοι καλς, κα τ τπ το Σταυρο, καθοπλσαντες αυτος, στρατιται εσθενες νεδεχθητε, τος τυρννοις νδρεως ντικατστητε, κα διαβλου τν πλνην κατεδαφσατε· νικητα γενμενοι, τν στεφνων ξιθητε, πρεσβεσατε πρ μν, ες τ σωθναι τς ψυχς μν.

Σε όλη τη διάρκεια των σαράντα ημερών ο Σταυρός και η Ανάσταση του Χριστού και η ακτινοβόλα χαρά του Πάσχα αποτελούν το ύψιστο «σημείο αναφοράς» όλων των ύμνων στην υμνογραφία της Μεγάλης Σαρακοστής. Είναι μια διαρκής υπενθύμιση ότι, οσοδήποτε στενός και δύσκολος κι αν είναι ο δρόμος, τελικά οδηγεί στην Τράπεζα του Χριστού, στην Βασιλεία Του. Όπως πιο πάνω αναφέρεται, η προσδοκία και η πρόγευση της Πασχαλινής χαράς διατηρείται σ’ ολόκληρη τη Μεγάλη Σαρακοστή και είναι το πραγματικό κίνητρο όλης της προσπάθειας στην περίοδο αυτή:

Τν πάνσεπτον γκράτειαν ναρξώμεθα φαιδρς… πως λαμπροφόροι προφθάσωμεν ες τν γίαν κα τριήμερον νάστασιν τν καταλάμπουσαν φθαρσίαν τ κόσμ.

ΤΡΙΩΔΙΟ – το άγνωστο και παραμελημένο βιβλίο! Αν μόνο γνωρίζαμε την ύπαρξή του, αν μπορούσαμε να το ανακαλύψουμε, θα μας βοηθούσε να αγκαλιάσουμε όχι μόνο το πνεύμα της Μεγάλης Σαρακοστής αλλά και αυτής της ίδιας της Ορθοδοξίας, την «πασχαλινή» της αντίληψη για τη ζωή, το θάνατο και την αιωνιότητα.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν, Μεγάλη Σαρακοστή – Πορεία προς το Πάσχα, 11η έκδοση, Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα, 2006


«Αφού θα ξαναπέσω, γιατί να πάω να εξομολογηθώ; Ξέρω, ότι θα ξανακάνω πάλι τα ίδια...»

Λέει κάποιος: «Αφού θα ξαναπέσω, γιατί να πάω να εξομολογηθώ; Ξέρω, ότι θα ξανακάνω πάλι τα ίδια...»
Αδελφέ μου, η αμαρτία είναι σαν την αρρώστια. Δεν αρρωσταίνεις μια φορά... Πολλές φορές αρρωσταίνεις και κάθε φορά που αρρωσταίνεις, πηγαίνεις στον ιατρό και παίρνεις τα φάρμακα που σου δίνει. Το ίδιο κάνε και για την ψυχή σου... Κάθε φορά που πληγώνεσαι, έστω και αν πληγώνεσαι στο ίδιο μέρος, μετανόησε και εξομολογήσου. Κάποτε το φάρμακο της Χάριτος θα γιατρέψει ολότελα, την συγκεκριμένη πληγή...
Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνα

Αδελφέ, να μην κατακρίνεις ακόμα και αν το βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια, ακόμα και αυτά, πέφτουν καμιά φορά στην πλάνη.
Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος

Να ζητάς το έλεος του Θεού...
Να ζητάς το έλεος του Θεού και Αυτός θα φωτίσει το σκοτάδι της καρδιάς σου και θα κάνει ν' ανθίσει μέσα σου ένας πνευματικός παράδεισος! Πρώτα όμως πρέπει να κόψεις κάθε αμαρτωλό πράγμα που σε συνδέει με τον κόσμο και μετά να στραφείς στον εσωτερικό σου κόσμο, για να ξεριζώσεις ό,τι σάπιο υπάρχει!
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος

Ο Ασκητής – Μια ιστορία χάριτος στην περίοδο της Σαρακοστής!
Τα χείλη του μουδιασμένα ζητούσαν νερό. Είχε τρεις μέρες να φάει και να πιει κάτι. Ακολουθίες πολύωρες, μετάνοιες, μελέτη, ο κανόνας στο κελί του, η κατα μόνας αγρυπνία. Όλα μαζί του δίνανε μια μικρή γεύση από την άσκηση των μεγάλων ασκητών της ερήμου που ζούσανε έτσι όχι για μερικές ημέρες αλλά σχεδόν όλη τους την ζωή.
Ήταν τυπικό του μοναστηριού του να κρατούνε τριήμερη -απόλυτη- νηστεία οι πατέρες μέχρι την πρώτη Προηγιασμένη. Ήταν παράδοση να κάνουνε ένα γερό ξεκίνημα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Δίψα. Αυτό το αίσθημα ήταν φοβερό. Ήταν πλέον Τετάρτη απόγευμα. Η Προηγιασμένη έφτανε στο τέλος της. Έφτανε η στιγμή που μετά από σχεδόν τρεις ημέρες πλήρους νηστείας θα άνοιγε το στόμα του για να φάει. Ο ιερέας κάλεσε τους πιστούς. «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Μια μικρή ζαλάδα τον έκανε να πιάσει την κολόνα του ναού. Ένας ένας οι μοναχοί σαν πουλάκια άνοιγαν το στόμα τους περιμένοντας την μάνα τους Εκκλησία να τα ταΐσει. Ήρθε η σειρά του. Άνοιξε το στόμα του. Ο ιερέας λέγοντας «…εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν την αιώνιον» τον μετάλαβε Σώμα και Αίμα Κυρίου. Το στόμα του γέμισε τροφή ουράνια. Για πρώτη φορά, εκείνη την στιγμή κατάλαβε, σαν να είχε κάποια Θεία επίσκεψη, ότι τρώει τον Θεό. Χρόνια μοναχός, εκείνη η στιγμή όμως άνοιξε ο πνευματικός κόσμος μέσα του, μπροστά του. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβε. Πίστευε, όμως τότε κατάλαβε. Κατάλαβε χωρίς εξηγήσεις, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να καταλάβει πώς κατάλαβε.
Ανοιγόκλεισε τα μάτια του γεμάτος φόβο, χαρά, αγωνία, ειρήνη, πλήρη κατανόηση. Κατακλύστηκε από ευγνωμοσύνη. Απομακρύνθηκε από το Άγιο Ποτήριο. Πήγε και κάθισε και πάλι στο στασίδι του. Τα μάτια του ήταν διαφορετικά. Το κορμί του πλέον στεκόταν όπως οι αγιογραφίες του τοίχου. Ήταν και δεν ήταν πλέον εκεί. Όλα είχανε χαθεί πλέον. Η κούραση, η δίψα, η πείνα, οι λογισμοί, όλα χάθηκαν. Ένα πράγμα κυριαρχούσε πάνω στο είναι του. Αυτή η γεύση του Χριστού.
Η πρώτη Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής μόλις είχε τελειώσει. Καθώς όλοι βγαίνανε από το Καθολικό του μοναστηριού μερικοί πατέρες τον άκουσαν να μονολογεί «πώς είναι δυνατόν να έφαγα εγώ τον Θεό; τί πήρα μέσα μου; έφαγα τον Χριστό, ξεδίψασα από το Αίμα Του, χόρτασα από το Σώμα Του…». Το βήμα του γοργό, λες και βιαζόταν να πάει κάπου. Πρόλαβε και μπήκε στο κελί του. Εκεί μέσα, μόνος του πλέον, γονάτισε. Ούτε το ράσο έβγαλε, ούτε το καλυμμαύχι του, ούτε το κουκούλι. Έτσι όπως ήταν γονάτισε χάμω. Άπλωσε τα χέρια του στο ξύλινο πάτωμα, όπως ένας ζητιάνος που ζητά έλεος. Σιωπή. Είχε βραδιάσει για τα καλά. Έμεινε έτσι ώρα αρκετή. Ξάφνου ανασηκώθηκε. «Φτάνει Κύριε…φτάνει» είπε ξεσπώντας σε λυγμούς. «Δεν αντέχω την αγάπη Σου… αποτραβήξου γιατί η καρδιά μου δεν αντέχει».
Οι λυγμοί σιγά σιγά σταμάτησαν, έμεινε με τα σιωπηλά του δάκρυα να διασχίζουν το πρόσωπό του. Έμεινε όρθιος με τα ράσα του, το κουκούλι στραβό πάνω στο καλυμμαύχι του, τα μάτια του καθάρια, τα γένια του ανακατωμένα, τα χέρια του τρεμάμενα. Το κελάκι του να μοσχοβολά ευωδία που πρώτη φορά οσφράνθηκε στην ζωή του. Μα εκεί στα χείλη του ήταν ακόμα αυτή η γεύση του Θεού, αυτή η γεύση που πλέον θα τον συνόδευε για όλη του την ζωή. «Γεύσασθε και ίδετε ότι Χριστός ο Κύριος» ήθελε να βροντοφωνάξει σε όλους τους ανθρώπους της γης.
«Ω, Χριστέ μου…θέλω να σε τρώω και να σε πίνω μέχρι να πάψω να υπάρχω», είπε σιγανά και σφράγισε το σώμα του με το σημείο του σταυρού.
Ακούστηκαν κάποιες πόρτες να ανοίγουν. Μετά από λίγο άνοιξε και την δική του πόρτα να δει τι γίνεται. Ξημέρωνε, αυτό είχε γίνει. Όλο το βράδυ πέρασε χωρίς να το αντιληφθεί. Δεν ένιωθε κούραση, δεν ένιωθε πείνα. Ένιωθε ταϊσμένος αιωνιότητα, αφθαρσία. Δυο πατέρες τον συνάντησαν καθώς πήγαιναν στον ναό να τον ετοιμάσουν για την πρωινή ακολουθία. «Τόσο νωρίς πάτερ, ξεκουράστηκες»; τον ρώτησαν πρόσχαροι. Ίσιωσε το κουκούλι του. Τους κοίταξε στα μάτια. Εκείνοι τα χάσανε, σα να βλέπανε κάποιον άλλον άνθρωπο. «Δόξα τω Θεώ, είμαι καλά», είπε και χαμήλωσε το βλέμμα του.
Οι πατέρες κοντοστάθηκαν με απορία, κοιτάχτηκαν αναζητώντας απάντηση σ’ αυτό το φωτεινό αλλοιωμένο βλέμμα του αδελφού τους, αλλά δεν συνέχισαν. Πήγανε μέσα στο ναό. Άρχισαν να ανάβουν τα καντήλια. Εκείνος στάθηκε ακίνητος στο μέσο της αυλής. Σήκωσε το βλέμμα του προς τον ουρανό. Έκανε τον σταυρό του. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μπήκε κι αυτός στο ναό για την πρωινή ακολουθία. Άλλη μια μέρα ξεκίνησε, άλλη μια μέρα πιο κοντά προς την Ζωή, την Αγάπη. Άλλη μια μέρα πιο κοντά στο τέλος που θα ’ναι η αρχή.
Καθώς ανέβαινε στο στασίδι του το σώμα του ανατρίχιασε ολάκερο σα να απεκδυόταν όλο αυτό το βίωμα. Χαμογέλασε συγκαταβατικά. «Μέχρι την άλλη φορά λοιπόν…» ψέλλισε και έβγαλε το κομποσχοίνι από την τσέπη του ζωστικού του. Το τάλαντο χτύπησε, η καμπάνα ήχησε. Άρχισαν να εισέρχονται στο Καθολικό οι πατέρες με τάξη και ησυχία. Οι μοναχοί πήρανε τις θέσεις τους. Ο εφημέριος φόρεσε το πετραχήλι του και έβαλε «Ευλογητός».
Στεκόταν στο στασίδι του και με το βλέμμα του κοιτούσε έναν έναν τους πατέρες. «Άραγε, πόσοι αδελφοί βίωσαν κάτι τέτοιο που εγώ για πρώτη φορά βίωσα χθες…» αναρωτήθηκε. Εκείνη τη στιγμή, ένας αδελφός περνούσε από μπροστά του. Σταμάτησε. Γύρισε προς το μέρος του, του έπιασε το χέρι. «Μην τα αναλύεις πολύ… αυτά είναι πράγματα του Θεού…» είπε πραεία τη φωνή και πήγε προς το αναλόγιο για να διαβάσει το Κάθισμα του Ψαλτηρίου.

Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή μόλις είχε αρχίσει. Άλλη μια πορεία για την Ανάσταση που εφέτος ήρθε από την αρχή…


Μάθε τον Πόνο του Πλησίον σου… διότι ο Θεός πάντα βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά

Ένα τρένο ταξίδευε. Όλοι οι επιβάτες είχαν πάει για να κοιμηθούν. Ένας μόνο βημάτιζε μέσα στο βαγόνι, κρατώντας στην αγκαλιά του ένα παιδί που έκλαιγε. Το χάιδευε, του μιλούσε τρυφερά και προσπαθούσε να το ησυχάσει, αλλά άδικα. Ένας άνδρας μπορεί να κατορθώσει πολλά, αλλά είναι ανίκανος σε μερικά πράγματα και μάλιστα όταν πρόκειται να αποκοιμίσει ένα παιδί που κλαίει.

«Βγάλτε έξω από το βαγόνι αυτό το κλαψιάρικο». Ήταν η φωνή μιας γυναίκας που την ξύπνησε το παιδί. Σαν να έδωσε το σύνθημα, ξέσπασε την οργή του και ένας παχύς ταξιδιώτης που ροχάλιζε επί μιάμιση ώρα σε όλους τους τόνους και είπε: «Γιατί δεν πάτε το παιδί αυτό στη μητέρα του»;

Και έτσι καθένας με τη σειρά του άρχισε να διαμαρτύρεται: «Είναι ανυπόφορο! Πού είναι ο υπάλληλος του τραίνου»;

Ο άνθρωπος που κρατούσε το παιδί σταμάτησε μια στιγμή ενώ τα χείλη του έτρεμαν. Ένας στεναγμός έπνιξε τη φωνή του. Έσφιξε το σωματάκι του παιδιού στο στήθος του και καταφίλησε τα δακρυσμένα ματάκια του. Έπειτα όταν επικράτησε μια στιγμή ησυχίας είπε: «Πόσο θα ήθελα να φέρω το παιδί αυτό στη μητέρα του! Δεν σταμάτησε να κλαίει από τότε που την εγκαταλείψαμε. Αλλά είναι αδύνατον, γιατί αυτή βρίσκεται στη σκευοφόρο, όπου αναπαύεται μέσα στο φέρετρό της. Τη μεταφέρουμε στην πατρίδα της, τον ωραίο ουρανό της οποίας είδαν τα μάτια της όταν ήταν παιδί και όπου θα περιμένει τον Κύριο να την αναστήσει. Αυτό το παιδί αναζητά την μητέρα του, την οποία θρηνούμε τόσο πολύ!» Και ο δυνατός εκείνος άνδρας άφησε ελεύθερα να τρέξουν τα δάκρυά του.

Σε πέντε λεπτά, δώδεκα γυναίκες ήταν γύρω από το παιδί. Μαζί κι ο παχύς ταξιδιώτης. Η συμπάθεια ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων.

***

Άγιος Παΐσιος o Αγιορείτης Ο Χριστός συγκινείται, όταν αγαπάμε τον πλησίον μας πιο πολύ από τον εαυτό μας, και μας γεμίζει με θεία ευφροσύνη. Βλέπεις, Εκείνος δεν περιορίσθηκε στο «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν», αλλά θυσιάσθηκε για τον άνθρωπο.

Όσοι έχουν αυτή την αγνή (Αρχοντική) αγάπη, είναι γεμάτοι από καλοσύνη, γιατί μέσα τους έχουν τον Χριστό και στο πρόσωπο τους ζωγραφισμένη την Θεότητα. Όσοι πονάνε πολύ και για την σωτηρία όλου του κόσμου και βοηθάνε με τον τρόπο τους (αγωνιζόμενοι) και εμπιστεύονται τον εαυτό τους ταπεινά στα χέρια του Θεού, αυτοί νιώθουν και την μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, και η ζωή τους τότε είναι μια συνεχής δοξολογία, γιατί φτερουγίζουν εσωτερικά σαν Άγγελοι, δοξολογώντας μέρα-νύχτα τον Θεό.

Όσοι όμως εργάζονται ταπεινά και αποκτούν αρετές και σκορπούν ταπεινά, από αγάπη, τα μυστικά τους βιώματα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες, διότι δίνουν πνευματική ελεημοσύνη και βοηθούν πολύ θετικά τις αδύνατες ή τις κλονισμένες ψυχές στην πίστη. Εκείνοι πάλι που πετάνε ακόμη και τον εαυτό τους στον κόσμο, από αγάπη, αφού πέταξαν πια τον κόσμο από μέσα τους, αυτοί πετάνε πια στον Ουρανό και δεν πιάνονται από τον κόσμο.

Η καλοσύνη μαλακώνει και ανοίγει την καρδιά, σαν το λάδι την σκουριασμένη κλειδαριά.

Όσοι πλησιάζουν τους πονεμένους, πλησιάζουν στον Θεό φυσιολογικά, διότι ο Θεός πάντα βρίσκεται κοντά στα πονεμένα Του παιδιά.

Τα φιλότιμα παιδιά του Θεού, που βοηθάνε στο σήκωμα των Σταυρών των συνανθρώπων τους, ο Θεός τα δυναμώνει πνευματικά και τα απαλλάσσει από Σταυρούς (δοκιμασίες).

Και μόνον ο πόνος που νοιώθει κανείς για κάποιον είναι σαν ευχή.

Ένας αναστεναγμός για τον πόνο του άλλου είναι μία καρδιακή προσευχή∙ ισοδυναμεί δηλαδή με ώρες προσευχής.

– Στο Καλύβι σας, Γέροντα, τί δυσκολίες έχετε! Έρχονται ψυχοπαθείς, ναρκομανείς…

– Εκεί όμως φαίνεται αν έχουμε πραγματική αγάπη. Στο πρόσωπο του αδελφού μας βλέπουμε τον Χριστό. Γιατί, ό,τι κάνουμε, για να αναπαύσουμε τον αδελφό μας, είναι σαν να το κάνουμε στον Ίδιο τον Χριστό. «Εφ᾿ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, είπε ο Χριστός, εμοί εποιήσατε»(Ματθ. 25, 40).

Βλέπουμε λ.χ. έναν ανάπηρο. Εάν σκεφθούμε: «άν εγώ ήμουν ανάπηρος και δεν μπορούσα να περπατήσω, πώς θα ένιωθα;», θα τον πονέσουμε. Ή, αν ζητήση την βοήθειά μας κάποιος που έχει προβλήματα, αμέσως πρέπει να σκεφθούμε: «Αν είχα εγώ τα δικά του προβλήματα, δεν θα ήθελα να με βοηθήσουν;», κι έτσι θα τον πονέσουμε. Αλλά και δοκιμασίες να περνά κανείς, όταν έχη αγάπη αληθινή, με πόνο, τον δικό του πόνο τον ξεχνάει και πονάει για τον άλλον. Εγώ, όταν μου μιλάη ο άλλος για τον πόνο του, κι επάνω σε σπασμένα γυαλιά να κάθωμαι ή σε αγκάθια να πατάω, δεν καταλαβαίνω τίποτε.

Θα κάνουμε πνευματικό συνεργείο προσευχής. Αν θα γίνεται προσευχή με πόνο, ξέρετε τί δύναμη θα έχη; Θα προσεύχεσθε για τα προβλήματα του κόσμου και όσοι άνθρωποι ζητούν εκείνη την ώρα βοήθεια από τον Θεό και βρίσκονται στην ίδια συχνότητα, θα δέχωνται την βοήθειά Του…

Ξέρεις πόσες οικογένειες είναι διαλυμένες, πόσα κακόμοιρα παιδάκια είναι εγκαταλελειμμένα στους δρόμους ή σε ιδρύματα δίχως στοργή; Πόσοι αυτήν την στιγμή φωνάζουν: «βοήθεια, βοήθεια!», και δεν υπάρχει κανείς κοντά τους να τους βοηθήση; Πόσοι βουλιάζουν στο πέλαγος, πόσοι αυτοκτονούν, πόσοι υποφέρουν; Τόσοι άνθρωποι έχουν ανάγκη από τις προσευχές των μοναχών, κι εμείς να χάνουμε τον πολύτιμο χρόνο μας με μπανταλούς λογισμούς ή παιδικά παράπονα και να μην κάνουμε ούτε τα πνευματικά μας καθήκοντα όπως πρέπει; Κοίταξε να βγής από τον εαυτό σου και να κάνης δικό σου τον πόνο των άλλων. Έτσι και ειρήνη θα βρής, και μισθό θα έχης από τον Θεό, και βοήθεια θα προσφέρης στους άλλους.

Ο Θεός συγκινείται, όταν αυτός που προσεύχεται έχη μέσα του αγάπη για τον πλησίον, αλλά τελικά ο Θεός θα κάνη αυτό που συμφέρει στην ψυχή.

Αν σκέφτεσαι τον πόνο του κόσμου γενικά και αόριστα, αυτό δεν βοηθάει. Να σκέφτεσαι συγκεκριμένες περιπτώσεις ανθρώπων οι οποίοι έχουν μεγάλη ανάγκη, ώστε να πονάς, και έτσι να γίνεται καρδιακή η προσευχή σου. Πιάσε μία περίπτωση για την οποία πονάς περισσότερο και ύστερα πήγαινε και σε άλλες περιπτώσεις. Ας πούμε, σε έναν πόλεμο τραυματίζονται πολλοί. Καλά είναι να μπορής να τους νιώσης όλους, και χωρίς να τους βλέπης. Αλλά, αν δεν μπορής να τους νιώσης χωρίς να τους βλέπης, πιο πολύ θα σε βοηθήση, αν δής έναν που έχει κόψει λίγο το δάκτυλό του και πής: «Σκέψου αυτός ο καημένος να είχε σακατευθή· να είχαν κοπή τα χέρια του ή και τα πόδια του! Και πόσοι ταλαίπωροι άνθρωποι είναι με κομμένα χέρια, με κομμένα πόδια!». Γιατί, άλλο είναι να μαθαίνη κανείς ότι έχει εκτροχιασθή μια αμαξοστοιχία και άλλο να βλέπη μπροστά του εκτροχιασμένη μια ολόκληρη αμαξοστοιχία, και να έχη κι ένα σωρό θύματα. Όταν προσεύχεσαι για ένα συγκεκριμένο θέμα το οποίο σε πονά, βοηθιέσαι κι εσύ ο ίδιος, βοηθάς και τον πλησίον σου.

– Γέροντα, όταν χτυπά το καμπανάκι την ώρα της Προσκομιδής, αναφέρω γενικές περιπτώσεις, λ.χ. χήρες, ορφανά, εγκαταλελειμμένους, και όχι ονόματα. Είναι σωστό;

– Κι εγώ το ίδιο κάνω. Να εύχεσαι όμως με πόνο. Και ο ιερέας δεν αρκεί να βγάζη στην Προσκομιδή μερίδες και να διαβάζη τα ονόματα τυπικά, αλλά πρέπει να παρακαλή για τον καθέναν με πόνο· τότε θα δη θαύματα.

Να λέτε: «Κύριε, ελέησον τους δούλους σου, ών συ τα προβλήματα γινώσκεις». Όταν δεν θυμάσαι τα ονόματα που σού δίνουν, να πιάνης γενικά τις περιπτώσεις· τους αρρώστους, τα παιδιά που έχουν παραστρατήσει κ.λπ. Να λές στην αρχή: «Βοήθησε, Θεέ μου, πρώτα αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη» και ύστερα να συνεχίζης με το «ελέησον τους δούλους σου»… και μετά να λές: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τους δούλους σου και τον κόσμον σου άπαντα», για να μη φεύγη η αμαξοστοιχία με λίγους επιβάτες.

Να ξέρης όμως ότι εκείνο που μετρά δεν είναι το πόσο προσεύχεται κανείς, αλλά το πώς προσεύχεται. Μπορεί κάποιος να διαθέτη πολύ χρόνο στην προσευχή και να νομίζη πώς προσεύχεται, αλλά στην πραγματικότητα να μην προσεύχεται, επειδή δεν προσεύχεται με πόνο. Και άλλος μπορεί να μην προσεύχεται πολύ, αλλά η προσευχή του να έχη ποιότητα, γιατί γίνεται με συντριβή και ταπείνωση.

Η καλοσύνη είναι μία από τις πολλές ιδιότητες του Θεού, γι’ αυτό πάντα σκορπάει χαρά, διώχνει σύννεφα, ανοίγει καρδιές σαν την ανοιξιάτικη λιακάδα που βγάζει άνθη από την γη, θερμαίνει ακόμη και τα φίδια και τα βγάζει από τις παγωμένες τους τρύπες, για να χαρούν και αυτά την καλοσύνη του Θεού.

Για να μαλακώση η καρδιά μας, πρέπει να έρθουμε στην θέση όχι μόνον των άλλων ανθρώπων αλλά και των ζώων,ακόμη και του φιδιού. Να σκεφθούμε: «Θα μου άρεζε να ήμουν φίδι, να έβγαινα λίγο στην λιακάδα να ζεσταθώ και να ερχόταν ο άλλος να με χτυπήση, να μου σπάση το κεφάλι; Όχι». Τότε θα λυπηθούμε και θα αγαπήσουμε ακόμη και τα φίδια.

Η σκληρή καρδιά μαλακώνει κοντά στις πληγωμένες ψυχές· γίνεται ευαίσθητη και ταπεινή.

Ο Θεός δεν έκανε άνθρωπο σκληρό και άσπλαχνο, αλλά οι άνθρωποι δεν καλλιεργούν την ευσπλαχνία που τους έδωσε ο Θεός· δεν πονούν τον συνάνθρωπό τους και από την αμέλεια γίνονται σιγά-σιγά σκληροί.

Όταν δεν έχει καθόλου να δώσει σε έναν φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κανείς κάνει ανώτερη ελεημοσύνη διότι κάνει ελεημοσύνη με αίμα της καρδιάς. Διότι αν είχε κάτι και έδινε θα αισθανόταν και χαρά, ενώ όταν δεν έχει να δώσει αισθάνεται πόνο στην καρδιά.

Εμείς με την λογική μας δεν αφήνουμε τον Χριστό να δουλέψη. Μάθετε το σωστό Ευαγγέλιο τώρα, αν θέλετε να γίνετε άνθρωποι «Ευαγγελικοί», όχι Προτεστάντες!

Να παρακαλούμε λοιπόν να γνωρίσουν όλοι τον Θεό, για να Τον αγαπήσουν, να Τον ευαρεστήσουν και να σωθούν· να πάνε στον Παράδεισο.

γιοι γίνεσθε…

https://iconandlight.wordpress.com/


Μαθήματα διαλόγου από έναν άγιο

Έλεγξε με τη δύναμι των αρετών σου εκείνους που δογματίζουν αντίθετα και όχι με την πειστικότητα των λόγων σου.

Με την πραότητα και την γαλήνη των χειλέων σου αποστόμωσε και κατασίγασε την αναίδεια των απειθών.

Έλεγξε τους ακολάστους με την ευγένεια της αναστροφής σου και τους αναίσχυντους κατά τις αισθήσεις με την συγκράτηση των οφθαλμών σου.

Να θεωρής ξένον τον εαυτό σου όλες τις ημέρες της ζωής σου, όπου και αν εισέλθης, για να μπορέσης να λυτρωθής από τη ζημία που προκαλεί η παρρησία.

Νόμιζε τον εαυτό σου πάντοτε ότι δεν γνωρίζει τίποτε, για να αποφύγης την μομφή που επέρχεται από την υποψία ότι θέλεις να διαμορφώσης την γνώμη του άλλου.

Ευλόγει επιμόνως πάντοτε με το στόμα και δεν θα λοιδορηθής· διότι η λοιδορία γεννά λοιδορίαν και η ευλογία ευλογίαν.

Νόμιζε ότι για κάθε πράγμα χρειάζεσαι διδαχή, και θα ευρεθής σε όλη την ζωή σου σοφός.

Μη παραδώσης σε κανέναν ό,τι δεν παρέλαβες ακόμη, για να μη καταισχυνθής ο ίδιος και από την σύγκρισι της διαγωγής σου αποκαλυφθή το ψεύδος σου.

Αν ειπής σε κάποιον κάτι από τα χρειαζούμενα, να ομιλήσης σαν μαθητής και όχι σαν αυθέντης με αναίδεια.

Να κατακρίνης τον εαυτό σου από πριν και να δηλώσης ότι είσαι κατώτερός του, για να δείξης στους ακούοντας την αξία της ταπεινώσεως, να τους παρακινήσης ν’ ακούσουν τα λόγια σου και να τρέξουν προς την εφαρμογή, κι έτσι θα γίνης αξιότιμος εμπρός στα μάτια τους.

Ό,τι μπορείς σε τέτοια πράγματα, πες το με δάκρυα, για να ωφελήσης και τον εαυτό σου και τους ακροατάς σου, και η χάρις του Θεού να είναι μαζί σου.

Aγίου Ισαάκ του Σύρου

https://romioitispolis.gr

  

Προσοχή, μην κρίνεις!!!

Κάποιος γέροντας έγραψε σε ένα χαρτάκι: "Μη κρείνετε, ίνα μη κρειθήτε"

Το έγραψε επίτηδες ορθογραφικά λάθος και το έδωσε στον υποτακτικό του, για να εφαρμόσει αυτήν την εντολή του Ευαγγελίου.

Πήρε ο υποτακτικός το χαρτάκι, το διάβασε και λέει στον γέροντά του:

- Γέροντα, έκανες ορθογραφικά λάθη...

- Τι λέει παιδί μου το χαρτάκι; Μην κρίνεις...

- Λάθος είναι!

- Δεν το είπε παιδί μου αυτό ο Χριστός μας;

- Έτσι το είπε, αλλά όχι με αυτήν την ορθογραφία...

- Εφάρμοσε παιδί μου την εντολή όπως την έγραψα -μην κρίνεις κανέναν...- και όταν το εφαρμόσεις, έλα τότε να σε διορθώσω τα ορθογραφικά λάθη στο χαρτάκι!

Τότε κατάλαβε ο υποτακτικός, ότι ο γέροντάς του το έγραψε επίτηδες λάθος για να τον ταπεινώσει... Αυτό το γεγονός έγινε αιτία, να προοδεύσει πολύ στα πνευματικά ο υποτακτικός, διότι εφάρμοζε την εντολή του Ευαγγελίου και δεν έκρινε κανέναν...

Το πρόβλημα δεν είναι αν γράψουμε γραμματικώς σωστά την εντολή, αλλά αν την εφαρμόζουμε. Η Χάρη δεν φεύγει άμα γράψω κάτι λάθος που είμαι αγράμματος. Ποτέ η Χάρη δεν έχει σχέση με την γραμματική και το συντακτικό, αλλά με το εάν είμαι ή όχι ταπεινός!!!!  

"Οι δο καταστσεις της δοξολογας"

Στον χρο της δοξολογας υπρχουν δο καταστσεις. Αν ο νθρωπος δεν περση απ την πρτη, δεν μπορε να φθση στην δετερη.

Στην πρτη κατσταση χει κανες πκρες, αλλ λα τα παρνει δεξι. Βζει καλ λογισμ, ρχνει το βρος στον εαυτ του, ταπειννεται, μετανοε και ευχαριστε για λα τον Θε: «Θε μου, λει, Σε ευχαριστ· εξ αμαρτιν μου τα περν αυτ. Μου χρειζονται και περισστερα, αλλ δεν αντχω. Σε παρακαλ, δσε μου υπομον και δναμη, για να αντξω». Ττε βομβαρδζεται απ την θεα παρηγορι και περν στην δετερη κατσταση.

Στην δετερη κατσταση βρσκονται σοι χουν περσει το στδιο της μετανοας και νιωσαν την θεα παρηγορι που φρνει η φεση των αμαρτιν· πρασαν δηλαδ απ το χαροποιν πνθος και φθασαν στην δοξολογα. Ττε ο νθρωπος δεν χει πκρες, αλλ νιθει μια θεα αγαλλαση, μια ευγνωμοσνη προς τον Θε, που δεν μπορε να την αντξη. Λει συνχεια το «δξα σοι ο Θες», ευχαριστε τον Θε για τις μεγλες Του ευεργεσες, για την μεγλη Του αγπη, και μετ μνη της η ψυχ κινεται στην ευχ, στην δοξολογα του Θεο ζητ συγχρηση απ τον Θε, γιατ δεν ανταποκρθηκε στις ευλογες Του.

– Γροντα, ο ΠαπαΤχων πς προσευχταν;

– Ο ΠαπαΤχων εχε φθσει στον χρο της δοξολογας και αντ για την ευχ εχε την δοξολογα. Συνχεια κουγε κανες απ το στμα του το «δξα σοι ο Θες, δξα σοι ο Θες», και λες σχεδν οι ημρες του χρνου ταν γι’ αυτν Διακαινσιμες (186), αφο ζοσε πντα την πασχαλιν χαρ.

Όσοι βρσκονται στην προχωρημνη αυτ κατσταση χουν συνχεια Πσχα, Ανσταση! Καμπνες, σμαντρα, τλαντα, λα μαζ χτυπον χαρμσυνα (187).«Αινετε Αυτν εν κυμβλοις ευχοις, αινετε Αυτν εν κυμβλοις αλαλαγμο»(188). Όλη την ημρα δοξολογον τον Θε και χτυπ σαν καμπνα η καρδι τους.

----------

- 186 Διακαινσιμος ονομζεται η εβδομδα μετ την Κυριακ του Πσχα.

- 187 Στην Αγρυπνα της Αναστσεως σμφωνα με το Τυπικ «κροονται παντα», χτυπον δηλαδ συγχρνως λες οι καμπνες, τα σμαντρα και τα τλαντα (χειροσμαντρα).

188Ψαλμ.150,5 και στιχολογα των Ανων.

Από το βιβλίο ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ ΣΤ'. "Περί Προσευχής " - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο χρος της δοξολογας

 

Χωρίς πνευματικό πατέρα, χωρίς οδηγό δεν μπορεί να προχωρήσει κάποιος στην πνευματική ζωή

Όταν ήμουν μικρός στον κόσμο είχα δει μια ταινία που μου έμεινε στη μνήμη και με βοήθησε στο ξεκίνημα της μοναχικής μου ζωής, όταν έβαζα θεμέλιο. Ήταν μια ταινία με δύο πυγμάχους που θα έκαναν μια πάλη μεταξύ τους.

Ο προπονητής του νεότερου, πριν τον αγώνα, έλεγε στον αθλητή του:

– Αυτή η τέχνη (της πυγμαχίας), προβλέπει θυσίες. Δεν θα πίνεις, δεν θα καπνίζεις, δεν θα ξενυχτάς, δεν θα πηγαίνεις με το άλλο φύλο, για να έχεις υγεία, η οποία θα σε βοηθήσει στην πάλη και στην νίκη! Αν δεν τα φυλάξεις αυτά, θα έχεις αποτυχία…

Στη συνέχεια, ο πυγμάχος αυτός, δεν τήρησε κάποια απ’ αυτά που του είπε ο προπονητής του. Και ο προπονητής του τον είδε και τον έλεγξε:

– Δεν πας καλά! Δεν πρόκειται να προχωρήσουμε έτσι!… Και εσύ χάνεις τους κόπους σου και εγώ…

Εκείνος αντέδρασε και όπως ήταν μποξαδόρος, δίνει μία στον προπονητή του και τον ρίχνει κάτω!

Aλλά μετά από λίγες μέρες, έφτασε η ώρα για τον αγώνα! Προχωρεί στην μάχη, δίχως τον προπονητή δίπλα του. Ο άλλος αντίπαλος, είχε βοηθό και καθοδηγητή τον προπονητή του, να τον συμβουλεύει, να τον τονώνει, να τον δυναμώνει, να του δίνει αέρα.

Άρχισε πάλη. Ο νεότερος έχανε, έχανε έδαφος συνεχώς και νικούσε ο άλλος. Ο προπονητής του, που καθόταν ψηλά στο αμφιθέατρο και παρακολουθούσε, στενοχωριόταν που έβλεπε τον δικό του μαθητή να χάνει και ας τον είχε χτυπήσει εκείνος… Ήξερε πως το ηθικό του έπεσε και δεν θα μπορούσε να κερδίσει.

Προβλέποντας ότι πλησίαζε το τέλος, τρέχει κάτω στο ρίνγκ, τον πλησίαζει σε μια διακοπή, που γίνεται διάλειμμα για ανάπαυση, του μιλάει στο αυτί, τον συμβουλεύει και του δίνει θάρρος.

Αυτό ήταν!… Σηκώνεται ο μαθητής του, αγωνίζεται σωστά και στον τελευταίο γύρο, βγάζει τον αντίπαλό του νοκ άουτ και κέρδισε τον αγώνα!

Αυτό με βοήθησε και εμένα και κράτησα μέσα μου γερά, ότι χωρίς δάσκαλο, χωρίς πνευματικό πατέρα, χωρίς οδηγό δεν μπορεί να προχωρήσει κάποιος στην πνευματική ζωή. Και έτσι είχα μεγάλη ωφέλεια…

π. Εφραίμ Φιλοθεΐτης

https://oikohouse.wordpress.com/

 

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: «Προσευχήσου στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις»

Όποιος αγαπά τον Κύριο, πάντοτε Εκείνον σκέφτεται, και η μνήμη του Θεού γεννά τήν προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε δεν θα προσεύχεσαι, και χωρίς τήν προσευχή η ψυχή δεν θα παραμένει στην αγάπη του Θεού, γιατί με τήν προσευχή έρχεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Η προσευχή προφυλάσσει τον άνθρωπο από τήν αμαρτία, γιατί ο προσευχόμενος νους είναι απασχολημένος με τον Θεό και στέκεται με ταπεινωμένο πνεύμα ενώπιον του προσώπου του Κυρίου, τον Οποίο γνωρίζει η ψυχή του προσευχόμενου.

Ο αρχάριος, όμως, χρειάζεται βέβαια χειραγωγό, επειδή η ψυχή, πριν έλθει η χάρη του Αγίου Πνεύματος, έχει μεγάλο πόλεμο εναντίον των εχθρών και δεν μπορεί να διακρίνει η ίδια αν η γλυκύτητα που δοκιμάζει προέρχεται από τον εχθρό. Αυτό μπορεί να το διακρίνει μόνο εκείνος που γεύθηκε ο ίδιος το Άγιο Πνεύμα και αυτός αναγνωρίζει από τη γεύση τη χάρη.

…Τον ταπεινό, όμως, τον προστατεύει ο Κύριος Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο. Η προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια, χωρίς καρδιά συντετριμμένη για τις αμαρτίες της, δεν είναι αρεστή στον Θεό… Ω άνθρωπε, μάθε την κατά Χριστόν ταπείνωση και θα σου χαρίσει ο Κύριος να γευθείς τη γλυκύτητα της προσευχής. Και αν θέλεις να προσεύχεσαι καθαρά, τότε γίνε ταπεινός, εγκρατής, να εξομολογείσαι ειλικρινά και θα σε αγαπήσει η προσευχή. Γίνε υπάκουος, υποτάξου ευσυνείδητα στις αρχές και να είσαι ευχαριστημένος για όλα, και τότε ο νους σου θα καθαριστεί από μάταιους λογισμούς. Να θυμάσαι ότι σε βλέπει ο Κύριος και να φοβάσαι μήπως λυπήσεις με κάτι τον αδελφό -μην τον κατακρίνεις και μην τον στενοχωρήσεις ούτε μ΄ ένα βλέμμα- και το Άγιο Πνεύμα θα σε αγαπήσει και Αυτό θα σε βοηθήσει σε όλα.

* * *

…Πολλοί προσεύχονται προφορικά ή προτιμούν να προσεύχονται με βιβλία. Και αυτό καλό είναι και ο Κύριος δέχεται την προσευχή τους. Αν, όμως, κάποιος προσεύχεται στον Κύριο και σκέφτεται άλλα πράγματα, τότε ο Κύριος δεν εισακούει τήν προσευχή αυτού του είδους.

Όποιος προσεύχεται από συνήθεια, δεν έχει αλλαγές στην προσευχή. Όποιος, όμως, προσεύχεται θερμά, υφίσταται πολλές αλλαγές κατά την προσευχή: Δίνει μάχη εναντίον του εχθρού, μάχη εναντίον του εαυτού του, εναντίον των παθών του, εναντίον των ανθρώπων, και πρέπει να είναι κάθε στιγμή ανδρείος. …Οι συμφορές και οι κίνδυνοι δίδαξαν πολλούς να προσεύχονται. Μ΄ επισκέφθηκε κάποτε στην αποθήκη τροφίμων ένας στρατιωτικός, που κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη. Η ψυχή μου τον αγάπησε και του λέγω:

«Προσευχήσου στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις». Και αυτός απαντά: «Ξέρω να προσεύχομαι. Το έμαθα στον πόλεμο, όταν ήμουν στις μάχες. Παρακαλούσα θερμά τον Κύριο να με φυλάξει ζωντανό. Οι σφαίρες έπεφταν, τα βλήματα έσκαζαν και λίγοι έμειναν στη ζωή. Αν και πήγα πολλές φορές στη μάχη, ο Κύριος με φύλαξε». Ενώ τα έλεγε αυτά, έδειχνε πως προσευχόταν και από τη στάση του σώματος του φαινόταν πως ήταν όλος βυθισμένος στον Θεό…

…Όταν αγαπάς κάποιον, θέλεις να τον σκέφτεσαι, να μιλάς γι΄ αυτόν, να είσαι μαζί του. Η ψυχή αγαπά τον Κύριο ως Πατέρα και Δημιουργό και παρίσταται ενώπιόν Του, με φόβο και αγάπη: με φόβο, γιατί είναι ο Κύριος· με αγάπη, γιατί η ψυχή Τον γνωρίζει ως Πατέρα γεμάτο έλεος και η χάρη Του είναι γλυκύτερη από καθετί άλλο….

* * *

…Η ψυχή πού έχασε τήν ταπείνωση, στερείται συγχρόνως και τη χάρη και τήν αγάπη για τον Θεό, και τότε σβήνει η πύρινη προσευχή. Όταν, όμως, η ψυχή αποκτήσει τήν ταπείνωση και απαλλαγεί από τα πάθη, τότε ο Κύριος θα της δώσει τη χάρη Του και η ψυχή θα προσεύχεται με θερμά δάκρυα για τους εχθρούς της, όπως και για τον εαυτό της, αλλά και για όλον τον κόσμο.

Από το βιβλίο "Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης", Αρχιμ. Σωφρόνιου (Σαχάρωφ), σ.364-369.

https://www.agiospatrokosmas.gr

 

Μέγας Βασίλειος - Λόγος Α´ γι τ Νηστεία

πόδοση στν μιλουμένη: Δημήτριος θανασόπουλος, Θεολόγος. κδόσεις: Νεκτάριος Παναγόπουλος.


νηστεία εναι πρόσταγμα προφητικό.

1. «Ν σαλπίσετε, λέγει, κατ τν πρώτη μέρα το μνα μ τν σάλπιγγα, καθς κα κατ τν πίσημη μέρα τς μεγάλης ορτς σας» (Ψαλμ. 80, 4).

Ατ εναι πρόσταγμα προφητικό. Γι μς δ π τν σάλπιγγα πι μεγαλόφωνο κα π κάθε ργανο μουσικ πι πίσημο, τν ναμενόμενη ορτ τν ορτν ποδηλώνουν τ ναγνώσματα (σ. 58, 4-6). Διότι γνωρίσαμε τν χάρη τν νηστειν π τν σαΐα, πο πέῤῥιψε μν τν ουδαϊκ τρόπο τς νηστείας, τν δ ληθιν νηστεία σ μς δειξε. «Ν μ νηστεύετε χάριν διαμάχης κα ριδος», «λλ ν καταργήσεις κάθε σύνδεσμο δικίας» (σ. 63, 6). Κα Κύριος λέγει· «ν μ γίνεσθε σκυθρωποί, λλ ν νίψεις τ πρόσωπό σου, κα ν λείψεις τ κεφάλι σου» (Ματθ. 6, 16-17). ς συμπεριφερθομε λοιπόν, πως διδαχθήκαμε, ν μ φαινόμαστε σκυθρωπο γι τς μέρες πο ρχονται, λλ μ φαιδρ πρόσωπο πρς ατές, πως πρέπει στος γίους, ν συμπεριφερόμαστε. Κανες καρδος δν στεφανώνεται, κανες κατηφς δν στήνει τρόπαιο. Ν μ σκυθρωπάσεις ν δέχεσαι περιποιήσεις. Εναι τοπο ν μ χαιρόμαστε γι τν γεία τς ψυχς, λλ ν λυπόμαστε μ τν λλαγ τν τροφν κα ν φαινόμαστε τι χαριζόμαστε στν δον τς σάρκας, παρ στν πιμέλεια τς ψυχς. Διότι μν κορεσμς σταματ τν εχαρίστηση στν κοιλιά, δ νηστεία νεβάζει τ κέρδος στν ψυχή. Ν χαίρεσαι διότι σο χει δοθε π τν ατρ φάρμακο πο καταστρέφει τν μαρτία. Διότι πως κριβς στ ντερα τν παιδιν τ ναζωογονούμενα σκουλήκια ξαφανίζονται μ κάποια δραστικ φάρμακα, τσι κα τν μαρτία, πο βρίσκεται στ βάθος τς ψυχς, τν σκοτώνει νηστεία πο εσχωρε στν ψυχή, ποία νηστεία εναι πράγματι ξία το νόματός της.

νηστεία ν γίνεται χωρς ποκρισία. Κάθαρση τς ψυχς π τ μαρτήματα.

2. «λειψε τ κεφάλι σου κα πλνε τ πρόσωπό σου» (Ματθ. 6, 17). Σ μυστήρια σ καλε λόγος. Ατς πο λείφθηκε μυρώθηκε· ατς πο νίφθηκε καθαρίσθηκε. Ν ννοες τ νομοθεσία στν σωτερικ νθρωπο. Ν καθαρίσεις τν ψυχ π τ μαρτήματα. Ν χρίσεις τ κεφάλι σου μ χρσμα γιο, γι ν γίνεις μέτοχός του Χριστο, κα τσι ν προσέλθεις στ νηστεία. Ν μν λλοιώσεις τ πρόσωπό σου πως κριβς oι ποκριτές. Τ πρόσωπο μαυρώνεται, ταν σωτερικ διάθεση πισκιάζεται μ τ πίπλαστο ξωτερικ σχμα, καλυπτόμενη μ τ ψεδος σν μ παραπέτασμα. ποκριτς εναι ατς πο ποδύεται ξένο πρόσωπο στ θέατρο· ν εναι δολος, πολλς φορς ποδύεται τ πρόσωπο το κυρίου, κα ν εναι πολίτης, τ πρόσωπο το βασιλέως. τσι κα στν βίο ατό, σν στ σκην τς δικς τους ζως, ο πολλο παίζουν θέατρο, λλα μν φέροντας στν καρδιά, λλα δ δεικνύοντας φανερ στος νθρώπους. Ν μν λλοιώνεις λοιπν τ πρόσωπό σου. ποιος εσαι, τέτοιος ν φαίνεσαι· ν μν ποκρίνεσαι τν σκυθρωπό, πιδιώκοντας τν δόξα π το ν φαίνεσαι γκρατής. Διότι οτε εεργεσία πο διατυμπανίζεται εναι φελος, κα κανένα κέρδος δν προέρχεται π νηστεία πο δημοσιεύεται. Διότι κενα πο γίνονται πιδεικτικ δν προεκτείνουν τν καρπ στ μέλλουσα ζωή, λλ τν περιορίζουν στν παινο τν νθρώπων. Τρέξε λοιπν μ χαρ στ δωρε τς νηστείας.

νηστεία εναι ρχαο δρο· δν παλαιώνει κα δν γηράσκει, λλ πάντοτε νανεούμενο, νθίζει πάντοτε γι ν φέρει ριμους καρπούς.

3. Νομίζεις τι πολογίζω τν ρχαιότητά της π τ νόμο; νηστεία εναι παλαιότερη κα π τ νόμο. Ἐὰν ναμείνεις λίγο, θ βρες τν λήθεια το λόγου.

νηστεία εναι πρώτη ντολ το Θεο στν Παράδεισο. παράβασή της π τος πρωτοπλάστους εναι πτώση το νθρωπίνου γένους στν μαρτία.

Μ νομίζεις τι μέρα το ξιλασμο, πο χει διαταχθε γι τν σραλ τν βδομο μήνα (Λευϊτ. 16 - 29· 23, 27), τν δεκάτη μέρα το μνα, ατ εναι ρχ τς νηστείας. λα λοιπόν, βαδίζοντας μέσ τς στορίας, ρεύνησε τν ρχαιότητά της. Διότι δν εναι νεώτερο τ φεύρημα. Τ κειμήλιο εναι τν πατέρων. Κάθε τί πο εναι ρχαο, εναι σεβαστό. Ν σέβεσαι τν παλαιότητα τς νηστείας. Εναι συνομήλικη μ τν νθρωπότητα· νηστεία νομοθετήθηκε στν παράδεισο. Εναι πρώτη ντολ πο λαβε δάμ· «π τ δένδρο τς γνώσεως το καλο κα το κακο δν θ φτε» (Γεν. 2, 17). Τ «δν θ φάγετε» εναι νομοθεσία νηστείας κα γκρατείας. Ἐὰν εχε νηστεύσει π τν καρπ το δένδρου Εα, τώρα δν θ εχαμε νάγκη π τ νηστεία ατή. «Διότι δν χουν νάγκη ατρο ο γιες, λλ ο ἄῤῥωστοι» (Ματθ. 9, 12).

μετάνοια χωρς τν νηστεία εναι ργ

πάθαμε πολλ κακ π τν μαρτία· ς θεραπευθομε μ τν μετάνοια. μετάνοια δ χωρς τ νηστεία εναι ργή. «Καταραμένη γ, γκάθια κα τριβόλια ν σο βλαστάνει» (Γεν. 3, 17-18). προστάχθηκες ν δοκιμάζεσαι, χι βέβαια ν ζες τρυφηλς. Μ τ νηστεία ν ξομολογεσαι στν Θεό. λλ κα τρόπος ζως στν παράδεισο εναι εκόνα νηστείας, χι μόνον διότι νθρωπος μ τ ν εναι μοτράπεζος τν γγέλων κατώρθωνε μ τν λιγάρκεια τν μοίωση πρς ατούς, λλ διότι κα σα στερα φερε διάνοια τν νθρώπων, δν εχαν πινοηθε κόμη π τος τρεφομένους στν παράδεισο· χι κόμη ονοποσίες, χι κόμη ζωοθυσίες· οτε σα θολώνουν τν νθρώπινο νο.

Μ τ νηστεία πανερχόμαστε στν Παράδεισο.

4. πειδ δν νηστεύσαμε, φύγαμε π τν παράδεισο· ς νηστεύσουμε λοιπόν, γι ν πανέλθουμε σ᾿ ατόν. Δν βλέπεις τν Λάζαρο, πς μ τ νηστεία μπκε στν παράδεισο; (Λουκ. 16, 20-31). Ν μν μιμηθες τν παρακο τς Εας, ν μν παραδεχθες τ φίδι πάλι σν σύμβουλο, πο προτείνει τν βρώση, φροντίζοντας γι τ σμα.

Στος σθενες πιβάλλεται χι ποικιλία τν φαγητν λλ νηστεία κα δίαιτα.

Ν μν προφασίζεσαι ἀῤῥώστια το σώματος κα δυναμία. Διότι τς δικαιολογίες δν τς λέγεις σ μένα, λλ σ᾿ ατν πο γνωρίζει. Πές μου, δν μπορες ν νηστεύεις; Μπορες μως ν παραχορταίνεις γι λη τ ζω κα ν συντρίβεις τ σμα σου μ τ βάρος τν φαγητν. Κα μως στος σθενες χι ποικιλία φαγητν, λλ σιτία κα δίαιτα γνωρίζω τι πιβάλλουν ο ατροί. Πς λοιπν σ πο μπορες ατά, προφασίζεσαι τι δν μπορες κενα; Τί εναι εκολότερο γι τν κοιλιά, ν περάσει τ νύκτα μ τν λιτότητα τς δίαιτας, μ τν φθονία τν φαγητν ν κείτεται βαρειά; Μλλον δ μήτε ν κείτεται, λλ ν πυκνοστριφογυρίζει παραφορτωμένη κα στενοχωρημένη μ κίνδυνο ν νοίξει; κτς ν πες τι ο κυβερντες σζουν εκολότερα τ βαρυφορτωμένο πλοο π τ καλ φοδιασμένο κα λαφρό. Διότι ατ μν τ ποο πιέζεται π τ πλθος το φορτίου, μικρ τρικυμία τ καταβυθίζει, κενο δ πο χει σύμμετρα τ μπορεύματα εκολα διαπλέει τν τρικυμία, πειδ τίποτα δν τ μποδίζει ν νέβει εκολότερα. Κα τ σώματα λοιπν τν νθρώπων ταν παραφορτώνονται μ τν συνεχ χορτασμό, εκολα ποκύπτουν στς σθένειες· ταν δ κάνουν χρήση στερες κα λαφρς τροφς, κα τ ναμενόμενο π τ νόσο κακ ξεφεύγουν, πως τν κακοκαιρία τ πλοο κα τ δη παρν νοχλητικ τ ξεπερνον, σν κάποια φοδο δίνς. μως κα συχία κατ τν γνώμη σου εναι πι κουραστικ π τ τρέξιμο κα ρεμία π τν πάλη, ἐὰν κριβς σχυρίζεσαι τι κα τρυφ εναι καταλληλότερη π τν δίαιτα γι τος σθενεις.

πολυτέλεια κα ποικιλία τν φαγητν δημιούργησε τ διάφορα εδη τν σθενειν.

Διότι δύναμη πο κυβερν τν νθρωπο τν ατάρκεια κα τν λιτότητα εκολα μν πεξεργάσθηκε κα τν καμε οκεία στ τρεφόμενο· ταν μως παρέλαβε τν πολυτέλεια κα ποικιλία τν φαγητν, πειτα πειδ δν μπόρεσε πρς τ τέλος ν ντέξει, δημιούργησε τ διάφορα εδη τν σθενειν.

νηστεία στν Π. Διαθήκη.

5. λλ᾿ λόγος ς βαδίζει μ τν στορία, ξετάζοντας τν ρχαιότητα τς νηστείας. Κα πως λοι ο γιοι, σν κάποια πατρικ κληρονομιά, τν κληρονόμησαν, τσι τν διαφύλαξαν, παραδίνοντας πατέρας στ παιδί, π᾿ που κα σ μς διαδοχικ διασώθηκε τ κτμα. Δν πρχε στν παράδεισο ονος· χι κόμη ζωοθυσίες· χι κόμη κρεοφαγίες. Μετ τν κατακλυσμ ονος· μετ τν κατακλυσμό, «ν τρώγετε π λα, σν χλωρ χορτάρια» (Γεν. 9, 3). ταν ποῤῥίφθηκε τελείωση, τότε πιτράπηκε πόλαυση. Δεγμα δ τς πειρίας το ονου Νε πο γνοοσε τν χρήση το ονου. Διότι κόμη δν εχε εσέλθει στ ζωή, οτε εχε χρησιμοποιηθε στς συναναστροφς τν νθρώπων. πειδ οτε λλον εχε δε, οτε διος δοκίμασε, περιέπεσε πρόσεκτα στ μέθη το ονου.

«Διότι φύτευσε μπελο Νε, κα πιε π τ γέννημα το καρπο κα μέθυσε» (Γεν. 9, 20-21)· χι διότι ταν μέθυσος, λλ διότι δν γνώριζε τν μέτρια πόση. Τόσον τ ερημα τς ονοποσίας εναι νεώτερο π τν παράδεισο, κα τόσον παλαις σεβασμς τς νηστείας. λλ γνωρίσαμε τι κα Μωύσης μ τ νηστεία πλησίασε τ ρος (ξοδ. 24, 18). Διότι δν θ ποτολμοσε ν κάπνιζε κορυφή, οτε θ εχε τ θάῤῥος ν εσέλθει στν γνόφο, ἐὰν δν εχε πλισθε μ τ πλο τς νηστείας. Μ τ νηστεία ποδέχθηκε τ νόμο πο γράφη μ τ δάκτυλο το Θεο στς πλάκες. Κα πάνω μν νηστεία γινε πρόξενος τς νομοθεσίας, κάτω δ γαστριμαργία τος ξέτρεψε σ εδωλολατρεία. «Διότι κάθισε o λας γι ν φάει κα ν πιε, κα σηκώθηκαν μετ γι ν διασκεδάσουν» (ξοδ. 32,6).

μέθη καταστρέφει τν πνευματικότητα το νθρώπου.

Σαράντα μερν προσμον μ νηστεία κα προσευχ το δούλου το Θεο τν χρήστευσε μία oινοποσία. Διότι ατς τς πλάκες πο λαβε νηστεία μ τ δάκτυλο το Θεο γραμμένες, ατς μέθη κομμάτιασε, διότι προφήτης δν κρινε ξιο ν νομοθετεται μέθυσος λας π τν Θεό. Σ μία φευγαλέα στιγμή, μ τν γαστριμαργία, λας κενος πο εχε γνωρίσει τν Θε μ τ πι μεγάλα θαύματα, κυλίσθηκε στν εδωλολατρικ τρέλα τν Αγυπτίων. Σύγκρινε κα τ δυό· πς δηλαδ νηστεία δηγε στ Θε κα πς τρυφ προδίδει τν σωτηρία. Κατέβα, βαδίζοντας τν δρόμο πρς τ κάτω.

Τ εεργετικ ποτελέσματα τς νηστείας στν Παλαι κα Κ. Διαθήκη.

6. Τί βεβήλωσε τν σα κα τν καμε δολο το δελφο του; Δν ταν να φαγητό, γι τ ποο πώλησε τ πρωτοτόκια; (Γεν. 25, 30-34). Τν δ Σαμουλ δν τν χάρισε στν μητέρα του προσευχ μ τ νηστεία; (Α´ Βασιλ.1, 13-16). Τί καμε τν Σαμψν καταμάχητο κα μεγάλο ρωα; Δν ταν νηστεία μ τν ποία συνελήφθη στν κοιλι τς μητέρας του; (Κριτ. 13, 14). νηστεία τν γέννησε, νηστεία τν θήλασε, νηστεία τν καμε νδρα, πο τν διέταξε γγελος στν μητέρα του. «Δν πρέπει ν φάει κανένα π τ προϊόντα της μπέλου, κα ονο κα σίκερα [μεθυστικ ποτ] ν μν πιε» (Κριτ. 13, 14). νηστεία γενν προφτες, δυναμώνει δυνατούς· νηστεία κάνει σοφούς τους νομοθέτες, εναι καλ φυλακτήριο τς ψυχς, στ σμα σφαλς σύνοικος, πλο στος νδρείους, γυμναστήριο στος θλητές. Ατ ποκρούει τος πειρασμούς· ατ προετοιμάζει πρς τν εσέβεια, συγκάτοικος τς νηφαλιότητας, δημιουργός της σωφροσύνης. Στος πολέμους κάνει νδραγαθήματα, στν ερήνη διδάσκει τν συχία. Τν ναζιραο [φιερωμένος στν Θε γι 30 μέρες μ ποχ φαγητν κα ποτν. σόβιοι ναζιραίοι ταν Σαμψν, Σαμουήλ, ωάννης Πρόδρομος, άκωβος δελφόθεος. Στν χριστιανισμ ναζιραίοι καλονται ο Μοναχοί] γιάζει, κα κάνει τέλειο τν ερέα. Διότι δν εναι δυνατν χωρς νηστεία ν ποτολμήσει τν ερουργία· χι μόνον τώρα στν μυστικ κα ληθιν λατρεία, λλ κα στν τυπικ πο γινόταν κατ τν (Μωσαϊκό) νόμο. Ατ καμε τν λία θεατή του μεγάλου θεάματος· διότι φο π σαράντα μέρες μ νηστεία καθάρισε τν ψυχή, τσι καταξιώθηκε ν δε στ σπήλαιο το Χωρβ (Γ´ Βασιλ. 19, 8-13), σον εναι δυνατν στν νθρωπο ν δε, τν Κύριο. Νηστεύοντας δωσε πίσω στν χήρα τ παιδί της, φο ποδείχθηκε σχυρς μ τ νηστεία κατ το θανάτου. π στόμα πο νήστευε βγκε φων πο σταμάτησε γι τν παράνομο λα τ βροχ το ορανο γι τρία χρόνια κα ξι μνες. Διότι γι ν μαλακώσει τν δάμαστη καρδι τν σκληροτραχήλων, προτίμησε κα τν αυτό του στν κακοπάθεια ν τν καταδικάσει μαζ μ τος λλους. Γι τοτο «ζε Κύριος, επε, δν θ πάρξει στ γ νερό, παρ μόνο μ τν λόγο μου» (Γ´ Βασιλ. 17, 1). Κα φερε σ᾿ λο τν λα νηστεία μ τν πενα, γι ν πανορθώσει τν κακία πο εχε προέλθει π τν τρυφ κα τν μαλθακ ζωή. Τί λογς δ πρξε βίος το λισσαίου; Πς μν φιλοξενήθηκε π τν Σουναμίτιδα; Πς δ διος δεχόταν τος προφτες; Δν κανε τν φιλοξενία μ γρια λάχανα κα λίγο λερι; (Δ´ Βασιλ. 4, 42-44). Κι τσι κάποτε μ τ χόρτα εχε μαζευτε κα γριοκολοκύθι, στε ν κινδυνεύουν ατο πο θ τρωγαν, ἐὰν μ τν εχ το νηστευτ δν εχε χρηστευθε τ δηλητήριο. Κα γενικς, θ μποροσες ν βρες τ νηστεία ν χειραγωγε λους τος γίους στν κατ Θεν πολιτεία. πάρχει κάποιο εδος ντικειμένου, πο νομάζουν μίαντο, φθορο στ φωτιά, πο ταν μν τίθεται στν φλόγα φαίνεται τι χει πανθρακωθε, ταν δ τ βγάζουν π τ φωτιά, σν ν χει λευκανθε στ νερό, γίνεται καθαρότερο. Τέτοια ταν τ σώματα τν τριν κείνων παίδων τς Βαβυλνος, πο εχαν τν μίαντο π τ νηστεία (Δανιλ 1, 8-16). Διότι στ μεγάλη φλόγα τς καμίνου, σν ν σαν κατ τν φύση π χρυσό, πεδεικνύοντο νώτεροι π τν βλάβη τς φωτις. Δηλαδ πεδεικνύοντο πι δυνατο κα π τν χρυσό· διότι δν τος λυωνε ατος φωτιά, λλ τος φύλαγε κέραιους. Κα μως τίποτε δν θ συγκρατοσε τότε τν φλόγα κείνη, πο τν τρεφαν νάφθα κα πίσσα κα κληματίδες, στε ατ ν ξαπλώνεται σαρανταεννέα πήχεις, κα κατατρώγοντας τ γύρω π᾿ ατν πολλος π τος Χαλδαίους ν καταφάγει. κείνη λοιπν τν πυρκαγι καταπατοσαν oι παδες, φο εσλθαν μ νηστεία, ναπνέοντας τσι στν ρμητικ φωτι σν λεπτ αρα κα δροσερή. Διότι φωτι οτε τς τρίχες δν πείραξε, πειδ τς εχε κθρέψει νηστεία (Δανιλ 3, 24- 33).

7. Κα Δανιήλ, νδρας τν πιθυμιν, ατς πο τρες βδομάδες δν φαγε ψωμ κα δν πιε νερ (Δανιλ 10, 2-3) δίδαξε κα τ λιοντάρια ν νηστεύουν, ταν κατέβηκε στ λάκκο (Δανιλ 6, 16-22). Διότι σν π πέτρα χαλκ κάποια λλη στερε λη ν ταν κατασκευασμένος, τ λιοντάρια δν μποροσαν ν μπήξουν τ δόντια τους. τσι νηστεία, φο δυνάμωσε τ σμα το νδρς πως βαφ τ σίδηρο, τ κανε δάμαστο στ λιοντάρια· διότι δν νοιγαν τ στόμα κατ το γίου. νηστεία «σβησε τν δύναμη τς φωτις, φραξε τ στόματα τν λιονταριν» (βρ. 11, 33-34).

Τ γαθ τς νηστείας.

νηστεία ναπέμπει τν προσευχ στν ορανό, μ τ ν γίνεται σ᾿ ατν κατ κάποιο τρόπο φτερ πρς τν νω πορεία της. νηστεία εναι προκοπ τν οκων, γείας μητέρα, νεότητος παιδαγωγός, στολίδι στος γέροντες, καλ συνοδοιπόρος στος πεζοπόρους, σφαλς μόσκηνος στος συγκατοίκους. νδρας δν ποψιάζεται κίνδυνο το γάμου, ταν βλέπει τν γυνακα ν ζε μ τ νηστεία. Δν λυώνει γυνακα π τν ζηλοτυπία, ταν βλέπει τν νδρα ν νηστεύει. Ποις ζημίωσε τ σπίτι του μ τ νηστεία; πολόγισε σήμερα τ πράγματα το σπιτιο κα πολόγισε τ κα μετά· δν θ λείψει τίποτε μ τ νηστεία π τ πάρχοντα στ σπίτι. Κανένα ζο δν βγάζει κραυγς θανάτου, πουθεν αμα, πουθεν πόφαση, πο παγορεύεται κατ τν ζων π τν καμπτη κοιλιά. χει σταματήσει τ μαχαρι τν μαγείρων· τ τραπέζι ρκεται στ πρόχειρα. Τ Σάββατο δόθηκε στος ουδαίους, «γι ν ναπαυθε, λέγει, τ ποζύγιό σου κα o δολος σου» (ξοδ. 20, 10).

μιλε γι τς 5 βδομάδες τς Μ. Τεσσαρακοστς.

ς γίνει νηστεία νάπαυση π τος συνεχες κόπους στος πηρέτες πο πηρετον καθ᾿ λο τ τος. νάπαυσε τν μάγειρά σου, δσε δεια στν τραπεζοκόμο, σταμάτησε τ χέρι το κεραστ, ς σταματήσει κάποτε κα παρασκευαστς τν ποικίλων γλυκισμάτων. ς συχάσει κάποτε κα τ σπίτι π τος μύριους θορύβους, κα π τν καπν κα τν τσίκνα κα π ατος πο νεβοκατεβαίνουν κα πο πηρετον σν μείλικτη κυρία τν κοιλιά. Πάντως κάποτε κα ο φοροεισπράκτορες πιτρέπουν γι λίγο στος ποχειρίους τους ν ζήσουν λεύθερα. ς δώσει κάποια νάπαυλα κα κοιλι στ στόμα, ς κάμει γι μς πενθήμερες νακωχές, ατ πο πάντοτε παιτε κα οδέποτε σταματ, ατ πο σήμερα παίρνει κα αριο λησμονε. ταν χορτάσει, φιλοσοφε περ γκρατείας, ταν δειάσει λησμονε τς φιλοσοφικς δοξασίες.

8. νηστεία δν γνωρίζει τν φύση το δανείου· δν μυρίζει π τόκους τράπεζα το νηστευτ· δν πνίγουν τ ρφαν παιδ ο πατρικο τόκοι το νηστευτ, σν φίδια περιπλεκόμενα. Κα διαφορετικ νηστεία γίνεται φορμ γι εφροσύνη. Διότι πως δίψα γλυκ τ ποτ καθιστά, κα πενα πο προκλήθηκε κάνει εχάριστο τ τραπέζι, τσι κα τν πόλαυση τν φαγητν φαιδρύνει νηστεία. Διότι μ τ ν παρεμβληθε στ μέσο κα ν διακόψει τν συνέχεια τς τρυφς, θ κάμει στε ν σο φανε λήψη τς τροφς πιθυμητ σν πόδημη. στε ἐὰν θέλεις γι τν αυτό σου ν τοιμάσεις πιθυμητ τράπεζα, δέξου τν μεταβολ πο προέρχεται π τ νηστεία. Σ δ περικυκλωμένος πάρα πολ π τν τρυφή, χεις ξεχάσει τν αυτό σου μαυρώνοντας τν πόλαυση κα π φιληδονία ξαφανίζοντας τν πραγματικ εχαρίστηση. Διότι, τίποτε δν πάρχει τόσον πιθυμητό, στε ν μν καταφρονεται μ τν συνεχ πόλαυση. κείνων δ πο εναι σπάνια πόκτηση, ατν πόλαυση γίνεται περισπούδαστη. τσι κα κτίστης μας πενόησε μ τν ποικιλία στ ζω ν παραμένει σέ μας χάρη ατν πο χουν δοθε. Δν βλέπεις τι κα λιος εναι λαμπρότερος μετ τν νύκτα; Κα γρυπνία γλυκύτερη μετ τν πνο; Κα γεία πι πιθυμητ μετ τν περα τν ντιθέτων; Κα τράπεζα λοιπν εναι πι εχάριστη μετ τ νηστεία· μοια μν στος πλουσίους κα σ᾿ ατος πο παρέχουν πλούσια γεύματα κα στος λιτος κα στος πρόχειρους κατ τν δίαιτα.

9. Ν φοβσαι τ παράδειγμα το πλουσίου. κενον παρέδωσε στ πρ συνεχς τρυφή. Διότι ν κα δν κατηγορήθηκε γι δικία, λλ γι τρυφηλ ζωή, τηγανιζόταν στν φλόγα τς καμίνου. Γι ν σβήσουμε λοιπν τ πρ κενο, χρειάζεται νερό. Κα χι μόνον γι τ μέλλοντα πράγματα εναι φέλιμος νηστεία, λλ κα σ᾿ ατ τν σάρκα πι πωφελής. Διότι oι μεγάλες παχυσαρκίες χουν ποτροπς κα μεταπτώσεις, ποτε φύση κάμπτεται κα δυνατε ν σηκώσει τ βάρος τς παχυσαρκίας.

ξία το νερο γι τν γεία.

Πρόσεχε μ τυχν τώρα, ποστρεφόμενος τ νερό, πιθυμήσεις στερα μία σταγόνα, πως κα πλούσιος (Λουκ. 16, 24). Κανες δν μέθυσε π τ νερό. Κανενς δν πόνεσε τ κεφάλι διότι βαρύνθηκε π τ νερό. Κανες δν χρειάσθηκε ξένα πόδια πίνοντας νερό. Κανενς τ πόδια δν δέθησαν, κανενς τ χέρια δν χρηστεύθηκαν, ποτιζόμενα μ νερό. Διότι λαττωματικ πέψη, πο κολουθε ναγκαστικ στος ζντες μ τρυφηλότητα, ατ φέρνει τ φοβερ νοσήματα στ σώματα. Τ χρμα το νηστεύοντος σεμνό, δν κοκκινίζει διάντροπα, λλ εναι στολισμένο μ τν σώφρονα χλωμάδα· φθαλμς προς, βάδισμα σεμνοπρεπές, πρόσωπο σοβαρ πο δν σχημίζει μ τ κόλαστο γέλιο, λόγια μετρημένα, καρδι καθαρή. Θυμήσου τος γίους λων τν αώνων, «γι τος ποίους δν ταν ξιος κόσμος» πο γύριζαν «φορώντας δέρματα προβάτων κα δέρματα γιδιν, χοντας στερήσεις, θλίψεις, κακουχίες» (βρ.11, 37-38). κείνων ν θυμσαι τν διαγωγή, ἐὰν κριβς πιζητες ν εσαι μ τ μέρος τους.

Παραδείγματα νηστείας, ωάννης Βαπτιστής, Κύριος κα π. Παλος.

Τί νάπαυσε τν Λάζαρο στος κόλπους τν βραάμ; χι νηστεία; ζω δ το ωάννου πρξε μι συνεχς νηστεία· ποος δν εχε κρεββάτι, οτε τραπέζι, οτε καλλιεργήσιμη γ, οτε βόδι γι ργωμα, οτε ρτοποιό, οτε τίποτε λλο π τ πράγματα τς ζως. Γι τοτο «μεταξ τν γεννηθέντων π τς γυνακες μεγαλύτερος δν χει ναφανε λλος π τν ωάννη τν Βαπτιστή» (Ματθ. 11, 11). Τν Παλο μαζ μ τ λλα κα νηστεία, πο παρίθμησε στ καυχήματα γι τς θλίψεις του, τν νέβασε στν τρίτο οραν (Β´ Κορινθ. 11, 27· 12, 2). πρτος δ γι σα χουμε πε, Κύριός μας, φο χύρωσε μ νηστεία τν σάρκα, πο πρε γι χάρη μας, τσι δέχθηκε σ᾿ ατ (Ματθ. 4, 2) το διαβόλου τς προσβολές, κα γι ν μς διδάσκει ν τοιμαζόμαστε μ νηστεες κα ν γυμναζόμαστε γι τος γνες κατ τν πειρασμν, κα γι ν προσφέρει στν ντίπαλο μ τν στέρηση κατ κάποιο τρόπο λαβή. πρόσιτος θ ταν σ᾿ ατν λόγω το ψους τς θεότητος, ἐὰν μ τν φτώχεια δν εχε κατεβ πρς τ νθρώπινο. πανερχόμενος λοιπν στος ορανούς, φαγε, γι ν πιστοποιήσει τν φύση το ναστάντος σώματος. Σ δ παραπαχαίνοντας τν αυτό σου κα ντας πολύσαρκος, δν γίνεσαι μαλθακός; ξασθενίζοντας δ τ νο μ τροφία, γι τ σωτήρια κα ζωοποι διδάγματα μπορες ν μιλήσεις; γνοες τι, πως σ πολεμικ παράταξη, συμμαχία μ τν λλον φέρνει τν ττα το ντιπάλου, τσι κα ατς πο συμμαχε μ τν σάρκα, νταγωνίζεται τ πνεμα κα ατς πο πηγαίνει μ τν παράταξη το πνεύματος ποδουλώνει τν σάρκα; «Διότι ατ μεταξ τος εναι ντίθεται» (Γαλατ. 5, 17). στε, ἐὰν θέλεις ν κάνεις σχυρ τ νο, ν δαμάσεις τν σάρκα μ τ νηστεία. Διότι ατ εναι κενο πο λέγει πόστολος· τι «σον ξωτερικς νθρωπος φθείρεται, τόσον σωτερικς νακαινίζεται» (Β´ Κορ. 4,16)· κα τό· «ταν σθεν, τότε εμαι δυνατός» (Β´ Κορ. 12, 10). Δν θ περιφρονήσεις τ φαγητ πο χάνονται; Δν θ πιθυμήσεις τν τράπεζα τς βασιλείας, τν ποία ξάπαντος δ νηστεία θ ξωραΐσει; γνοες τι μ τν μετρία το χορτασμο τοιμάζεις γι τν αυτό σου παχ τν βασανιστ σκώληκα; Διότι ποις π᾿ ατος πο ζον μ πλούσια τροφ κα διαρκ τρυφ δέχθηκε κάποια κοινωνία πνευματικο χαρίσματος; Μωυσς γι ν λάβει δεύτερη νομοθεσία χρειάσθηκε μία κόμη δεύτερη νηστεία. Στος Νινευίτες, ἐὰν κα τ ζα δν εχαν νηστεύσει, δν θ εχαν διαφύγει τν πειλ τς καταστροφς (ωνς 3, 4-10). Ποίων τ σώματα πεσαν στν ρημο; (βρ. 3, 17). χι ατν πο πιζητοσαν τν κρεοφαγία; (ριθμ.11, 33). κενοι μν ως του εχαν ρκεσθε στ μάννα κα στ νερ πο βγκε π τν πέτρα, νικοσαν τος Αγυπτίους, περπατοσαν μέσα π τν θάλασσα. «Δν πρχε στς φυλς τος κανένας πο δν μποροσε ν περπατήσει» (Ψαλμ. 104, 37)· πειδ δ θυμήθηκαν τ κρέατα στος λέβητες (ξοδ.16, 3) κα στράφησαν μ τς πιθυμίες τους στν Αγυπτο, δν εδαν τν γ τς παγγελίας.

πολυφαγία τονε τν πνευματικότητα το νθρώπου.

Δν φοβεσαι τ παράδειγμα; Δν φρίττεις γι τν πολυφαγία, μήπως σ ποκλείσει π τ λπιζόμενα γαθά; λλ᾿ οτε σοφς Δανιλ θ βλεπε τ ράματα, ἐὰν μ τ νηστεία δν κανε καθαρότερη τν ψυχή. Διότι π τν παχει τροφ κατ κάποιο τρόπο καπνώδεις ναθυμιάσεις νερχόμενες, σν πυκν σύννεφο, διακόπτουν τς λλάμψεις πο ρχονται π τ γιο Πνεμα στ νο. Ἐὰν δ κα γγέλων πάρχει κάποια τροφή, εναι ρτος, καθς λέγει προφήτης· «ρτον γγέλων [«Εναι λογικ κα οράνιος δύναμη πο διατρέφονται ο γγελοι», ξηγε Μ. θανάσιος (βλέπε τόμος 6ος σελ. 262. Ε.Π.Ε.). Δν χει καμμία σχέση μ τν λικ τροφ το νθρώπου] φαγεν νθρωπος» (Ψαλμ. 77, 25). χι κρέας, οτε ονος, οτε σα εναι στν φροντίδα τν δούλων τς κοιλις. νηστεία εναι πλο γι τν κστρατεία κατ τν δαιμόνων. «Διότι τ γένος ατ δν ξέρχεται, παρ μόνον μ τν προσευχ κα τ νηστεία» (Μαρκ. 9, 28).

γκράτεια δν πάρχει χωρς τ νηστεία.

Κα τ μν γαθ πο προέρχονται π τ νηστεία εναι τόσα πολλά· δ κορεσμς εναι ρχ τν πτώσεων. Διότι συγχρόνως εσορμ μ τν τρυφ κα τν μέθη κα τ ποικίλα καρυκεύματα κάθε εδος κτηνώδους κολασίας. π᾿ δ ο νθρωποι γίνονται πποι θηλυμανες» (ερεμ. 5, 8) π τν οστρο τς τρυφς πο γεννται στν ψυχή. Ο διαστροφς τς φύσεως προέρχονται π τος μεθύσους, πο πιζητον τν μν γυνακα στν νδρα, τν δ νδρα στν γυνακα. νηστεία μως γνωρίζει ρια κα στ ργα το γάμου κα τιμωρώντας τν μετρία τν πιτρεπομένων π τ νόμο, πιφέρει σύμφωνη νάπαυλα, γι ν φιερωθον στν προσευχ (Α´ Κορ. 7, 5).

ληθιν νηστεία εναι ποξένωση π τ κακά.

10. Μ λοιπν περιορίζεις τ καλό της νηστείας στν ποχ μόνον π τ φαγητά. Διότι ληθιν νηστεία εναι ποξένωση π τ κακά. «Ν λύσεις τ δεσμ τς δικίας» (σ. 63, 6)· συγχώρησε τν πλησίον γι τν λύπη, συγχώρησε τν γι τ χρέη. «Ν μ νηστεύετε χάριν διαμάχης κα φιλονικίας» (σ. 63, 4). Δν τρώγεις κρέατα, λλ τρώγεις τν δελφό σου. Δν πίνεις ονο, λλ δν εσαι γκρατς στς βρεις. Περιμένεις τ βράδυ γι ν λάβεις τροφή, λλ ξοδεύεις τν μέρα στ δικαστήρια. «λλοίμονο σ᾿ ατος πο δν μεθον μ κρασί» (σ. 28, 1).

Τί εναι θυμός, λύπη κα φόβος.

θυμς εναι μέθη τς ψυχς, διότι τν κάνει παράφρονα πως ονος. λύπη εναι μέθη κα ατή, διότι καταπνίγει τν διάνοια. φόβος εναι λλη μέθη, ταν συμβαίνει κε πο δν πρέπει. «Διότι, π τν φόβο, λέγει, το χθρο ν παλλάξεις τν ψυχή μου» (Ψαλμ.63, 2). Κα γενικά, καθένα π τ πάθη πο παραλογίζει τ νο δικαίως θ νομαζόταν μέθη. Σκέψου, παρακαλ, τν ργιζόμενο πς μεθ π τ πάθος. Δν εναι διος κύριος το αυτο του· γνοε τν αυτό του, γνοε τος παρόντες, σν ν μάχεται μέσα στ νύχτα τ πιάνει λα, σκοντάφτει σ᾿ λα, δν ξέρει τί λέγει, εναι δυσκολοσυγκράτητος, βρίζει, κτυπ, πειλε, ρκίζεται, κραυγάζει, ξεσχίζεται. πόφυγε ατ τν μέθη, μήτε ν καταδεχθες τν μέθη π τν ονο. Ν μν περιφρονήσεις τν δροποσία π τν ονοποσία. Ν μν σ δηγήσει μέθη στ νηστεία. Δν πάρχει εσοδος στ νηστεία π τν μέθη· οτε βέβαια π τν πλεονεξία στν δικαιοσύνη, οτε π τν κολασία στ σωφροσύνη, οτε, γι ν π γενικά, π τν κακία στν ρετή. λλη εναι θύρα γι τ νηστεία.

μέθη εσάγει στν κολασία κα γκράτεια στ νηστεία.

μέθη εσάγει στν κολασία, κα γκράτεια στ νηστεία. θλητς προγυμνάζεται, νηστευτς προεγκρατεύεται. Μ θέτεις τν μέθη πρ τν πέντε μερν, σν ν κδικεσαι τς μέρες, οτε σν ν ξαπατς μ σοφίσματα το νομοθέτη. Καθ᾿ σον μάλιστα νώφελα κοπιάζεις, τ μν σμα ν διαλύεις, οτε δ ν παρηγορεσαι γι τν στέρηση. ποθήκη εναι ναξιόπιστη, ντλες σ τρυπημένο πιθάρι. Διότι μν ονος διαῤῥέει, τρέχοντας τν διο δρόμο, δ μαρτία παραμένει. δολος δραπετεύει ταν τν κτυπ κύριος, σ μως παραμένεις στν ονο, πο καθημερινά σου κτυπ τ κεφάλι; Μέτρο ριστό της χρήσεως το ονου, νάγκη το σώματος (Α´ Τιμ. 5, 23). Ἐὰν δ φύγεις ξω π τ ρια, αριο θ εσαι μ βαρ κεφάλι, θ χάσκεις, θ ζαλίζεσαι, θ μυρίζεις κρασίλα· λα θ σο φαίνονται τι γυρίζουν, λα τι κλονίζονται. μέθη βέβαια πνο μν φέρει, δελφό του θανάτου, γρήγορση δ πο μοιάζει μ νειρα.

11. ραγε γνωρίζεις ποις εναι ατς πο πρόκειται ν ποδεχθες; Ατς πο μς ποσχέθηκε, τι «γ κα πατέρας θ λθουμε, σ᾿ ατν κα θ κατοικήσουμε μαζί» (ω. 14, 23). Γιατί λοιπν δείχνεις προτίμηση στ μέθη κα κλείνεις τν εσοδο στν Δεσπότη; Γιατί προτρέπεις τν χθρ ν προκαταλάβει τ χυρώματά σου; μέθη δν ποδέχεται τν Κύριο· μέθη πομακρύνει τ γιο Πνεμα. Διότι μν καπνς ποδιώχνει τς μέλισσες, κραιπάλη ποδιώχνει τ πνευματικ χαρίσματα.

κοινωνικ σημασία τς νηστείας.

νηστεία εναι επρέπεια τς πόλεως, σταθερότητα τς γορς, ερήνη τν σπιτιν, σωτηρία τν παρχόντων. Θέλεις ν δες τν μεγαλοπρέπειά της; Σύγκρινε, παρακαλ, τν σημεριν σπέρα μ τν αριο κα θ δες ν μεταπίπτει πόλη π τν ταραχ κα τν ζάλη σ βαθει γαλήνη. Εχομαι δ σημεριν ν μοιάζει μ τν αριαν κατ τν σεμνότητα κα αριαν ν μν πολείπεται σ φαιδρότητα π τν σημερινή. δ Κύριος πο μς δήγησε σ᾿ ατ τν περίοδο το χρόνου, εθε ν μς χαρίσει, κατ κάποιο τρόπο σν γωνιστές, φο πιδείξουμε στος προκαταρκτικος γνες τν στερεότητα κα τν δύναμη τς καρτερίας, ν φθάσουμε κα στν κυρία μέρα τν στεφάνων· τώρα μν τς ναμνήσεως το πάθους το Σωτρος, στν μέλλοντα δ αἰῶνα, τς νταποδόσεως ατν πο χουμε μες ζήσει κατ τν δίκαιη κρίση ατο το Χριστο, διότι σ᾿ ατν νήκει δόξα στος αἰῶνες. μήν.

Μέγας Βασίλειος - Λόγος Β´ γι τ Νηστεία

πόδοση στν μιλουμένη: Δημήτριος θανασόπουλος, Θεολόγος. κδόσεις: Νεκτάριος Παναγόπουλος.

προτροπ το Μεγάλου Βασιλείου γι τ νηστεία

1. «Παρηγορετε, λέγει, ερες τν λαό· μιλήσατε στ ατι τς ερουσαλήμ» (σ. 40, 1-2). φύση το λόγου εναι κανή, τν μν φιλοπόνων ν ντείνει τς δυνάμεις, τν δ κνηρν κα νωθρν ν διεγείρει τν προθυμία. Γι τοτο μν ο στρατηγοί, ταν παρατάσσουν τν στρατ γι τν μάχη, μεταχειρίζονται τος προτρεπτικος λόγους πρν π τος γνες, κα τόση δύναμη χει παραίνεση, στε σ πολλος μπνέει πολλς φορς κόμη κα περιφρόνηση το θανάτου. Ο γυμναστς δ κα ο κπαιδευτές, ταν δηγον τος θλητς στος γνες τν σταδίων, κάνουν πολλς προτροπς περ το τι πρέπει ν μοχθον γι τ στεφάνια, στε κα πολλο ν πείθωνται μ τν φιλοτιμία στ νίκη ν περιφρονον τ σώματα. Γι τοτο λοιπν κα σ μένα πο παρατάσσω τος στρατιτες το Χριστο πρς τν πόλεμο κατ τν οράτων χθρν κα πο προετοιμάζω μ τν γκράτεια τος θλητς τς εσεβείας γι τ στεφάνια τς δικαιοσύνης, εναι ναγκαος προτρεπτικς λόγος. Τί λοιπν λέγω δελφοί; τι ατο πο μελετον τν τακτική του πολέμου κα σκονται στς παλαστρες, φυσικ εναι μ τν φθονία τς τροφς ν παχαίνουν τος αυτούς τους, στε δυναμικότερα ν καταπιάνονται μ τος γνες· ατο δ «πο δν παλεύουν μ αμα κα σάρκα, λλ μ τς ρχές, μ τς ξουσίες, μ τος κοσμοκράτορες το σκότους τούτου, μ τ πνευματικά της πονηρας» (φεσ.6, 12), ατο εναι νάγκη ν σκονται γι τν πόλεμο ατν μ τ νηστεία κα τν γκράτεια. Διότι τ μν λάδι παχαίνει τν θλητή, δ νηστεία σχυροποιε τν σκητ τς εσεβείας. στε σον φαιρες π τν σάρκα, τόσον θ κάμεις ν παστράπτει ψυχ π τν πνευματικ λαμπρότητα. Διότι χι μ σωματικς δυνάμεις, λλ μ τν καρτερία τς ψυχς κα τν πομον στς θλίψεις πιτυγχάνεται κυριαρχία πρς τς όρατες δυνάμεις.

Γιατί νηστεία εναι φέλιμη;

2. νηστεία μν λοιπν εναι φέλιμη γι λο τν χρόνο, γι ατος πο τν προτιμον (διότι οτε δαιμονικ πήρεια δν ποθρασύνεται κατ το νηστευτ, κα ο φύλακες τς ζως μας γγελοι μ περισσότερη προθυμία παραμένουν στος καθαρισμένους στν ψυχ π τ νηστεία)· πολ δ περισσότερο τώρα, ποτε σ λη τν οκουμένη διαδίδεται τ κήρυγμα. Κα οτε κάποιο νησί, οτε πειρος, οτε πόλη, οτε θνος, οτε κρη τς γς, πάρχει πο ν μν κούεται τ κήρυγμα. λλ κα τ στρατόπεδα κα ο δοιπόροι κα oι νατες κα ο μποροι, λοι μοίως κα κούουν τν διδασκαλία κα μ χαρ τν ποδέχονται. στε κανες ν μν ξαιρέσει τν αυτό του π τν κατάλογο τν νηστευτν, σ᾿ ατν συμπεριλαμβάνονται λα τ γένη κα κάθε λικία κα λες ο διαφορς τν ξιωμάτων. γγελοι εναι πο πογράφουν σ κάθε κκλησία τος νηστευτές. Πρόσεχε μ στερηθες γι τν μικρ δον τν φαγητν τν πογραφ το γγέλου, πόδικο δ κάνεις τν αυτό σου στ στρατολόγο, γι δίκη π λιποταξία. Μικρότερος εναι κίνδυνος κάποιου πο πέταξε τν σπίδα στν μάχη ν τιμωρηθε παρ ν φανε τι πορρίπτει τ μεγάλο πλο τς νηστείας. Εσαι πλούσιος; Μν βρίζεις τ νηστεία, παξιώνοντας ν τν κάνεις μοτράπεζο· μήτε ν τν ποπέμψεις π τ σπίτι σου τιμασμένη π τν δονή, γι ν μν σ καταγγείλη κάποτε στ νομοθέτη τν νηστειν κα σο πιφέρει πολλαπλάσια τν στέρηση π καταδίκη, σωματικ ρρώστια, κάποια λλη δυσχερ περίσταση. Ο φτωχς ν μν ερωνεύεται τ νηστεία, διότι π πολ παλαι τν χει συγκάτοικο κα μοτράπεζο. Στς γυνακες δ πως ναπνοή, τσι κα νηστεία εναι οκεία κα φυσιολογική. Τ παιδιά, πως τ θαλερ π τ φυτά, μ τ νερ τς νηστείας ς ποτίζονται. Στος μεγαλύτερους λαφρώνει τν κόπο παλαι οκείωση μ ατή· διότι ο κόποι πο χουν μπεδωθε κατόπιν μακρς συνηθείας, δν προκαλον τόσον πόνο στος γυμνασμένους. Στος δοιπόρους νηστεία εναι καλς συνταξιδιώτης. Διότι πως κριβς τρυφ τος ναγκάζει ν σηκώνουν βάρη, κουβαλώντας μαζί τους τς πολαύσεις, τσι νηστεία τος κάνει λαφρος κα εκίνητους. πειτα, ταν ναγγελθε κστρατεία ξω π τ ρια τς χώρας, τ ναγκαία, χι κενα πο εναι γι τέρψη, προμηθεύονται ο στρατιτες· μες δ πο ξερχόμαστε στν πόλεμο κατ τν οράτων χθρν κα μετ τ νίκη ατν τρέχουμε πρς τν οράνιο πατρίδα, δν θ ρμόζει πολ περισσότερο, σν ν τρεφόμαστε σ στρατόπεδο, ν ρκούμαστε σ᾿ ατ τ ναγκαα;

Ν θλεσαι σν καλς στρατιώτης το Κυρίου μν ησο Χριστο

3. Κακοπάθησε σν καλς στρατιώτης κα θλησε νόμιμα, γι ν στεφανωθες, γνωρίζοντας κενο, τι κάθε γωνιζόμενος, πάντοτε γκρατεύεται (Β´ Τιμ. 2, 3-5· Α´ Κορ. 9, 25). Ατ πο λθε στ νο μου τώρα πο μιλ, ξίζει ν μν τ παραβλέψουμε· τι δηλαδ στος κοσμικούς μας στρατιτες νάλογα μ τος κόπους αξάνεται τ συσσίτιο, στος πνευματικος δ πλτες, ατς πο χει τν λιγότερη τροφ χει τ μεγαλύτερο ξίωμα. Διότι πως περικεφαλαία μας διαφέρει κατ τν φύση πρς τν φθαρτή, διότι λη ατς εναι χαλκός, δ λλη χει συσταθε π τν λπίδα τς σωτηρίας (Α´ Θέσσ. 5, 8)· κα σπίδα σ᾿ κείνους μν χει κατασκευασθε π ξύλο κα δέρμα, σέ μας δ εναι τ δόρυ τς πίστεως, κα μες μν χουμε περιφραχθε μ τν θώρακα τς δικαιοσύνης, κενοι δ περιτυλίγουν κάποιον λυσιδωτ χιτνα, κα γι μς μν μάχαιρα πρς τν μυνα εναι ατ το γίου Πνεύματος (φεσ. 6, 16-17), ο δ προβάλλουν τν σιδερένια, τσι εναι φανερ τι ο διες τροφς δν δυναμώνουν κα τος δυό· λλ᾿ μς μν τ δόγματα τς εσεβείας μας δυναμώνουν, σ᾿ κείνους δ τ γέμισμα τς κοιλις εναι ναγκαο. πειδ λοιπν χρόνος πο γυρίζει μας φερε τς πολυπόθητες ατς μέρες, σν παλαις τροφούς, χαρούμενoι ς τς ποδεχθομε· μ ατς κκλησία μας νέθρεψε στν εσέβεια. Προκειμένου λοιπν ν νηστεύσεις μ σκυθρωπάσεις φαρισαϊκς, λλ᾿ εαγγελικς λάμπρυνε τν αυτό σου (Ματθ. 6, 16- 17)· δηλαδ ν μν πενθες γι τν στέρηση τς κοιλις, λλ ν χαίρεσαι λόψυχα τς πνευματικς πολαύσεις. Διότι γνωρίζεις τι « σάρκα πιθυμε ναντίον το πνεύματος, τ δ πνεμα ναντίον τς σάρκας» (Γάλ. 5, 17). πειδ λοιπν ατ ντιτίθενται μεταξύ τους, ς μειώσουμε τν δυναμία τς σάρκας, ς αξήσουμε δ τν δύναμη τν ψυχν, στε μ τ νηστεία φο λάβουμε τ νικητήρια κατ τν παθν, ν φορέσουμε κα τ στεφάνια τς γκράτειας.

νηστεία χωρς ονοποσία, χωρς μέθη. Γι᾿ ατ στς μέρες τς νηστείας δν πιτρέπεται κατάλυση «oίνoυ κα λαίου». Διότι νηστεία μ κρασί, εναι νηστεία κίβδηλος. Τί εναι μέθη

4. μπρός, κμε λοιπν τν αυτό σου ξιο γι τν τόσο σεμν νηστεία· μ διαφθείρεις μ τν σημεριν μέθη τν αριαν γκράτεια. Κακς συλλογισμός, πονηρ σκέψη· πειδή μας χει προαγγελθε, πέντε μερν νηστεία, σήμερα ς βυθιστομε στ μέθη. Κανείς, ν πρόκειται ν νυμφευθε γυνακα σεμν σύμφωνα μ τος νόμους το γάμου, δν βάζει στ σπίτι το προηγουμένως παλλακίδες κα πόρνες. Διότι νόμιμος σύζυγος δν νέχεται τν συνοίκηση μ τς διεφθαρμένες. Μ λοιπν κα σύ, ν ναμένεται νηστεία, δηγες πρτα τν μέθη, τν δημόσια πόρνη, τν μητέρα τς ναισχυντίας, τν φίλη του γέλωτα, τν μανιακή, τν εκολη σ κάθε δέα σχημοσύνης. Δν θ μπε νηστεία κα προσευχ σ ψυχ πο λερώθηκε π τν μέθη. Τν νηστευτ μέσα στς ερς αλς προσδέχεται Κύριος, τν μέθυσο σν κάθαρτο κα νίερο δν τν δέχεται. Διότι ἐὰν λθεις αριο μυρίζοντας κρασ κα μάλιστα χωνεμένο, πς θ πολογίσω τν κραιπάλη σου ς νηστεία; τι δηλαδ πρόσφατα δν κατανάλωσες πολ κρασί, τοτο ν μν τ λογαριάζεις, λλ τι δν εσαι καθαρς π κρασί. Πο ν σ κατατάξω; Στος μέθυσους στος νηστευτές; περασμένη μέθη σύρει πρς τν αυτό της· παροσα στέρηση πιβεβαιώνει τ νηστεία. ποκείμενος εσαι στ μέθη, πως κριβς δολος, κα δικαίως δν θ σο πομακρυνθε, διότι μ τ ν παραμείνει μυρωδι το ονου (στ στόμα) πως κριβς στ γγεο, παρέχει σαφες ποδείξεις τς δουλείας. Εθς μέσως πρώτη μέρα τν νηστειν θ σο εναι κυρη, διότι μέσα σου μένουν τ πόλοιπά της μέθης. Ατν δ πο ρχ εναι κυρη, κα τ λο εναι φανερ τι εναι πόβλητο. «Ο μέθυσοι δν θ κληρονομήσουν τν βασιλεία το Θεο» (Α´ Κορ. 6, 10). Ἐὰν ρχεσαι μεθυσμένος στ νηστεία, ποι εναι τ φελός σου; Διότι ἐὰν σ ποκλείει μέθη π τν βασιλεία, πο σο εναι λοιπν χρήσιμη νηστεία; Δν βλέπεις τι κα ο πι μπειροι πουλαροδαμαστές, ν περιμένουν τος γνες, μ τν δίαιτα προετοιμάζουν τ λογα πο θ᾿ γωνιστον; Σ δ ξεπίτηδες καταπιέζεις τν αυτό σου μ τν χορτασμό· τόσο πολ ξεπερνς κα τ λογα στν γαστριμαργία. κοιλι μως βαρυφορτωμένη χι μόνον γι τν δρόμο, λλ οτε κα γι τν πνο εναι κατάλληλη· διότι καταπιεζόμενη, π τ βάρος, δν μπορε ν ρεμήσει, λλ᾿ ναγκάζεται πολλς φορς ν γυρίζει πότε π τν μία κα πότε π τν λλη πλευρά.

Τ εεργετικ ποτελέσματα τς νηστείας

5. νηστεία προφυλάσσει τ νήπια, σωφρονίζει τ νέο, κάνει σεβαστ τν γέροντα, διότι τ γεράματα εναι πι σεβαστ ταν στολίζονται μ τ νηστεία. Γι τς γυνακες στολίδι ταιριαστό, χαλινάρι τν κμαίων, φυλακτήριο τς συζυγικς ζως, τροφς τς παρθενίας. Τέτοιες μν εναι ο φροντίδες ατς γι κάθε σπίτι. Πς δ πολιτεύεται στ δημόσια ζωή μας; Μ μίας λη τν πόλη κα λο τν λα βάζει σ τάξη, κοιμίζει τν κραυγή, ξορίζει τν μάχη, κατασιγάζει τν βρη. Ποιο διδασκάλου παρουσία ποκαθιστ τσι δι μίας τν θόρυβο τν παιδιν, πως νηστεία σταματ τν ταραχ τς πόλεως ταν μφανισθε; Ποις κωμδοποις στ νηστεία προχώρησε; Ποις κόλαστος χορς προλθε π τ νηστεία; Τρυφερ γέλια κα πορνικά, τραγούδια κα ξαλλοι χορο μέσως π τν πόλη πομακρύνονται, σν ν χουν φυγαδευθε π κάποιο αστηρ δικαστή, τ νηστεία.

νηστεία εναι βάση τς ερήνης το κόσμου

Ἐὰν δ λοι ατν δέχοντο ς σύμβουλο γι ατά, πο πρέπει ν πράττουμε, τίποτε δν θ μπόδιζε ν εναι κρα ερήνη σ λόκληρη τν οκουμένη· οτε τ θνη θ παναστατοσαν μεταξύ τους, οτε τ στρατεύματα θ ρχονταν σ σύρραξη. Δν θ κατασκευάζονταν πλα, ἐὰν πικρατοσε νηστεία, δν θ γίνονταν δικαστήρια, οτε θ φυλακίζονταν μερικοί, οτε γενικς θ φιλοξενοσαν oι ρημις κακοποιούς, ο πόλεις τος συκοφάντες, θάλασσα τος πειρατές. Ἐὰν λοι ταν μαθητς τς νηστείας, δν θ εχε κουσθε καθόλου, κατ τν λόγο το Ἰὼβ (Ἰὼβ 3, 18), φων εσπράκτορα τν φόρων, οτε θ ταν τόσον πολυστένακτη ζωή μας κα γεμάτη π κατήφεια, ἐὰν νηστεία κυριαρχοσε στ ζωή μας. Διότι εναι φανερ τι θ δίδασκε σ λους χι μόνον τν γκράτεια π τ φαγητά, λλ κα τς φιλαργυρίας κα πλεονεξίας κα κάθε κακίας τν λοκληρωτικ ποστροφ κα ποξένωση. Ἐὰν ατ εχαν ποβληθε, τίποτε δν θ μπόδιζε μ βαθει ερήνη κα ταραξία ψυχν τν ζωή μας ν περάσουμε.

6. Τώρα μως oι μν πορρίπτοντες τ νηστεία, τν τρυφ δ ς ετυχία τς ζως πιδιώκοντες, κα τν μεγάλη κείνη φθονία τν κακν φεραν κα τ σώματά τους π πλέον διαφθείρουν. Παρατήρησε, παρακαλ, τν διαφορ τν προσώπων, κα ατν πο θ σο φανον κατ τ βράδυ κα τν αριανν. Σήμερα πρησμένα, κατακόκκινα, γρ π λεπτ δρτα, μάτια λόϋγρα, αθάδη, στερημένα τν κρίβεια τς ράσεως π τν σωτερικ συσκότιση, αριο δ ντροπαλά, σεμνά, μ φυσικ χρμα, γεμάτα περίσκεψη κα μ κάθε κρίβεια ασθήσεως, φο καμμι σωτερικ ατία δν πισκοτίζει τς φυσικς νέργειες.

Τί εναι νηστεία

νηστεία, εναι μοίωση τν γγέλων, συγκάτοικος τν δικαίων, γκράτεια τς ζως. Ατ τν Μωϋσ καμε νομοθέτη· Σαμουλ εναι καρπς τς νηστείας. φο νήστευσε ννα προσευχήθηκε στν Θεό· «Κύριε, Κύριε, Θε τν Δυνάμεων, ἐὰν πράγματι εσακούσεις τν δούλη σου κα μο δώσεις τέκνο ρσενικό, θ σο τ φιερώσω νώπιόν σου» (Α´ Βασ. 1, 11). «Δν θ πιε oίνο κα σίκερα ως τν μέρα το θανάτου» (Κρίτ.13, 14). Ατ νέθρεψε τν μεγάλο Σαμψν, κα ως τότε πο συντρόφευε τν νδρα, κατ χιλιάδες φονεύονταν ο χθροί, κα κατακρημνίζονταν ο πύλες τν πόλεων, κα τ λιοντάρια δν ντεχαν τν δύναμη τν χεριν το (Κρίτ.14, 6· 15, 16· 16, 3).

ρνηση τς νηστείας, διάλυση το νθρώπου

ταν δ τν κατέλαβε πορνεία κα μέθη, αχμαλωτίσθηκε π τος χθρούς του, κα φο τν τύφλωσαν γινε παιχνίδι στος δούλους τν λλοφύλων. φο νήστευσε λίας σταμάτησε τν οραν π τρία χρόνια κα ξι μνες γι ν μ βρέξει (Γ´ Βασιλ. 17, 1). πειδ δηλαδ εδε τι π τν χορτασμ πολλαπλασιάζεται βρη, ναγκαστικ φερε σ᾿ ατος τν κούσια νηστεία τς πείνας. Μ ατν σταμάτησε τν μαρτία τους πο ξεχυνόταν δη χωρς μέτρο, κα σν μ κάποιο καυτερ σίδερο μ μαχαρι, διέκοψε μ τ νηστεία τν π πλέον πρόοδο το κακο.

7. Δεχθετε ατήν, ο φτωχοί, τν συγκάτοικό σας κα μοτράπεζο. Ο δολοι, τν νάπαυση π τος συνεχες καμάτους τς πηρεσίας. Ο πλούσιοι, ατν πού σας γιατρεύει π τν βλάβη το χορτασμο κα μ τν μεταβολ κάνει πι τερπν ατ πο π τν συνήθεια περιφρονονται. Ο ρρωστοι, τν μητέρα τς γείας. Ο γιες, τ φυλακτήριο τς γείας. Ρώτησε τος ατρος κα θ σο παντήσουν, τι τ περισσότερο σφαλερ π λα εναι κρα παχυσαρκία. Γι τοτο ο πι μπειροι μ τ νηστεία φαιρον τ πλεονάζον πάχος, στε ν μν συντριβε δύναμη μ τ βάρος τς παχυσαρκίας. Διότι ξεπίτηδες φο μ τν στέρηση ξαφανίσουν τν μετρία το πάχους, προετοιμάζουν στν θρεπτικ δύναμη κάποια νεση κα νατροφ κα ρχ γι δεύτερη αξηση. τσι σ κάθε ργο κα σ κάθε σωματικ διοσυγκρασία βρίσκεται φέλεια τς νηστείας κα σ λα μοίως ρμόζει, στ σπίτια, στς γορές, στς νύκτες, στς μέρες, στς πόλεις, στς ρημιές. Ατν λοιπν πο μ τόσα μέσα χαρίζει σέ μας τ καλό, ς ποδεχθομε μ χαρά, κατ τν λόγο το Κυρίου, χωρς ν εμαστε κατηφες, πως ο ποκριτές, λλ τ χαρωπό της ψυχς χωρς προσποίηση ν δείχνουμε (Ματθ. 6, 16-17). Κα δν νομίζω τι χρειάζεται τόσον γνα προτροπ γι τ νηστεία, σον τ ν μν περιπέσει σήμερα κάποιος στ κακά της μέθης. Διότι τ μν νηστεία κα γι τν συνήθεια κα γι τν μεταξύ μας ντροπή, oι πολλο τν ποδέχονται. Φοβομαι δ τ μέθη, πού, σν πατρικ κληρονομιά, ο φίλοι του ονου τν διασζουν.

χι νηστεία μ τν μέθη

πως δηλαδ ατο πο κάνουν μακριν ταξίδια, τσι κα μερικο νόητοι σήμερα πίνουν ονο σ ντάλλαγμα τν πέντε μερν τς νηστείας· ποις εναι τόσον νόητος, στε προτο ρχίσει ν πίνει, ν κάνει τς τρέλλες τν μεθυσμένων; Δν γνωρίζεις τι κοιλι δν κάνει ποταμίευση; κοιλι εναι πι πιστος μεσίτης. Εναι ταμεο φύλακτο, διότι, ταν μπαίνουν πολλά, τ μν βλάβη διατηρε, τ φαγητ μως δν διαφυλάττει· πρόσεχε μ τυχν κα σ σένα, αριο πο θ λθεις π τν μέθη λεχθον ατ πο τώρα ναγνώσθηκαν. «Δν διάλεξα ατ τ νηστεία, λέγει Κύριος» (σ. 58, 5). Γιατί ναμιγνύεις τ μικτα; Ποι σχέση τς νηστείας πρς τν μέθη; Ποι εναι σχέση τς μέθης πρς τν γκράτεια; «Ποι συμφωνία μεταξ το ναο το Θεο κα τν εδώλων;» (Β´ Κορινθ. 6, 16). Διότι νας το Θεο μν εναι ατο στος ποίους κατοικε τ Πνεμα το Θεο· νας δ εδώλων, εναι ατο πο ποδέχονται μ τν μέθη τ πλθος τς κολασίας. σημεριν μέρα εναι τ πρόθυρα τν νηστειν. Ατς δ πο χει βεβηλωθε στ πρόθυρα βεβαίως δν εναι ξιος ν εσέλθει στ για. Κανες δολος θέλοντας ν ξευμενίσει τν κύριό του, δν μεταχειρίζεται τν χθρό του σν προστάτη κα μεσίτη.

Τ μυστήριο τς ερς ξομολογήσεως στν ρχαία κκλησία

μέθη εναι χθρα στ Θεό· νηστεία δέ, ρχ τς μετανοίας. Ἐὰν λοιπν θέλεις μ τν ξομολόγηση ν γυρίσεις στ Θεό, ν ποφεύγεις τν μέθη, γι ν μν σο κάμει δυσκολότερη τν ποξένωση. Δν ρκε βεβαίως μόνον ποχ π τς τροφές, γι τν παινετ νηστεία, λλ᾿ ς νηστεύσουμε νηστεία δεκτή, εάρεστη στ Θεό. ληθιν νηστεία εναι ποξένωση π τ κακό, γκράτεια τς γλώσσας, ποχ π τ θυμό, χωρισμς π τς πιθυμίες, τν καταλαλιά, τ ψεδος, τν ψευδορκία. στέρηση π ατ εναι ληθιν νηστεία. Μέσα σ᾿ ατ λοιπν νηστεία εναι γαθό.

πνευματικ νηστεία εναι λλειψη το ρθοδόξου λόγου πο κάνει τν ψυχ τροφικ κα παγερή

8. ς ντρυφήσουμε ν Κυρί, στν μελέτη τν λόγων το Πνεύματος κα στν ποδοχ τν σωτηρίων νόμων κα σ λα τ διορθωτικ διδάγματα τν ψυχν μας. ς φυλαχθομε λοιπν π τν πνευματικ νηστεία περ τς ποίας κα προφήτης πεύχεται, λέγοντας· «Δν θ θανατώσει Κύριος μ τν πενα τς ψυχς τν δικαίων» (Παροιμ.10, 3). Κα τό· «δν εδα δίκαιο γκαταλειμμένο, οτε τος πογόνους του ν ζητιανεύουν ψωμί» (Ψαλμ. 36, 25). Διότι σφαλς δν θελε ν πε γι τος ασθητος ρτους ατς πο γνώριζε τι τ παιδι το πατριάρχη ακβ γι τος ρτους κατέβηκαν στν Αγυπτο, λλ λέγει περ τς πνευματικς τροφς, κατ τν ποία σωτερικς νθρωπος γίνεται τέλειος. ς μν λθει κα σέ μας νηστεία πο πείλησε στος ουδαίους Θεός. «Διότι δο ρχονται μέρες, λέγει Κύριος, κα θ πιφέρω σ᾿ ατ τν γ πείνα, χι πενα π ρτο, οτε δίψα π νερό, λλ πείνα π το ν κούσουν τν λόγο το Κυρίου» (μς 8, 11). Γι τοτο τν φερε o δίκαιος κριτής, πειδ βλεπε τ νο τους ν λιμοκτονε στν τροφία τν δογμάτων τς ληθείας, τν δ ξωτερικό τους νθρωπο ν περπαχαίνει κα ν γίνεται λος σάρκες. λες λοιπν τς πόμενες μέρες θ σς προσφέρει γεμα τ Πνεμα τ γιον κα μ πρωϊνς κα σπερινς τέρψεις. Κανες ς μ λείψει μ τν θέλησή του π τν πνευματικ εωχία. λοι ς κοινωνήσουμε π τ νηφάλιο ποτήριο πο σοφία, φο νέμιξε, μς προσέφερε ξίσου, γι ν ντλήσει καθένας σον μπορε. «Διότι νέμιξε τν ονο της, κα σφαξε τ θύματά της» (Πάρ. 9, 2). Δηλαδ τν τροφ τν τελείων, «ατν πο χουν γυμνασμένα τ ασθητήρια λόγω τς συνηθείας πρς διάκριση το καλο κα το κακο» (βρ. 5, 14). Μ ατ πλούσια φο χορτάσουμε, εθε ν βρεθομε ξιοί της εφροσύνης, κα στν νυμφνα μαζ μ τν ησο Χριστό, τν Κύριό μας, στν ποον νήκει δόξα κα τ κράτος στος αἰῶνες. μήν.

"Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ’ αυτή τη ζωή;"

Μια γυναίκα που είχε χάσει το παιδί της επισκέφτηκε τον π. Γαβριήλ:

— Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ’ αυτή τη ζωή; τον ρώτησε...

Σ’ ένα χωριό, μια πιστή γυναίκα που έχασε τον μονάκριβο γιο της παραπονέθηκε στον Θεό:

«Εγώ, για την αγάπη Σου, άντεξα πολλά: προσβολές, φτώχιες, δυσκολίες. Σ’ αυτό το μέρος κανείς δεν είναι πιστός εκτός από μένα. Όμως εσύ πήρες το παιδί μου. Γιατί;».

Εκείνη τη νύχτα λοιπόν είδε ένα όνειρο:

Οι Άγγελοι την πήγαν στον Κύριο και Του μετέφεραν τα παράπονά της.

Τότε ακούστηκε η φωνή του Κυρίου:

«Ρωτήστε τη γυναίκα τι θέλει».

«Φέρε το παιδί μου πίσω», απάντησε η γυναίκα.

«Θέλεις να δεις το παιδί σου;», ρώτησε ο Κύριος.

«Μητέρα είμαι, και βέβαια το θέλω», είπε κλαίγοντας εκείνη.

«Να της δείξετε το παιδί της», έδωσε εντολή ο Κύριος.

Έφεραν το παιδί και η μητέρα χάρηκε.

«Τώρα τι μου ζητάς;», ρώτησε ο Κύριος.

«Γιατί τον πήρες;», Του παραπονέθηκε η γυναίκα.

Τότε ο Κύριος έδωσε εντολή στους Αγγέλους:

«Να της δείξετε τι θα έκανε ο γιος της αν δεν τον έπαιρνα Εγώ».

Και ξαφνικά, σαν σε ταινία, η γυναίκα είδε τις φοβερές αμαρτίες που θα διέπραττε ο γιος της και μετά τις φωτιές της Κόλασης!

«Να τον ξαναγυρίσετε στον Παράδεισο!», άρχισε να κλαίει και να παρακαλεί τον Κύριο η μητέρα.

Ο Κύριος έδωσε εντολή και ξαναγύρισαν πάλι το παιδί στον Παράδεισο.

Και της είπε τότε ο Κύριος:

«Για την καλοσύνη σου και για την αγάπη σου πήρα τον γιο σου κοντά Μου. Μη νομίζεις πως δεν ξέρω πότε και ποιόν πρέπει να πάρω».

Άγιος Γαβριήλ ο διά Χριστόν σαλός της Γεωργίας


Διδαχές Αγίου Νεκταρίου

 

Ο δρόμος της ευτυχίας

Τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο απ' την καθαρή καρδιά, γιατί μια τέτοια καρδιά γίνεται θρόνος του Θεού. Και τι είναι ενδοξότερο από το θρόνο του Θεού; Ασφαλώς τίποτε. Λέει ο Θεός γι' αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά:

«Ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός» (Β' Κορ. 6,16).

Ποιοι λοιπόν είναι ευτυχέστεροι απ' αυτούς τους ανθρώπους; Και από ποιο αγαθό μπορεί να μείνουν στερημένοι; Δεν βρίσκονται όλα τ' αγαθά και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος στις μακάριες ψυχές τους;

Τι περισσότερο χρειάζονται; Τίποτε, στ' αλήθεια, τίποτε! Γιατί έχουν στην καρδιά τους το μεγαλύτερο αγαθό: τον ίδιο το Θεό!

Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και τα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ' όλες τις χλιδές και ματαιότητες που κατάληξή τους έχουν την πίκρα! Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με οικοδομή που χτίζεται σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη...

Αδελφοί μου! Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση. Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον;

Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους...

Δυστυχώς, εκείνος που παραμέλησε την καρδιά του, στερήθηκε όλα τ' αγαθά και έπεσε σε πλήθος κακών. Έδιωξε τη χαρά και γέμισε με πίκρα, θλίψη και στενοχώρια. Έδιωξε την ειρήνη και απόκτησε άγχος, ταραχή και τρόμο. Έδιωξε την αγάπη και δέχθηκε το μίσος. Έδιωξε, τέλος, όλα τα χαρίσματα και τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος που δέχθηκε με το βάπτισμα, και οικειώθηκε όλες τις κακίες εκείνες, που κάνουν τον άνθρωπο ελεεινό και τρισάθλιο.

Αδελφοί μου! Ο Πολυέλεος Θεός θέλει την ευτυχία όλων μας και σ' αυτή και στην άλλη ζωή. Γι' αυτό ίδρυσε και την αγία Του Εκκλησία. Για να μας καθαρίζει αυτή από την αμαρτία, να μας αγιάζει, να μας συμφιλιώνει μαζί Του, να μας χαρίζει τις ευλογίες του ουρανού.

Η Εκκλησία έχει ανοιχτή την αγκαλιά της για να μας υποδεχθεί. Ας τρέξουμε γρήγορα όσοι έχουμε βαρειά τη συνείδηση. Ας τρέξουμε, και η Εκκλησία είναι έτοιμη να σηκώσει το βαρύ φορτίο μας, να μας χαρίσει την παρρησία προς το Θεό, να γεμίσει την καρδιά μας με ευτυχία και μακαριότητα...

Το άγιο βάπτισμα

«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε» (Γαλ. 3, 27).

Πόσο μεγάλη αλήθεια μας επισημαίνει μ' αυτά τα λόγια ο απόστολος Παύλος!

Οι βαπτισμένοι χριστιανοί δεν φορούν τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη και τις αμαρτωλές επιθυμίες του, αλλά είναι ντυμένοι τον καινούργιο άνθρωπο, ντύθηκαν τον ίδιο το Χριστό που ζει τώρα μέσα στις καρδιές τους. Και η λέξη "ντύθηκαν" δεν αναφέρεται σε κάποια απλή και εξωτερική στολή, αλλά σε κάτι βαθύτερο, σε κάτι ουσιαστικό και αναφαίρετο.

Με την πίστη μας στο Χριστό και με τη βάπτισή μας ντυνόμαστε τον ίδιο το Χριστό και γινόμαστε παιδιά του Θεού, οικητήρια του Παναγίου Πνεύματος, ναοί του Θεού, άγιοι και τέλειοι, Θεοί κατά χάριν.

Ώστε, λοιπόν, ρίξαμε από πάνω μας τη φθορά και ντυθήκαμε την αφθαρσία. Ξεντυθήκαμε τον άνθρωπο της αμαρτίας και ντυθήκαμε τον άνθρωπο της δικαιοσύνης και της χάριτος. Διώξαμε το θάνατο και ντυθήκαμε την αθανασία...

Συλλογισθήκαμε όμως και τις μεγάλες υποχρεώσεις, που, με το βάπτισμα μας, αναλάβαμε ενώπιον του Θεού; Συνειδητοποιήσαμε ότι οφείλουμε να συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά του Θεού και σαν αδελφοί του Κυρίου μας; Ότι έχουμε χρέος να συνταυτίσουμε το δικό μας θέλημα με το θέλημα του Θεού; Ότι πρέπει, σαν παιδιά δικά Του, να μένουμε ελεύθεροι από την αμαρτία; Ότι οφείλουμε να Τον αγαπάμε μ' όλη μας τη δύναμη, απ' τα βάθη της ψυχής και της καρδιάς μας; Ότι οφείλουμε να Τον λατρεύουμε και να λαχταρούμε να ενωθούμε μαζί Του για πάντα; Σκεφτήκαμε, άραγε, ότι η καρδιά μας πρέπει να ‘ναι πλημμυρισμένη από την αγάπη, ώστε αυτή να ξεχύνεται και στον πλησίον μας; Έχουμε τη συναίσθηση ότι οφείλουμε να γίνουμε άγιοι και τέλειοι και εικόνες του Θεού και παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών;

Για όλ' αυτά έχουμε χρέος ν' αγωνιστούμε, ώστε να μη φανούμε ανάξιοι στο κάλεσμα που μας έκανε ο Θεός και αποδοκιμαστούμε... Ναι, αδελφοί μου, ας παλέψουμε με ζήλο και αυταπάρνηση για να νικήσουμε.

Κανείς μας ας μη χάσει το θάρρος, ας μην αμελήσει, ας μη δειλιάσει, ας μην πτοηθεί μπροστά στα σκάμματα του πνευματικού αγώνα. Γιατί έχουμε βοηθό το Θεό, που μας δυναμώνει στο δύσκολο δρόμο της αρετής.

Πνευματικός αγώνας

Σκοπός της ζωής μας είναι να γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών. Ας προσέξουμε μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής, στερηθούμε τη μέλλουσα. Μήπως, από τις βιοτικές φροντίδες και μέριμνες, αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας.

Η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας·αποτελούν τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.

Στολίστε τις λαμπάδες σας με αρετές. Αγωνιστείτε ν' αποβάλετε τα πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά σας από κάθε ρύπο και διατηρήστε την αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει μέσα σας ο Κύριος• για να σας πλημμυρίσει το Άγιο Πνεύμα με τις θείες Του δωρεές.

Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η ασχολία και η φροντίδα σ' αυτά να είναι. Αυτά ν' αποτελούν σκοπό και πόθο ασταμάτητο. Γι' αυτά όλη σας η προσευχή προς το Θεό.

Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο· αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω απ’ αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε με φόβο και τρόμο όπως τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε θρόνος του Θεού.

Αλλά για να βρείτε τον Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα, γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους υπερήφανους, ενώ αγαπάει και επισκέπτεται τους ταπεινούς στην καρδιά. Γι’ αυτό και λέει: "και επί τίνα επιβλέψω, αλλ' η επί τον ταπεινόν και ησύχιον, και τρέμοντα τους λόγους μου;" (Ησ. 66, 2).

Άγωνίζου τον αγώνα τον καλό και ο Θεός θα σε ενισχύει. Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα ελαττώματά μας. Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος δεν αγωνίστηκε, δεν γνώρισε τον εαυτό του.

Προσέχετε και τα μικρά ακόμη παραπτώματα. Αν σας συμβεί από απροσεξία κάποια αμαρτία, μην απελπίζεστε, αλλά σηκωθείτε γρήγορα, προσπέστε στο θεό που έχει τη δύναμη να σας ανορθώσει. Η μεγάλη λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια.

Οι υπερβολικές λύπες και απελπισίες είναι βλαβερές και επικίνδυνες, και πολλές φορές παροξύνονται από το διάβολο για ν' ανακόψουν την πορεία του αγωνιστή.

Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και πάθη και ελαττώματα βαθιά ριζωμένα: πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά δεν κόβονται με μια σπασμωδική κίνηση ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη, αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία, με φροντίδα και προσοχή.

Ο δρόμος που οδηγεί στην τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεσθε στο Θεό να σας δυναμώνει. Να αντιμετωπίζετε με υπομονή τις πτώσεις σας και αφού γρήγορα σηκωθείτε, να τρέχετε και να μη στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας απαρηγόρητα.

Αγρυπνείτε και προσεύχεστε για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. Με την πάρο-δο του χρόνου όμως και με την επιμέλεια νικούνται. Τίποτε να μη σας απελπίζει.

Πειρασμοί

Οι πειρασμοί παραχωρούνται για να φανερωθούν τα κρυμμένα πάθη, να καταπολεμηθούν κι έτσι να θεραπευθεί η ψυχή. Είναι και αυτοί δείγμα του θείου ελέους. Γι' αυτό εμπιστεύσου στο Θεό και ζήτησε τη βοήθειά Του, ώστε να σε δυναμώσει στον αγώνα σου. Η ελπίδα στο Θεό δεν οδηγεί ποτέ στην απελπισία. Οι πειρασμοί φέρνουν ταπεινοφροσύνη. Ο Θεός ξέρει την αντοχή του καθενός μας και παραχωρεί τους πειρασμούς κατά το μέτρο των δυνάμεών μας. Να φροντίζουμε όμως κι εμείς να είμαστε άγρυπνοι και προσεκτικοί, για να μη βάλουμε μόνοι μας τον εαυτό μας σε πειρασμό.

Εμπιστευθείτε στο Θεό τον Αγαθό, τον Ισχυρό, τον Ζώντα, και Αυτός θα σας οδηγήσει στην ανάπαυση. Μετά από τις δοκιμασίες ακολουθεί η πνευματική χαρά. Ο Κύριος παρακολουθεί όσους υπομένουν τις δοκιμασίες και τις θλίψεις για τη δική Του αγάπη. Μη λιποψυχείτε λοιπόν και μη δειλιάζετε.

Δεν θέλω να θλίβεστε και να συγχύζεστε για όσα συμβαίνουν αντίθετα με τη θέληση σας: όσο δίκαιη και αν είναι αυτή. Μια τέτοια θλίψη μαρτυρεί την ύπαρξη εγωισμού. Προσέχετε τον εγωισμό που κρύβεται κάτω από τη μορφή του δικαιώματος. Προσέχετε και την άκαιρη λύπη που δημιουργείται μετά από ένα δίκαιο έλεγχο. Η υπερβολική θλίψη για όλα αυτά είναι του πειρασμού. Μία είναι η αληθινή θλίψη. Αυτή που δημιουργείται, όταν γνωρίσουμε καλά την άθλια κατάσταση που βρίσκεται η ψυχή μας. Όλες οι άλλες θλίψεις δεν έχουν καμιά σχέση με τη χάρη του Θεού.

Φροντίζετε να περιφρουρείτε στην καρδιά σας τη χαρά του Αγίου Πνεύματος και να μην επιτρέπετε στον πονηρό να χύνει την πίκρα του. Προσέχετε! Προσέχετε, μήπως ο Παράδεισος που υπάρχει μέσα σας μετατραπεί σε κόλαση.

Προσευχή

Το κύριο έργο του ανθρώπου είναι η προσευχή. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να υμνεί το Θεό. Αυτό είναι το έργο που του αρμόζει. Αυτό μόνο εξηγεί την πνευματική του υπόσταση. Αυτό μόνο δικαιώνει την εξέχουσα θέση του μέσα στη δημιουργία. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να λατρεύει το Θεό και να μετέχει στη θεία Του αγαθότητα και μακαριότητα.

Ως εικόνα του Θεού που είναι, λαχταράει για το Θεό και τρέχει με πόθο να ανυψωθεί προς Αυτόν. Με την προσευχή και την υμνωδία ευφραίνεται. Το πνεύμα του αγάλλεται και η καρδιά του σκιρτάει. Όσο περισσότερο προσεύχεται, τόσο η ψυχή του απογυμνώνεται από τις κοσμικές επιθυμίες και γεμίζει από τα ουράνια αγαθά. Και όσο αποχωρίζεται τα γήινα και τις ηδονές του βίου, τόσο περισσότερο απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη. Η δοκιμή και η πείρα μάς επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή.

Ο Θεός ευαρεστείται στις προσευχές εκείνες που προσφέρονται με τον πρέποντα τρόπο- δηλαδή με συναίσθηση της ατέλειας και της αναξιότητάς μας. Για να υπάρξει όμως τέτοια συναίσθηση, απαιτείται τέλεια απάρνηση του κακού μας εαυτού και υποταγή στις εντολές του Θεού- απαιτείται ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.

Αναθέστε όλες τις φροντίδες σας στο Θεό. Εκείνος προνοεί για σας. Μη γίνεστε ολιγόψυχοι και μην ταράζεστε. Αυτός που εξετάζει τα απόκρυφα βάθη της ψυχής των ανθρώπων, γνωρίζει και τις δικές σας επιθυμίες και έχει τη δύναμη να τις εκπληρώσει όπως Αυτός γνωρίζει. Εσείς να ζητάτε από το Θεό και να μη χάνετε το θάρρος σας. Μη νομίζετε ότι, επειδή ο πόθος σας είναι άγιος, έχετε δικαίωμα να παραπονείστε όταν οι προσευχές σας δεν εισακούονται. Ο Θεός εκπληρώνει τους πόθους σας με τρόπο που εσείς δεν γνωρίζετε. Να ειρηνεύετε λοιπόν και να επικαλείσθε το Θεό.

Οι προσευχές και οι δεήσεις από μόνες τους δεν μας όδηγούν στην τελειότητα. Στην τελείωση οδηγεί ο Κύριος που έρχεται και κατοικεί μέσα μας, όταν εμείς εκτελούμε τις εντολές Του. Και μια από τις πρώτες εντολές είναι να γίνεται στη ζωή μας το θέλημα όχι το δικό μας, αλλά του Θεού. Και να γίνεται με την ακρίβεια που γίνεται στον ουρανό από τους αγγέλους. Για να μπορούμε κι εμείς να λέμε: «Κύριε, όχι όπως εγώ θέλω, αλλ' όπως Εσύ· "γενηθήτω το θέλημά Σου, ως εν ουρανώ και επί της γης"». Χωρίς λοιπόν το Χριστό μέσα μας, οι προσευχές και οι δεήσεις οδηγούν στην πλάνη.

Ειρήνη

Η ειρήνη είναι θείο δώρο που χορηγείται πλουσιοπάροχα σ' όσους συμφιλιώνονται με το Θεό και εκτελούν τα θεία Του προστάγματα.

Η ειρήνη είναι φως και φεύγει από την αμαρτία που είναι σκοτάδι. Ένας αμαρτωλός ποτέ δεν ειρηνεύει.

Να αγωνίζεστε κατά της αμαρτίας και να μη σας ταράζει η εξέγερση των παθών μέσα σας.

Αν στην πάλη μαζί τους νικήσεις, το ξεσήκωμα των παθών έγινε για σένα αφορμή νέας χαράς και ειρήνης. Αν νικηθείς - ο μη γένοιτο - τότε γεννιέται θλίψη και ταραχή. Αν πάλι, μετά από σκληρή μάχη, επικρατήσει προς στιγμήν η αμαρτία, αλλά εσύ επιμείνεις στον αγώνα, τότε νικάς και η ειρήνη ξανάρχεται.

«Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12,14).

Η ειρήνη και ο αγιασμός είναι δύο αναγκαίες προϋποθέσεις για εκείνον που ζητάει με πόθο να δει το πρόσωπο του Θεού. Η ειρήνη είναι το θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται ο αγιασμός

Ο αγιασμός δεν παραμένει σε ταραγμένη και οργισμένη καρδιά. Η οργή όταν χρονίζει στην ψυχή μας, δημιουργεί την έχθρα και το μίσος κατά του πλησίον. Γι' αυτό επιβάλλεται η γρήγορη συμφιλίωση με τον αδελφό μας, ώστε να μη στερηθούμε τη χάρη του Θεού που αγιάζει την καρδιά μας.

Εκείνος που ειρηνεύει με τον εαυτό του, ειρηνεύει και με τον πλησίον του, ειρηνεύει και με το Θεό. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι γεμάτος με αγιασμό γιατί ο ίδιος ο Θεός κατοικεί μέσα του.

Αγάπη

Επιδιώκετε την αγάπη. Ζητάτε καθημερινά από το Θεό την αγάπη. Μαζί με την αγάπη έρχεται και όλο το πλήθος των αγαθών και των αρετών. Αγαπάτε για ν' αγαπάστε και σεις από τους άλλους. Δώστε στο Θεό όλη σας την καρδιά, ώστε να μένετε στην αγάπη. «Ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ μένει» (Α' Ιωάν. 4,16).

Οφείλετε να έχετε πολλή προσοχή στις μεταξύ σας σχέσεις και να ευλαβείστε ο ένας τον άλλον ως πρόσωπα ιερά, ως εικόνες του Θεού. Να μην αποβλέπετε ποτέ στο σώμα ή στην ομορφιά του, αλλά στην ψυχή.

Προσέχετε το αίσθημα της αγάπης, γιατί όταν η καρδιά δεν θερμαίνεται από την καθαρή προσευχή, η αγάπη κινδυνεύει να γίνει σαρκική και αφύσικη- κινδυνεύει να σκοτίσει το νου και να κατακάψει την καρδιά.

Πρέπει να εξετάζουμε καθημερινά μήπως η αγάπη μας δεν απορρέει από το σύνδεσμο της κοινής μας αγάπης προς το Χριστό• μήπως δεν πηγάζει από το πλήρωμα της αγάπης μας προς τον Κύριο. Αυτός που αγρυπνεί να διατηρήσει αγνή την αγάπη, θα φυλαχθεί από τις παγίδες του πονηρού που προσπαθεί σιγά -σιγά να μετατρέψει την χριστιανική αγάπη σε αγάπη κοινή και συναισθηματική.

Διάκριση

Σας συνιστώ να έχετε σε όλα διάκριση και φρόνηση. Να αποφεύγετε τα άκρα. Οι αυστηρότητες συμβαδίζουν με τα μέτρα της αρετής. Αυτός που δεν έχει μεγάλες αρετές και συναγωνίζεται με τους τέλειους, θέλοντας να ζει με αυστηρότητα, όπως οι άγιοι ασκητές, αυτός κινδυνεύει να υπερηφανευθεί και να πέσει. Γι' αυτό να πορεύεσθε με διάκριση και να μην εξαντλείτε το σώμα με υπέρμετρους κόπους. Να θυμάστε ότι η άσκηση του σώματος απλώς βοηθάει την ψυχή να φτάσει στην τελειότητα• η τελειότητα κατορθώνεται κυρίως με τον αγώνα της ψυχής.

Μην τεντώνετε περισσότερο από το μέτρο τη χορδή. Να ξέρετε ότι ο Θεός δεν εκβιάζεται στις δωρεές Του.

Δίνει, όταν αυτός θέλει. Ό,τι παίρνουμε, το παίρνουμε δωρεάν από το θείο έλεος.

Μη ζητάτε να φτάσετε ψηλά με μεγάλες ασκήσεις χωρίς να έχετε αρετές, γιατί κινδυνεύετε να πέσετε σε πλάνη για την έπαρση και την τόλμη. Όποιος επιζητεί θεία χαρίσματα και υψηλές θεωρίες ενώ είναι ακόμα φορτωμένος με πάθη, αυτός σαν ανόητος και υπερήφανος πλανιέται. Πρώτα απ’ όλα οφείλει ν' αγωνιστεί για την κάθαρσή του. Η θεία χάρη στέλνει τα χαρίσματα σαν αμοιβή σ' όσους έχουν καθαριστεί από τα πάθη. Κατέρχεται σ' αυτούς χωρίς θόρυβο και σε ώρα που δεν γνωρίζουν.

Υπερηφάνεια

Η υπερηφάνεια του νου είναι η σατανική υπερηφάνεια, η οποία αρνείται το Θεό και βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος, γι' αυτό και πολύ δύσκολα θεραπεύεται. Είναι ένα βαθύ σκοτάδι, το οποίο εμποδίζει τα μάτια της ψυχής να δουν το φως που υπάρχει μέσα της και που οδηγεί στο Θεό, στην ταπείνωση, στην επιθυμία του αγαθού.

Αντίθετα, η υπερηφάνεια της καρδιάς δεν είναι γέννημα της σατανικής υπερηφάνειας, αλλά δημιουργείται από διάφορες καταστάσεις και γεγονότα: πλούτο, δόξα, τιμές, πνευματικά ή σωματικά χαρίσματα (ευφυΐα, ομορφιά, δύναμη, δεξιοτεχνία κ.λπ.). Όλα αυτά σηκώνουν ψηλά τα μυαλά των ανόητων ανθρώπων και γίνονται έτσι ματαιόφρονες, χωρίς όμως να είναι και άθεοι... Αυτοί πολλές φορές ελεούνται από το Θεό, παιδεύονται από τη θεία παιδεία και σωφρονίζονται. Η καρδιά τους συντρίβεται, παύει να επιζητεί δόξες και ματαιότητες, και έτσι θεραπεύονται.

Η πνευματική σας εργασία να είναι η εξέταση της καρδιάς σας. Μήπως φωλιάζει σ' αυτήν σαν φαρμακερό φίδι η υπερηφάνεια, το πάθος που γεννάει πολλά κακά, που απονεκρώνει κάθε αρετή, που δηλητηριάζει τα πάντα. Σ' αυτήν την εωσφορική κακία πρέπει να στραφεί όλη σας η φροντίδα. Μέρα και νύχτα να σας γίνει έργο αδιάλειπτο η έρευνά της.

Νομίζω ότι θα είναι αλήθεια αν πω ότι όλη η πνευματική μας φροντίδα συνίσταται στην αναζήτηση και εξόντωση της υπερηφάνειας και των παιδιών της. Αν απαλλαχτούμε απ’ αυτήν και θρονιάσουμε στην καρδιά μας την ταπεινοφροσύνη, τότε έχουμε το παν. Γιατί όπου βρίσκεται η αληθινή κατά Χριστόν ταπείνωση, εκεί βρίσκονται μαζεμένες και όλες οι άλλες αρετές που μας υψώνουν προς το Θεό.

Χριστιανική ευγένεια

Οι χριστιανοί έχουν χρέος, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, να γίνουν άγιοι και τέλειοι. Η τελειότητα και η αγιότητα χαράσσεται πρώτα βαθιά στην ψυχή του χριστιανού, και από εκεί τυπώνεται και στις σκέψεις του, στις επιθυμίες του, στα λόγια του, στις πράξεις του. Έτσι, η χάρη του Θεού που υπάρχει στην ψυχή ξεχύνεται και σ' όλο τον εξωτερικό χαρακτήρα.

Ο χριστιανός οφείλει να είναι ευγενής προς όλους. Τα λόγια και τα έργα του να αποπνέουν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος που κατοικεί στην ψυχή του, ώστε να μαρτυρείται η χριστιανική του πολιτεία και να δοξάζεται το όνομα του Θεού.

Αυτός που είναι μετρημένος στα λόγια, είναι μετρημένος και στα έργα. Αυτός που εξετάζει τα λόγια που πρόκειται να πει, εξετάζει και τις πράξεις που πρόκειται να εκτελέσει, και ποτέ του δεν θα υπερβεί τα όρια της καλής και ενάρετης συμπεριφοράς.

Τα χαριτωμένα λόγια του χριστιανού χαρακτηρίζονται από λεπτότητα και ευγένεια. Αυτά είναι που γεννούν την αγάπη, φέρνουν την ειρήνη και τη χαρά.

Αντίθετα, η αργολογία γεννάει μίση, έχθρες, θλίψεις, φιλονικίες, ταραχές και πολέμους.

Ας είμαστε λοιπόν πάντοτε ευγενείς. Ποτέ απ’ τα χείλη μας να μη βγει λόγος κακός, λόγος που δεν είναι αλατισμένος με τη χάρη του Θεού, αλλά πάντοτε λόγοι χαριτωμένοι, λόγοι αγαθοί, λόγοι που μαρτυρούν την κατά Χριστό ευγένεια και την ψυχική μας καλλιέργεια.

Δοξολογία

Ο χριστιανός οφείλει να δοξάζει το Θεό και με το σώμα του και με το πνεύμα του. Άλλωστε, και τα δυο ανήκουν στο Θεό και, επομένως, δεν έχει εξουσία να τα ατιμάζει η να τα διαφθείρει, αλλά ως άγια και Ιερά πρέπει να τα χρησιμοποιεί με πολλή ευχαριστία.

Όποιος θυμάται ότι το σώμα του και το πνεύμα του ανήκουν στο Θεό, έχει μια ευλάβεια κι ένα μυστικό φόβο γι' αυτά, και τούτο συντελεί στο να τα διατηρεί αγνά και καθαρά από κάθε ρύπο, σε αδιάλειπτη επικοινωνία μ' Εκείνον από τον οποίο αγιάζονται και ενισχύονται.

Ο άνθρωπος δοξάζει το Θεό με το σώμα του και με το πνεύμα του, πρώτα, όταν θυμάται ότι αγιάστηκε από το Θεό και ενώθηκε μαζί του, και ύστερα, όταν ενώνει τη θέληση του με τη θέληση του Θεού ώστε να εκτελεί πάντοτε το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο θέλημα Του. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ζει για τον εαυτό του, αλλά για το Θεό. Εργάζεται για τη βασιλεία του Θεού στη γη. Δοξάζει σε όλα το Θεό, με λόγια και με έργα. Οι πράξεις του, που γίνονται για το καλό των συνανθρώπων του, δίνουν αφορμή δοξολογίας του θείου ονόματος. Η ζωή του, καταυγαζαμένη από το θείο φως, λάμπει σαν φως δυνατό. Έτσι η πολιτεία του γίνεται οδηγός προς το Θεό για όσους ακόμη δεν Τον γνώρισαν.